Οι δείκτες... ευημερούν, οι πολίτες περιμένουν

Οι ρυθμοί ανάπτυξης και τα βήματα προόδου, η ανάγκη για επενδύσεις και επιμονή σε ολοκληρωμένα σχέδια και ο κρίσιμος ρόλος των επιμελητηρίων

Στις πρόσφατες αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέας διοίκησης στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ), τα μέλη καταψήφισαν τον εύλογα θεωρούμενο επικρατέστερο για τη θέση του προέδρου, τον Γιάννη Μπρατάκο. Ένδειξη αξιοπρέπειας ήταν η επακόλουθη παραίτησή του από τη Διοικητική Επιτροπή, δεδομένου ότι η προβλεπόμενη θέση του Ε’ Αντιπροέδρου δεν θα του επέτρεπε να παίξει κάποιο ουσιαστικό ρόλο. Ο Γιάννης Βουτσινάς είναι επίσης ΝΔ της μα κατέβηκε ως αντάρτης, κάτι που ίσως συνεπάγεται δυσκολότερη αλληλεπίδραση με το κυβερνητικό επιτελείο. Ίδωμεν.

Καταγράφηκε ισχυρή επιθυμία για ακηδεμόνευτη Ένωση, άρα συμπεραίνεται πως η ήττα του προέδρου του ΕΒΕΑ υπήρξε και έμμεση ήττα του Μαξίμου, άνθρωποι του οποίου ενδιαφέρονταν σφόδρα για τις επιμελητηριακές διοικήσεις. Μάλιστα για ορισμένους η παραπάνω εξέλιξη είναι ήττα και της τάσης υπέρ της μεγάλης επιχειρηματικότητας, της τάσης που εκ των πραγμάτων περιθωριοποιεί τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Τουτέστιν, το αποτέλεσμα στην ΚΕΕΕ ερμηνεύτηκε και απόδειξη πως τα επιμελητήρια δεν ενστερνίζονται την πάγια άποψη του ΙΟΒΕ κλπ περί αναγκαίας μείωσης του αριθμού των ΜμΕ για λόγους αύξησης της παραγωγικότητας. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω κατά πόσον ισχύει κάτι τέτοιο, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δύναμη των παραγωγικών φορέων βρίσκεται στον αριθμό των μελών τους, άρα προφανώς είναι υπέρ των πολλών, χωρίς απαραίτητα να είναι αυτό θετικό για την πραγματική οικονομία. Το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα χρειάζεται έξυπνες μικρές επιχειρήσεις που θα μετεξελίσσονται σε μεσαίες και αργότερα μεγάλες διότι αυτό απαιτεί η υγιής οικονομική ζωή, αλλά ο στόχος τούτος σίγουρα δεν επιτυγχάνεται από αμέτρητα καταστήματα πώλησης καφέ, streetfood, vape, και αξεσουάρ κινητών. Χρειάζεται διαφορετικό μείγμα και τα επιμελητήρια μπορούν και πρέπει να κάνουν πολλά προς αυτή την κατεύθυνση.

Παράπλευρη απώλεια της παράταξης Μπρατάκου ήταν και ο Γιάννης Μασούτης. Μόνο σαν αποδοκιμασία της θητείας του πρώην προέδρου της ΚΕΕΕ μπορεί να χαρακτηριστεί το πρωτοφανές γεγονός να μην εκλεγεί ούτε στη Διοικητική Επιτροπή του φορέα. Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος του ΕΒΕΘ βρέθηκε πολύ κάτω από τους προέδρους 3 κοντινών μικρών επιμελητηρίων (Δράμας, Πέλλας και Χαλκιδικής). Είναι σαφές ότι ειδικά οι περιφερειακοί πρόεδροι δεν είναι εύκολα χειραγωγήσιμοι. Όντες εν μέρει διάδοχοι των αλλοτινών προεστών, δύσκολα επηρεάζονται από λεζάντες και σπανίως έχουν πολιτικές εξαρτήσεις (κατά κανόνα το αντίθετο). Κοινώς, ο μεγάλος τζίρος και η υψηλή αναγνωρισιμότητα συχνά δεν αρκούν για το προεδριλίκι, αντίθετα απαιτούνται και άλλες δεξιότητες, ας πούμε διπλωματικές.

Τώρα η νέα ηγεσία της ΚΕΕΕ θα κριθεί για την αποτελεσματικότητα της, σε μια εποχή απαξίωσης του επιμελητηριακού θεσμού και γενικά της επιχειρηματικής εκπροσώπησης, στα πλαίσια του θεσμικού του ρόλου ως επίσημου συμβούλου της Πολιτείας και όχι ως συνδικαλιστικού οργάνου. Ας ευχηθούμε πως θα συμβάλει στη μετάβαση του επιχειρείν σε ένα νέο υγιές παραγωγικό πρότυπο (αμήν και πότε), προς όφελος των εργοδοτών μα και των καταναλωτών.

Θεοδωρικάκος στο Money Show

Ένα άλλο επιμελητήριο, το Ελληνοϊταλικό, κάνει τη δική του προσπάθεια για στήριξη των επιχειρήσεων, κυρίως των μικρών. Διοργανώνει λοιπόν το Money Show, το οποίο έχει σαφώς διαφοροποιηθεί από την εποχή της αστακομακαρονάδας και των τεράστιων πούρων. Πλέον αποτελεί ετήσιο πολυσυνέδριο με ποικίλη θεματολογία, που περισσότερο αποσκοπεί στο networking, στην αύξηση της επιδραστικότητας και στη συνεργατική ανάπτυξη καινούργιων προσπαθειών.

Η φετινή ήταν πιο πολυπληθής εκδήλωση από την έναρξη του θεσμού και πολλοί ενδιαφέροντες ομιλητές ανέπτυξαν με επάρκεια μία πλειάδα θεμάτων. Η ομιλία του πλέον αρμόδιου υπουργού αναμενόταν με το περισσότερο ενδιαφέρον, όμως φοβάμαι πως απογοήτευσε τους παριστάμενους. Από τα χείλη του Τάκη Θεοδωρικάκου δεν ακούσαμε οτιδήποτε καινούργιο γύρω από κάποιο νέο αναπτυξιακό μοντέλο, μα μια έκθεση αόριστων ιδεών, κατάλληλη για άλλου είδους ακροατήριο. Δεν ακούστηκε τίποτα για τη χαμηλή αγοραστική δύναμη των πολιτών, για τη χρηματοδοτική ασφυξία των ΜμΕ, για το πώς θα ενισχυθούν αποτελεσματικά οι καινοφανείς προσπάθειες, για τη στροφή της μεταποίησης σε αγαθά υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, για την πολύπλευρη πρόοδο της επιχειρηματικότητας.

Επιπλέον, άστοχη ήταν και η στερεοτυπική αναφορά σε συμπρωτεύουσα • ο εν λόγω όρος μόνο γέλωτα προκαλεί πια.

Η απογοήτευση προστέθηκε στον προβληματισμό που προκάλεσε η απομάκρυνση εξωκοινοβουλευτικών υπουργών με εμπλοκή σε ζητήματα επιχειρηματικότητας (Σκυλακάκης, Σδούκου, Δοξιάδης), και η μη αξιοποίηση περισσότερων βουλευτών με…πραγματικά ένσημα. Πολλοί αναρωτιούνται τι απέγινε η έκθεση Πισσαρίδη και όσα ανέφερε για εθνική βιομηχανική πολιτική, όπως και πόσες χρήσιμες μνημονιακές μεταρρυθμίσεις εκκρεμούν ακόμη. Πάντως είναι παρήγορο ότι η εβδομάδα έκλεισε με τοποθέτηση στο Ανάπτυξης του Σταύρου Καλαφάτη, προσώπου με εγνωσμένη εμπειρία πάνω στις αναπτυξιακές προκλήσεις της Βόρειας Ελλάδας.

Κλείνοντας θα ήθελα να θίξω το εξής: δεν είναι πρέπον οι υπουργοί να αναχωρούν μόλις κλείσουν το μικρόφωνο. Πίνοντας ένα ποτήρι κρασί με τους τοπικούς παράγοντες θα σχηματίσουν πολύ πιο άμεση αίσθηση για όσα συμβαίνουν στην αγορά.

Δύο ποιοτικές ενδείξεις ανάπτυξης

Σημαντική αύξηση της εξαρτημένης μισθωτής εργασίας πλήρους απασχόλησης παρουσιάζουν τα εθνικά στοιχεία, σε αντίθεση με εκείνα για την αυτοαπασχόληση • καταγράφεται μεγέθυνση της εξαρτημένης εργασίας κατά 77.800 θέσεις, όταν οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό έχουν πέσει στο 19,8% του συνόλου, δηλαδή κοντά στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Σε φάση ραγδαίας μείωσης της ανεργίας και ιστορικού ρεκόρ απασχόλησης, οι αυξημένες δυσκολίες της επιχειρηματικότητας οδήγησαν πολλούς επαγγελματίες να στραφούν στην εξαρτημένη εργασία. Παράλληλα οι θέσεις πλήρους απασχόλησης αυξήθηκαν κατά 75.700, τη στιγμή που οι θέσεις μερικής απασχόλησης μειώθηκαν κατά 8.100 (σύγκριση γ’ τριμήνου 2023 με γ’ τρίμηνο 2024). Μετά την επί μνημονίων έξαρσή της, η μερική απασχόληση κατέβηκε στο 6,3%, ενώ παράλληλα μειώθηκε και το ποσοστό όσων εργάζονται μερικώς επειδή δεν μπορούν πλήρως (32%). Τέλος καταγράφεται αύξηση της απασχόλησης ατόμων υποχρεωτικής εκπαίδευσης (βρίσκουν σίγουρη απασχόληση στην οικοδομή, στον αγροδιατροφικό τομέα και στα logistics) με ταυτόχρονη αύξηση για τους πτυχιούχους πανεπιστημίου.

Επίσης οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ) στην Ελλάδα ακολουθούν ανοδική τάση. Η άλλοτε κορυφαία επίδοση 4,27 δισ. ευρώ του 2006 ξεπεράστηκε το 2019 με 4,48 δισ., έφτασε στα 5,35 δισ. το 2021 και εκτινάχθηκε πάνω από 8 δισ. ευρώ το 2022. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του ‘23, οι καθαρές ΞΑΕ ανήλθαν σε ~4,8 δισ. ευρώ, παραμένοντας σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ, από το 2013 (μερίδιο μόλις 7,4%) η συμμετοχή των ΞΑΕ σε ακίνητα έφτασε μεσοσταθμικά πάνω από 30% (44,7% το 2023, 2,1 δισ. ευρώ), εξέλιξη που αποδίδεται κυρίως στο πρόγραμμα golden visa, αν και μάλλον έπαιξε το ρόλο της και η γεωπολιτική αναστάτωση στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο. Εν κατακλείδι, το 2022 η αναλογία ΞΑΕ προς ΑΕΠ (3,63%) διατηρήθηκε υψηλότερα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, ενώ το 2023, παρά την υποχώρηση στο 1,93%, εξακολούθησε να υπερβαίνει άνετα τόσο τον ευρωπαϊκό μο (-1,63%) όσο και εκείνον του ΟΟΣΑ (0,78%).

Με απλά λόγια, οι έγκυροι δείκτες σταδιακά εντάσσουν τη χώρα μας στις… κανονικές ανεπτυγμένες οικονομίες. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κάνει πολλή δουλειά σε στρατηγικούς τομείς (κτηματολόγιο, δασικοί χάρτες, χρήσεις γης, ψηφιοποίηση διαδικασιών, παραχωρήσεις υποδομών, ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, μείωση μη εργοδοτικού κόστους), ενώ ακόμη και τα νέα οικόπεδα ερευνών της Λιβύης θα πρέπει να πιστωθούν σε επιτυχημένες κυβερνητικές ενέργειες. Ωστόσο όλα αυτά δεν αρκούν επειδή απαιτούνται υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης. Θα επαναλάβω ότι χωρίς μεταποίηση δεν υπάρχει μέλλον, ενώ καλούμαστε να κάνουμε ό,τι καλύτερο σε περιβάλλον δασμών και άλλων στοιχείων εμπορικού πολέμου. Οι… μονοκαλλιέργειες χαμηλής προστιθέμενης αξίας (πχ τουρισμός) νομοτελειακά οδηγούν σε αδιέξοδα. Τούτων λεχθέντων, η αναβάθμιση της οικονομίας σε -προς το παρόν βασική- επενδυτική βαθμίδα είναι εύλογη. Ελπίζουμε να επιταχυνθεί η τωρινή πορεία και τελικά τα οφέλη της να διαχυθούν σε ολόκληρη την κοινωνία.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 23.03.2025