Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Η μαιευτική βία και η αντιμετώπισή της στην Ελλάδα

Καθηγήτριες μιλούν για τα ιατρικά λάθη, τις παρανοήσεις και τα ζητήματα του νόμου

Η μαιευτική βία αποτελεί όρο των τελευταίων ετών στη χώρα μας αλλά και πανευρωπαϊκά, καθώς μέχρι πρότινος οι κακές ιατρικές πρακτικές ή η ελλιπής ενημέρωση των επίτοκων «καλύπτονταν» υπό το πρίσμα πως οι μαιευτήρες έπρεπε να κινηθούν με ταχύτητα, για την ασφάλεια της μητέρας και του νεογνού.

Πλέον όμως, όπως εξηγεί στη «ΜτΚ» η Χρυσάνθη Σαρδέλη, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Κλινικός Φαρμακολόγος, αναπληρώτρια Καθηγήτρια Φαρμακολογίας-Κλινικής Φαρμακολογίας ΑΠΘ έχει αλλάξει η νοοτροπία και οι αντιλήψεις ανδρών και γυναικών παγκοσμίως σχετικά με την απόκτηση παιδιών, όπως και οι προσδοκίες τους αναφορικά με το τι σημαίνει μαιευτική φροντίδα και υποστήριξη, αντιλήψεις και προσδοκίες που επίσης διαφέρουν σημαντικά από ήπειρο σε ήπειρο.

Στον δυτικό κόσμο, ως μέρος της αλλαγής του πώς βλέπουν οι γυναίκες τον εαυτό τους, άνοιξε στις αρχές του 2000 η συζήτηση του πώς πρέπει να γίνονται οι τοκετοί και ποιος πρέπει να έχει δικαίωμα απόφασης σχετικά (η γυναίκα ή η ιατρικής της ομάδα). Περίπου το 2000 εμφανίστηκαν στη Βόρεια Ευρώπη τα «συμβόλαια τοκετού» όπου η έγκυος και ο γιατρός της συμφωνούσαν εν είδει συμβολαίου για τον ακριβή τρόπο με τον οποίο θα γίνει η γέννα, περιγράφοντας ακόμη και την ένταση φωτισμού του χώρου ή το τι θα φοράει η επίτοκος. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια εντάθηκε η συζήτηση σχετικά με το πώς κατά έναν τρόπο οι επαγγελματίες υγείας καταπιέζουν τις εγκύους και δεν τους επιτρέπουν να γεννήσουν με φυσικό, ελεύθερο και συμπεριληπτικό τρόπο. Φυσικό επακόλουθο, τα τελευταία χρόνια ιατρικές πρακτικές που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη αλλά κυρίως τον τοκετό, να βαφτίζονται περιστατικά μαιευτικής βίας.

«Γκρίζα ζώνη» ο ορισμός

«Το τι είναι μαιευτική βία είναι κάπως δύσκολο να οριστεί. Συνήθως ο όρος αναφέρεται σε οποιαδήποτε ενέργεια επαγγελματία υγείας μπορεί να προκαλέσει οποιουδήποτε τύπου βλάβη σε μία γυναίκα που κυοφορεί, γεννάει ή έχει γεννήσει πρόσφατα. Το πρόβλημα έγκειται στο να οριστεί τι είναι αυτό που μπορεί να προκαλέσει βλάβη και για το τι βλάβη προκαλείται δηλαδή, ψυχική, ηθική, σωματική, κ.λπ. Σχετικά παραδείγματα μπορούν να δοθούν μόνο με τη μορφή ερωτήσεων. Είναι π.χ. βλάβη η διεκπεραίωση ενός τοκετού με καισαρική τομή, κάτι που μερίδα πληθυσμού το συγκαταλέγει στα περιστατικά μαιευτικής βίας; Είναι απαράδεκτη π.χ. η πρακτική να γεννάνε οι ελληνίδες (μιλούμε για περιπτώσεις φυσιολογικού τοκετού) σε ύπτια και μόνο θέση με περιορισμό (δέσιμο) της ελεύθερης κίνησης των ποδιών; Αποτελεί μαιευτική βία η απαγόρευση παρουσίας περισσότερων του ενός μελών μίας οικογένειας (και σίγουρα όχι παιδιών) σε μία γέννα; Είναι κακοποιητική συμπεριφορά η απαίτηση τήρησης συγκεκριμένων υγειονομικών πρωτόκολλων στη διεκπεραίωση ενός φυσιολογικού τοκετού ή η άρνηση επαγγελματιών υγείας να παρασταθούν σε τοκετούς που εξελίσσονται επί τούτου εκτός δομών υγείας; Τα ανωτέρω προκύπτουν για πολλούς λόγους: κακή επικοινωνία μεταξύ γυναικών και επαγγελματιών υγείας, στρεβλή αντίληψη των υφιστάμενων ιατρικών συνθηκών, ελλιπής αγωγή υγείας του πληθυσμού και επιμονή σε κάπως παρωχημένα μοντέλα περίθαλψης ή αμυντική ιατρική από την πλευρά των επαγγελματιών υγείας», περιγράφει η κ. Σαρδέλη.

Στο πλαίσιο της συζήτησης που έχει ανοίξει για τη μαιευτική βία, την Παρασκευή το Εργαστήριο Μελέτης Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, σε συνεργασία με τη Μαιευτική-Γυναικολογική Εταιρεία Θεσσαλονίκης και το Σύλλογο Επιστημόνων Μαιών/ Μαιευτών Θεσσαλονίκης, διοργάνωσαν σχετική επιστημονική εκδήλωση, με την κ. Σαρδέλη να επισημαίνει στη «ΜτΚ» πως κατά την άποψή της, «μορφές μαιευτικής βίας αποτελούν ο εξαναγκασμός να δουλεύει μία γυναίκα μέχρι την τελευταία μέρα πριν γεννήσει ή να επιστρέψει στη δουλειά της αμέσως μόλις γεννήσει δίχως να δίνεται ο κατάλληλος χρόνος να φροντίσει το σώμα της και το παιδί της, όπως και η κοινωνική πίεση για τεκνοποίηση. Πρόκειται για ζητήματα κοινωνικής πολιτικής και πολιτικής υγείας που χρήζουν άμεσης και σοβαρής αντιμετώπισης και που αν επιλυθούν θα έχουν πολλαπλάσιο όφελος για τις ελληνίδες και τις οικογένειες τους».

Στα ύψη οι καισαρικές

Στη χώρα μας, σύμφωνα με την κ. Σαρδέλη, υπερβολικά πολλοί τοκετοί διεκπεραιώνονται μέσω καισαρικής τομής, με κάποιες στατιστικές να μιλούν για ποσοστά υψηλότερα του 60-65%. «Κατά τη δική μου άποψη, εάν δεν υφίσταται ιατρικός λόγος, η διενέργεια καισαρικής τομής αντί φυσιολογικού τοκετού, αποτελεί ασυζητητί κακή ιατρική πρακτική αλλά όχι βία. Από την άλλη, η επιλογή του να γεννήσει μία γυναίκα στο σπίτι της ή σε περιβάλλον χωρίς απρόσκοπτη πρόσβαση στην απαιτούμενη σε περίπτωση επιπλοκών ιατρική φροντίδα, συμπεριλαμβάνει και την ανάληψη ευθύνης αυτής της απόφασης, σε μία χώρα όπου προσωπικό και ασθενοφόρα δεν επαρκούν.

Για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη υπήρξαν περιπτώσεις τοκετών που διενεργήθηκαν σε σπίτια και κατέληξαν σε θάνατο υγιών μωρών. Το να αναφερθεί κανείς σε τέτοια περιστατικά όταν συζητάει με την έγκυο για το πώς πρέπει να γεννήσει δεν αποτελεί άσκηση βίας αλλά εκπλήρωση του καθήκοντος ειλικρίνειας των επαγγελματιών υγείας, γεγονός που ενδυναμώνει και δεν καταπιέζει μία γυναίκα στο να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις», περιγράφει.

Συμπληρώνει πως η εκπαίδευση των μαιευτήρων-γυναικολόγων στην Ελλάδα είναι αρκετά παλιομοδίτικη, προτάσσοντας συχνά ένα πατερναλιστικό μοντέλο άσκησης ιατρικής και όχι τόσο την ελευθερία επιλογής των γυναικών, κάτι που αντιθέτως θα έπρεπε να ισχύει, στον βαθμό φυσικά που αυτό επιτρέπεται ιατρικά. «Σαφώς αυτό είναι κάτι που αλλάζει τα τελευταία χρόνια, διότι πλέον πολλοί γιατροί έχουν άλλες εμπειρίες από το εξωτερικό σχετικά με το πώς γίνονται εκεί τα πράγματα. Αυτό που ίσως χρειάζεται να γίνει είναι να αλλάξει ο τρόπος συνεργασίας μεταξύ μαιών-μαιευτών και μαιευτήρων-γυναικολόγων ώστε να διευκολύνεται μία πιο ήπια διαχείριση των περιστατικών, όπου αυτό επιτρέπεται. Από την άλλη, είναι σημαντικό οι επίτοκες να αντιλαμβάνονται πως σε κάποιες περιπτώσεις δεν είναι εφικτή η τελείως φυσική εξέλιξη μίας εγκυμοσύνης ή μιας γέννας, κάτι που σε πολλές περιπτώσεις δεν την επιθυμούν κιόλας, όταν νιώθουν ότι μπορεί να κινδυνέψουν αυτές ή τα παιδιά τους».

Έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης

Η κ. Σαρδέλη εξηγεί πως μεγάλο μέρος της συζήτησης προκύπτει λόγω παρεξηγήσεων σχετικά με τις υφιστάμενες δυνατότητες και συνθήκες. «Η βελτίωση της αγωγής υγείας του πληθυσμού ώστε να κατανοεί καλύτερα τα όρια του δικαιώματός του να ορίζει το σώμα του και να έχει άποψη για τα ζητήματα υγείας του και συγχρόνως να αντιλαμβάνεται τους περιορισμούς που θέτει η ιατρική επιστήμη, το σύστημα υγείας και η φυσική κατάσταση και υγεία του, θα βοηθήσει σίγουρα στην αποτροπή δυσάρεστων καταστάσεων».

Η ίδια φέρει ως παράδειγμα την αύξηση των ορίων ηλικίας κατά τα οποία μπορεί να τεκνοποιήσει μία γυναίκα. «Με την αύξηση των ορίων ηλικίας γέννησης στα 54 έτη, προκύπτουν ζητήματα για τα οποία δεν υπάρχει πλήρης ενημέρωση. Μία γυναίκα που κυοφορεί μετά τα 43 έτη κινδυνεύει σημαντικά να αναπτύξει διαβήτη κύησης, υπέρταση, να μην γεννήσει φυσιολογικά ή να αντιμετωπίσει αιμορραγία, καταστάσεις σοβαρές που συχνά οδηγούν σε επιπλοκές. Είναι πλασματική και κακώς εννοούμενη η ελευθερία που δόθηκε με την πρόσφατη αναθεώρηση της σχετική νομοθεσίας και τελείως λανθασμένη η προσδοκία πως είναι το ίδιο να αποκτάς παιδί σε μικρότερη ή μεγαλύτερη ηλικία και άρα η γυναίκα μπορεί να αποφασίσει να συμβεί ο τοκετός της όπως το επιθυμεί η ίδια». Υπογραμμίζει πως οι περιπτώσεις όπου οι επαγγελματίες υγείας δεν δίνουν τις κατάλληλες εξηγήσεις στην έκταση και με τον τρόπο που χρειάζεται η κάθε γυναίκα και δεν υπάρχει θέσπιση ρεαλιστικών στόχων, καταλήγουν συχνά στα δικαστήρια, κάτι που είναι ιδιαίτερα χρονοβόρο, ψυχοφθόρο και κοστοβόρο για όλους.

Υπέρογκο το κόστος

Σε περίπτωση που μία γυναίκα αποφασίσει να κινηθεί νομικά κατά του γιατρού της, τότε θα πρέπει να είναι έτοιμη να ξοδέψει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό και φυσικά, να περιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι την έκδοση της απόφασης. «Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο γιατρός κάνει κάποιες ενέργειες βεβιασμένες, χωρίς να υπάρχει συναίνεση της εγκύου και την τραυματίζει. Κατά το παρελθόν αυτά τα περιστατικά αντιμετωπίζονταν ως αναγκαίες ενέργειες διευκόλυνσης του τοκετού πλέον όμως αντιμετωπίζονται ως μορφές βίας. Το ζήτημα είναι ότι οι περισσότεροι δεν κινούνται νομικά κι αυτό γιατί δυστυχώς στη χώρα μας η ιατρική ευθύνη είναι μία πολύ δύσκολη και ακριβή υπόθεση», περιγράφει στη «ΜτΚ» η Κατερίνα Φουντεδάκη, καθηγήτρια Αστικού Δικαίου ΑΠΘ και διευθύντρια του Εργαστηρίου Μελέτης Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής του ΑΠΘ.

Εξηγεί πως στην Ελλάδα, παρά τις προσπάθειες που έγιναν από το 2014, με τη σύμφωνη γνώμη του Ιατρικού Συλλόγου, να συσταθεί ένας φορέας που θα εξετάζει τις υποθέσεις ιατρικής ευθύνης προτού φτάσουν στο δικαστήριο, ώστε αυτές να μπορούν να κλείνουν συμβιβαστικά, δεδομένου ότι γιατροί και κλινικές είναι ασφαλισμένοι, δυστυχώς δεν απέδωσαν καρπούς. «Με την καθιέρωση του δικαστικού ενσήμου και στις αναγνωριστικές αγωγές, οι ασθενείς εμποδίζονται στην ουσία από το να κινηθούν νομικά. Σε μία αγωγή σοβαρής ιατρικής ευθύνης, στον πρώτο βαθμό το κόστος μπορεί να υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ και φυσικά θα ακολουθήσουν εφέσεις οπότε δεν είναι εύκολο να ζητήσει κάποιος αποζημίωση για ιατρικό λάθος, με το σύστημα τελικά να λειτουργεί εις βάρος των ασθενών. Έτσι, οι περισσότεροι απευθύνονται στο ποινικό δικαστήριο όπου βέβαια είναι πιο χρονοβόρο και με μεγαλύτερη ταλαιπωρία».

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι τέλος το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταγραφή ως προς το πόσες υποθέσεις ιατρικής ευθύνης «τρέχουν» και τι εξέλιξη έχουν αυτές. «Δεν υπάρχει καταγραφή των αγωγών που έχουν κατατεθεί κι αυτό γιατί απαιτείται να δοθεί σχετική άδεια εξαιτίας της προστασίας προσωπικών δεδομένων και των πόρων που απαιτούνται για κάτι τέτοιο κι έτσι δεν γνωρίζουμε ούτε πόσες αγωγές έχουν κατατεθεί αλλά ούτε και την εξέλιξή τους γιατί πολλές φορές οι δίκες αποζημίωσης απαιτούν και πραγματογνώμονα με τον διάδικο πολλές φορές να μην διαθέτει τα χρήματα, τα έξοδα είναι πάρα πολλά και ο ασθενής δεν προστατεύεται».

Προς αυτήν την κατεύθυνση, η κ. Φουντεδάκη επισημαίνει πως είναι χρήσιμο να υπάρξει από το υπουργείο Υγείας να εκπονηθεί μία τέτοια έρευνα και καταγραφή αυτών των στοιχείων στη χώρα μας.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12.01.2025

Loader