Πρωινός καφές με τον Λόη Παπαδόπουλο (βίντεο)

Πανεπιστημιακός και αρχιτέκτονας είναι ο σημερινός καλεσμένος του πρωινού καφέ. Στην κουβέντα βάζει για πρώτη φορά την πρότασή του για την ανάπλαση της ΔΕΘ, που συμπυκνώνεται σε έναν τίτλο: «η ΔΕΘ πρέπει να γίνει το πάρκο των 46.000 δένδρων»

Πανεπιστημιακός και αρχιτέκτονας είναι ο σημερινός καλεσμένος του πρωινού καφέ, καθώς δούλεψε για 35 χρόνια στα πανεπιστήμια του ΑΠΘ και της Θεσσαλίας. «Ως πανεπιστημιακός σήμερα θα πρέπει προφανώς να διαθέτεις γνώσεις, αλλά θα πρέπει να είσαι δεκτικός και γενναιόδωρος, να έχεις την ετοιμότητα να διδάσκεσαι από τους μαθητές σου. Αυτό νομίζω είναι το μυστικό του καλού εκπαιδευτή, να μαθαίνει και να εμπνέεται από τους μαθητές του», σημειώνει ο Λόης Παπαδόπουλος που όλα αυτά τα χρόνια συμμετείχε σε σημαντικά πρότζεκτ για την πόλη: από το στήσιμο των πρώτων Φεστιβάλ της Αυγής-Θούριου, τη «Biennale των Νέων Καλλιτεχνών των χωρών της Ευρωπαϊκής Μεσογείου», το 1986, και τη «Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», το 1997, αλλά και σε άλλα σχέδια για επιμέρους ζητήματα αστικού ανασχεδιασμού. Στην κουβέντα μας βάζει στη δημόσια συζήτηση για πρώτη φορά μια δική του πρότασή για την ανάπλαση της ΔΕΘ, προτείνοντας μια λύση διαφορετική από αυτές που συζητιώνται, η οποία συμπυκνώνεται σε έναν τίτλο: «η ΔΕΘ πρέπει να γίνει το πάρκο των 46.000 δένδρων». Νομίζω, τονίζει, ότι «είναι υποχρέωση της πόλης να το σκεφτεί έτσι: η Επικράτεια της ΔΕΘ να γίνει ένα μνημονικό πάρκο, όχι βέβαια ένα πάρκο πένθους, αλλά ένα πάρκο αναστοχασμού και αναψυχής».

Λόης ή Θεολόγος;

Λόης.

Το Θεολόγος;

Το όνομα «Θεολόγος», με το οποίο έχω βαφτιστεί, είναι του παππού μου. Εγώ τελείωσα το δημοτικό ως «Θεολόγος» και, όταν πήγα στο Πειραματικό, ένας συμμαθητής μου, για να με πειράξει, μού λέει: «Τι μεγαλοπιάνεσαι με το «Θεολόγος», εγώ θα σε φωνάζω «Λόη». Και έμεινε το «Λόης», το οποίο, παρόλο που ακούγονταν παιδιάστικο, μου καλάρεσε διότι τότε, ως έφηβος, διήνυα, μια φάση κάπως «αντί-θεολογική». Έτσι με το «Λόης» αισθάνθηκα ότι απεκδύθηκα τη θεολογία και ότι εκ-κοσμικεύτηκα (γελάει). Και το κράτησα.

Ήταν στέκι το Bazaar από παλιά;

Από την ίδρυσή του. Γιατί εδώ απέναντι ήταν το εργαστήριο της συζύγου μου, της Άρτεμης Μακρίδου, που κατασκεύαζε διάφορα μικρά γλυπτά από παπιέ-μασέ και άλλα καλλιτεχνικά μικροαντικείμενα. Έτσι το Bazaar, πέρα από τόπος φιλικών συναντήσεων, έγινε κατά κάποιο τρόπο και η κουζίνα μας, ήταν στο πρόγραμμά μας δυο-τρεις φορές την εβδομάδα για μεσημεριανό.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-8.JPG
lois-papadopoulos-bazzar.JPG
Oικογενειακά γενέθλια στο Bazaar


Υπάρχει «πρωινός καφές» στη ζωή σας;

Πάρα πολλοί. Τώρα, μία η ώρα το μεσημέρι, κακώς πίνω, αλλά δεν πειράζει, χαλάλι για την κουβέντα,. Το πρωί ξυπνάω και πίνω μια καφετιέρα γαλλικό καφέ μόνος μου. Αργά-αργά, αλλά τον καταφέρνω. Και χωρίς ζάχαρη.

Είναι στιγμή δημιουργικότητας ο καφές, εργασίας ή τι άλλο;

Μεγαλώνοντας, ξυπνάω ολοένα και νωρίτερα και εκείνος ο χρόνος, ανάμεσα στην αφύπνιση και στο να έχω διαύγεια στο κεφάλι μου, γεμίζει με καφέ (γελάει).

Πίνετε όλων των ειδών τους καφέδες ή μόνο γαλλικό;

Γαλλικό.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-4.JPG

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη. Σε ποια περιοχή;

Στην Αγία Τριάδα, στον Ευκλείδη.

Δημοτικό που πήγατε;

Ζούσαμε κοντά στην τότε Παιδαγωγική Ακαδημία, η οποία επόπτευε τρία Πρότυπα Δημοτικά Σχολεία. Εγώ πήγαινα στο 3ο Πρότυπο, επί της Παρασκευοπούλου, με Διευθυντή τον Ευριπίδη Χειμωνίδη, ένα δάσκαλο πολιτικά συντηρητικό, αλλά με έντονη προσωπικότητα, με ειδικά ενδιαφέροντα στη διδακτική της φυσικής - με πειράματα - καθώς και στην παιδαγωγική της γλώσσας, την οποία την διακονούσε και ως συγγραφέας μικρής φόρμας, αλλά και, ευκαιριακά, ως επιφυλλιδογράφος στον «Ελληνικό Βορρά».

Και μετά Πειραματικό;

Ναι. Σημειώνω ότι, πέρα και ανεξάρτητα από το παιδαγωγικό-μορφωτικό τοπίο του Πειραματικού, ένα ουσιαστικό παραπλήρωμα της φοίτησής μου εκεί, μού το πρόσφερε η επαφή μου με την ευρύτερη ανθρωπογεωγραφία της πόλης – διότι κάθε μέρα πήγαινα στο Σχολείο, στο Κέντρο της πόλης, στριμωγμένος με τους εργαζόμενους, στα ξεχαρβαλωμένα λεωφορεία του ΟΑΣΘ και, σπανιότερα, επέστρεφα με τα πόδια – ανεκτίμητη γνωριμία με άλλους δρόμους και άλλες γειτονιές.

Στο σπίτι οι γονείς;

Ο πατέρας μου ήταν μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση και η μητέρα μου νοικοκυρά. Το σπίτι ήταν ένα μεγάλο οικογενειακό διαμέρισμα, σε μια παλιά, διώροφη κατοικία, κτισμένη επί οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάτι για το οποίο ντρεπόμουνα.

Γιατί;

Γιατί όλοι οι συμμαθητές μου - και όσο ενηλικιωνόμουν τα παρατηρούσα αυτά - έμεναν σε πολυκατοικίες. Και εμένα μου φαινόταν πολύ θλιβερό να ζούμε σε ένα απομεινάρι του δέκατου ένατου αιώνα, με ξύλινες σκάλες κτλ. Μέχρι που όταν πέρασα στην Αρχιτεκτονική και είχα αρχίσει, ως πρωτοετής, να σκέφτομαι κάπως αλλιώς για τα κτίρια, εμφανίσθηκε στο σπίτι μια ομάδα φοιτητών από μεγαλύτερο έτος για να αποτυπώσει το σπίτι μας – φοιτητική εργασία για ένα μάθημα με τον Μουτσόπουλο. Τότε λοιπόν, δε μετετράπη βέβαια εντός μου ο ρυθμός του κόσμου, αλλά αναστατωμένος, ξανασκέφτηκα τα κριτήριά μου. Το σπίτι μας ήταν το θέμα του έτους τους. «Μένω, λοιπόν, σε ένα σπίτι που έχει κάποια αρχιτεκτονική αξία», είπα.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-5-gkyBJ.JPG

Παιδικές αναμνήσεις; Πώς ήταν η Θεσσαλονίκη τότε;

Μου έρχονται στο μυαλό πάρα πολλά πράγματα, αλλά όχι νοσταλγικά. Πολλά τα σκέπτομαι σα μια θολή επιβάρυνση.

Καλύτερη ή χειρότερη;

Χειρότερη. Παρακολουθούσα βέβαια ό,τι γινόταν έξω από το σπίτι. Μέναμε στο δεύτερο όροφο. Ήταν ένα ενδιαφέρον κτίριο με όψη σε τρεις δρόμους και με μια ωραία επιμήκη αυλή με δύο δέντρα, μια βερυκοκιά και μια πασχαλιά: μια αρχετυπική διώροφη δίδυμη πολυκατοικία με δύο σοφίτες με κεραμιδοσκεπή και με δύο ημιυπόγεια. Ανήκε κατά πάσα πιθανότητα σε κάποιον εύπορο μουσουλμάνο και, αργότερα, αγοράσθηκε από τον παππού μου στις δημοπρασίες που ακολούθησαν την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922. Από τον δεύτερο όροφο αυτού του σπιτιού, παρακολούθησα επί μήνες απέναντί μου όλη τη διαδικασία της ανέγερσης μιας πολυκατοικίας. Ήταν για μένα, μαθητή της Τρίτης Δημοτικού, ένα θαυμαστό μάθημα οικοδομικής: στρατιές εργατών έσκαβαν τα θεμέλια με κασμάδες, με το χέρι, έφτιαχναν το μπετόν ανακατεύοντας με φτυάρια στο πεζοδρόμιο σκύρα, τσιμέντο και άμμο, και, πάλι με το χέρι, τέντωναν τα σίδερα οπλισμού στο δρόμο – πράγματα απολύτως καινοφανή για τις μέχρι τότε εμπειρίες μου.

Από εκεί ξεκίνησε και η τάση σας για την Αρχιτεκτονική;

Δε νομίζω. Απλώς, όταν, χρόνια αργότερα, διδάχθηκα συστηματικά το μάθημα της Οικοδομικής, ή ύλη μού ήταν πολύ οικεία (γελάει).

Γιατί Αρχιτεκτονική, λοιπόν;

Πήγαινα στο Πειραματικό, ένα Σχολείο, όπου ήταν θεοποιημένα όλα τα ανθρωπιστικά πράγματα. Αν ψάξω, λοιπόν, για επιθυμία εκείνη την εποχή, θα έλεγα ότι ήθελα να γίνω φιλόλογος, πεδίο στο οποίο αισθανόμουν μιαν έφεση, ίσως και μια επάρκεια. Από την άλλη υπήρχε ένα αίτημα αντίρροπο, ο πραγματισμός, η ηγεμονική ιδεολογία της εποχής. Οπότε βρέθηκα σ ‘αυτό τον συμβιβασμό, θεωρώντας την Αρχιτεκτονική ένα πεδίο εύφορο, ένα τόπο ευαισθησίας, τέχνης και με παρόμοιες συνάφειες – κάτι που την έκανε δημοφιλή και σε αρκετούς τελειόφοιτους του Σχολείου μας. Και για αυτό ήταν πολύ μεγάλη η απογοήτευσή μου στην πρώτη χρονιά της Αρχιτεκτονικής, που δεν μάς υποδέχθηκε με μαθήματα ελκυστικά. Αν εξαιρέσεις τα Εικαστικά και την Ιστορία, όλα τα άλλα ήταν βαριά τεχνικά μαθήματα. Οικοδομική, σκληρά μαθηματικά. Έλεγα τότε: «μα γιατί ήρθαμε εδώ;»

lois-papadopoulos-proinos-kafes-12.JPG

Πώς ήταν τα χρόνια της δικτατορίας οι σπουδές στο Πολυτεχνείο;

Το κλίμα των σπουδών επί χούντας σάς είναι γνωστό από την πληθωρική φιλολογία που έχει αναπτυχθεί μετά τη χούντα: μελέτες ιστορικών, δημοσιογραφική έρευνα, κινηματογραφικά ντοκουμέντα, καλή λογοτεχνία. Επρόκειτο για μια ζωή περιληπτική. Στις λιγοστές ευκαιρίες, στην περίπου διανοητική φτώχεια μιας επαρχιακής πόλης είχε επικαθίσει ο φόβος και η καχυποψία που υπονόμευε τις σχέσεις.

Η Αρχιτεκτονική ήταν αποψιλωμένη από καθηγητές. Ο Πάτροκλος Καραντινός, αυτή η μεγάλη φυσιογνωμία της ελληνικής Αρχιτεκτονικής, ο οποίος έχτισε στη Θεσσαλονίκη μεγάλα και σπουδαία κτίρια, όπως το Θεαγένειο Νοσοκομείο και πολλά Πανεπιστημιακά κτίρια στο ΑΠΘ, είχε εκδιωχτεί ως αριστερός. Ο Θαλής Αργυρόπουλος, υψηλού κύρους καθηγητής Πολεοδομίας, προτίμησε να μην επιστρέψει από την εκπαιδευτική του άδεια στη Μ.Βρεττανία, ο σπουδαίος ζωγράφος Χρήστος Λεφάκης, καθηγητής των εικαστικών, πέθανε. Υπήρχε ένας άλλος, συναρπαστικός καθηγητής, ο Ιωάννης Αυδής, ο οποίος δίδασκε το ιδιαίτερα δύσκολο μάθημα της Προβολικής Γεωμετρίας – αλλά διέθετε μια εξαιρετική θεατρικότητα και στο Αμφιθέατρο συνέρρεαν για να τον ακούσουν φοιτητές και φοιτήτριες από όλες τις Σχολές. Αυτόν τον σπάνιο επιστήμονα τον έδιωξε επίσης η Χούντα, για «έλλειψη ηθικού κύρους». Στη Σχολή είχαν απομείναν ο σημαντικός καθηγητής Ιωάννης Τριανταφυλλίδης, πρώην στέλεχος του Γραφείου Δοξιάδη, και ο Δημήτρης Φατούρος, που η προσωπικότητά του και η δημόσια στάση του τον ανήγαγαν γρήγορα για εμάς, τους φοιτητές, αλλά και ευρύτερα, σε πρόσωπο δημοκρατικής αναφοράς. Ο άλλος πόλος στη σχολή, ο Νικόλαος Μουτσόπουλος, ο οποίος φλέρταρε με τους συνταγματάρχες, ενσάρκωνε τον τύπο του αυταρχικού καθηγητή. Σημειώνω ότι η γνωριμία της δικής μου γενιάς, με αυτό που αναφέρεται ως «παράδοση» και «παραδοσιακή αρχιτεκτονική» έγινε μέσω του Μουτσόπουλου, - αυτό ήταν το επιστημονικό του πεδίο. Θεωρώ ότι, για αυτόν το λόγο, όχι μόνο εγώ, αλλά και πολλοί άλλοι, πήραμε αποστάσεις από αυτήν την προβληματική. Μάλλον διότι μάς απώθησε η αναχρονιστική διαχείρισή της, μπλεγμένη εν τέλει με έναν ορατό εθνικισμό, που εκλύονταν από την προσέγγιση του συγκεκριμένου καθηγητή. Οπωσδήποτε ευρυμαθής, αλλά ανακατεύντας με σχετική προχειρότητα θεαματικές επιστημονικές υποθέσεις, για τις οποίες, βέβαια, ελέγχεται, με την υποστήριξη του σχεδιαστικού του ταλέντου και της πληθωρικής του συγγραφικής δραστηριότητας, της ρητορικής του μεγαλοστομίας στα μαθήματα και του αναχρονιστικού εκπαιδευτικού του αυταρχισμού, ο Μουτσόπουλος δε δυσκολεύθηκε να προσεταιρισθεί ένα τμήμα του φοιτητικού κοινού.

lois-papadopoulos-foititiki-ekdromi-1970.jpg

Από φοιτητική εκδρομή στα πρώτα έτη της Αρχιτεκτονικής στην Ακρόπολη. Μαζί με τον καθηγητή Ιστορίας Χαράλαμπο Μπούρα. Διακρίνονται στη μέση ο Πάνος Θεοδωρίδης και πίσω του ο Μανόλης Κορρές, διευθυντής επί πολλά χρόνια του αναστηλωτικού έργου στην Ακρόπολη

Γιατί πήγατε με το ΚΚΕ εσωτερικού;

Αυτό ήρθε αρκετά αργότερα, μέσα στη δικτατορία, ως φυσική επιλογή, ανεπαισθήτως. Δεν ήμουν από αριστερή οικογένεια, οι γονείς μου ήταν κεντρώοι δημοκράτες. Ο πατέρας μου, ως Πόντιος εκ Ρωσίας, είχε μια σοβαρή συμπάθεια προς τα σοβιετικά πράγματα. Είχε τελειώσει εκεί και το Γυμνάσιο, στο σπίτι υπήρχαν πάρα πολλά ρωσικά βιβλία Μαθηματικών καθώς και περιοδικά και βιβλία για το σκάκι. Στις Εκλογές συμβουλεύονταν τον Λεωνίδα Ιασωνίδη, ενίοτε τον Ιωάννη Πασαλίδη. Λυκειάρχης, ήταν νομίζω διαρκώς επιφυλακτικός, ίσως και φοβισμένος δημόσιος υπάλληλος, αμφιβάλλω αν ποτέ του ψήφισε ΕΔΑ, επέλεγε μάλλον κεντρώα κόμματα. Τον γοήτευε ο Γεώργιος Παπανδρέου και διάβαζε ισοβίως «Το Βήμα». Ως εκ τούτου διάβαζα και εγώ «Το Βήμα». Ένα στοιχείο, λοιπόν, της αγωγής μου ήταν το Πειραματικό και το συμπλήρωμα ήταν «Το Βήμα». Με τις διαμορφωτικές του επιφυλλίδες - τότε κάθε μέρα εναλλάσσονταν Μάριος Πλωρίτης, Δημήτρης Μαρωνίτης, Κ.Θ.Δημαράς, Γ.Π.Σαββίδης, Αγγελος Τερζάκης, Γιώργος Θεοτοκάς. Επίσης είχε βιβλιοκριτική και κριτική σινεμά. Η ανάγνωση εφημερίδας έγινε σταδιακά ένας τρόπος για να ανοιχτώ στον κόσμο. Τι άλλο θέλει ο νέος άνθρωπος;

Έτσι ετοιμασμένος, την έπαθα με το ΚΚΕ εσωτερικού (γελάει). Από μια δημοκρατική αγωγή του πολίτη, θα έλεγα. Και αυτό ήταν για εμένα το πιο φυσιολογικό, όταν μπήκαν τα διλήμματα της μεταπολίτευσης. Τότε κατάλαβα τι γύρευε ο Θωμάς Βασιλειάδης στα φοιτητικά μας δωμάτια. Τον αγαπούσαμε τον Θωμά – συμφοιτητής μας στους Πολιτικούς Μηχανικούς με την αίγλη του φυλακισμένου για αντιχουντική δράση με τον παράνομο Ρήγα, γλυκός συζητητής, με δουλεμένη σκέψη, ήταν ένας προσηνής λαϊκός ηγέτης, γίναμε φίλοι, αλλά ποτέ δε μάς επέτρεψε έστω να υποψιασθούμε ότι ερχόταν να μάς δει ως ΚΚΕ εσωτερικού για να μας κατηχήσει πολιτικά.


lois-papadopoulos-proinos-kafes-9.JPG

Οι δεύτερες σπουδές ήταν στο Λονδίνο. Ποιες οι διαφορές με το ΑΠΘ;

Τελείως διαφορετικά πράγματα. Έφυγα από μια Ελλάδα της χούντας, μάλιστα σε μια δύσκολη προσωπικά εποχή, γιατί είχα στέρηση διαβατηρίου.

Γιατί;

Τίποτα δεν είχαμε κάνει, αλλά μας έσερναν στη Βαλαωρίτου κάθε λίγο και λιγάκι. Τελικά όσοι ήμασταν σε αυτή την κατάσταση πήραμε διαβατήριο, με το «φιλελεύθερο» άνοιγμα του Μαρκεζίνη, δηλαδή αρχές Νοεμβρίου του 1973. Πήγα στο Λονδίνο άρον-άρον, το ακαδημαϊκό έτος είχε αρχίσει, το είχα χάσει. Ηθελα όμως οπωσδήποτε να φύγω. Να βγω από την Ελλάδα.

Πώς ήταν εκεί οι σπουδές;

Ένα τελείως άλλο τοπίο. Μια ακαδημαϊκή ενδοχώρα με βάθος αιώνων, συναρπαστικοί ρυθμοί πανεπιστημιακής ζωής που σε παρέσερναν και σού αντιπαρείχαν ικανοποίηση που γινόσουν μέρος μιας κίνησης. Ένα παρατεταμένο «intensive course». Διάβαζα πάρα πολύ, ακόμη και βασικά πράγματα, που όφειλα να τα ήξερα. Σε κάποια άλλα, όμως, πεδία, ίσως υπερτερούσα από τους συμφοιτητές κι αυτό ήταν λυτρωτικό.

lois-papadopoulos-amfitheatro.JPG

Σε φοιτητικό αμφιθέατρο

lois-papadopoulos-ntorin-apth.jpg

Σε σεμινάριο με φοιτητές του ΑΠΘ με τη Βρετανίδα Ντορίν Μάσεϊ

Επί 35 χρόνια διδάξατε στη Θεσσαλονίκη και στη Θεσσαλία. Τι σήμαινε για εσάς αυτή η εμπειρία;

Ανεκτίμητη (γελάει). Αν με ξαναρωτούσατε θα έλεγα ότι αυτό θα ήθελα να ξανα-κάνω στη ζωή μου.

Κάνατε και πολλές διαλέξεις σε διάφορα σημεία του κόσμου. Κάτι που ξεχωρίσατε;

Όλα αυτά προήλθαν από μια πολύ καλή αξιοποίηση ενός sabbatical, το 1991-92 Ως επισκέπτης καθηγητής βρέθηκα για τρεις μήνες στο Λος Άντζελες, τρεις μήνες στη ΝΥ, στο Columbia και τρεις μήνες στο Κιότο. Ήταν σημαντική εμπειρία, καθώς συνέπεσε και με μια καλή στιγμή της δικής μου διαδρομής, γιατί ήμουν ήδη ένας έμπειρος academic και μπορούσα να ανταποκριθώ σε αυτό που προσδοκούσαν και τα Ιδρύματα Υποδοχής. Γύρισα πίσω σε υψηλό βαθμό αναδιαμορφωμένος.

Κάτι ξεχωριστό; Η Ιαπωνία;

Νομίζω ότι για μένα η αποκάλυψη ήταν η Αμερική. Πώς δηλαδή αυτή η χώρα του κακού, η αυτοκρατορία του πιο ανάλγητου φιλελευθερισμού ήταν εντέλει μια πάρα πολύ δημοκρατική χώρα, που μπορεί να υποδέχεται τους πάντες, ανεχόμενη ακόμη και τα κακά αγγλικά που μιλάς. Βέβαια πήγα στις πλέον ανεκτικές στιγμές αυτής της αχανούς χώρας - στη Δυτική ακτή και στη Νέα Υόρκη.. Και ίσως δεν ήταν σύμπτωση ότι αναγνώριζα συχνά μια εγγενή συμπάθεια για τον νεότερη ελληνική καλλιτεχνική παράδοση – Καβάφης, Θεοδωράκης, Θόδωρος Αγγελόπουλος. Γενικότερα, η αμερικανική academia, με την οποία σχετίσθηκα, δεν έκρυβε καθόλου το πόσο μειονεκτικά αισθάνονταν ως προς την Ευρώπη.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-10.JPG


Τι χρειάζεται ένας καλός καθηγητής σήμερα;

Προφανώς γνώσεις, αλλά θα πρέπει να μπορείς να διδάσκεσαι από τους μαθητές σου. Αυτό νομίζω είναι το μυστικό, να μαθαίνεις και να εμπνέεσαι από τους μαθητές σου. Τώρα μάλιστα η δική μου γενιά, αλλά και η γενιά η μετά από εμένα, είμαστε πολύ λιγότερο μορφωμένοι από τους σημερινούς νέους επιστήμονες. Βλέπω την κίνηση των αποφοίτων μας διεθνώς και το τι δημοσιεύουν - είναι πραγματικά σπουδαίοι. Όλα βέβαια εξηγούνται, γιατί το σύμπαν είναι πολύ διαφορετικό σήμερα, εμείς ζητιανεύαμε την πληροφορία, είμασταν μακριά από τη γνώση. Μια συνδρομή σε ένα ειδικό περιοδικό ή ένα ταξίδι σού εξασφάλιζε ένα προβάδισμα μεταξύ των συμφοιτητών. Τώρα με ένα κλικ (γελάει) τα έχεις όλα στην παλάμη σου, στο κινητό σου.

lois-papadopoulos-stream.jpg

Σχεδιάζοντας περί… σχεδίου σε κάποια ώρα διδασκαλίας

lois-papadopoulos-meleti-se-kafe.JPG

Σε ώρα μελέτης


Ένα θέμα που συχνά σάς απασχολούσε είναι η σχέση του σχεδίου με την κοινωνία. Πόσο αλληλοεπηρεάζονται;

Αυτά μού τα δίδαξε η μοντερνιστική μου αγωγή. Όταν λέω μοντερνιστική εννοώ τη νεωτερική, την πίστη στην νεωτερικότητα, άρα την εμπιστοσύνη στο κράτος. Ίσως αυτό που με ενοχλεί πιο πολύ στην τελευταία εξέλιξη των πραγμάτων, είναι ο δωρεάν αντικρατισμός, η λούφα. Που ισοδυναμεί με την υπονόμευση της πιο μεγάλης κατάκτησης που έχει υπάρξει και που χάρη σ ‘αυτό ζούμε ως κοινωνία: το σύγχρονο κράτος με τους κανόνες του. Ένα κράτος που οφείλει να προστατεύει και να προνοεί, να παρέχει ασφάλεια δικαίου. Θυμάμαι την πρώτη εβδομάδα που βρέθηκα στην Αγγλία για σπουδές έπρεπε να περπατήσω έναν σχετικά μεγάλο δρόμο μέσα στο Λονδίνο και με χτύπησε ένα αυτοκίνητο, γιατί κοίταγα ανάποδα. Τι συνέβη τότε; Σταμάτησε ο οδηγός - στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είχε σταματήσει - ήρθε ο άνθρωπος και με κοίταξε με ανησυχία, σχεδόν με τρυφερότητα. Ρώτησε αν είμαι καλά, με σήκωσε, πήρα τα σπασμένα γυαλιά μου και μου είπε: «έλα μαζί μου». Πήγαμε ένα χιλιόμετρο παρακάτω, μπήκαμε σε έναν οπτικό. Μου λέει: «Θα σας πληρώσει καινούργια γυαλιά το National Health Service». Αυτή ήταν η βοήθεια του κράτους προς εμένα – κάποιον που έτυχε, απλώς, να βρίσκομαι στο έδαφός του. Ήταν τρομερό: πήγαινες στο Λονδίνο, νοίκιαζες σπίτι, με το που νοίκιαζες το σπίτι πήγαινες στο Αστυνομικό Τμήμα, το δήλωνες και σου έδιναν γιατρό. Εκεί μού έκαναν τότε την τρομερή ερώτηση: «τι ιατρική θέλετε; Δυτική ιατρική ή ομοιοπαθητική;» Όλα αυτά το 1974, όπου εγώ ακόμα δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη ομοιοπαθητική.

Άρα, λέτε ότι το ισχυρό κράτος είναι κάτι που πρέπει να το προστατέψουμε.

Η Αγγλία του welfare state ήταν το καλύτερο παράδειγμα που δυστυχώς εξέλιπε. Το Νational Health Service όπως και τα προγράμματα social Housing η Θάτσερ τa περιέκοψε.

Πάμε λίγο σε μερικά σημαντικά στιγμιότυπα ζωής: το φεστιβάλ Αυγής-Θούριου. Ήσασταν αυτός που έστησε τη διοργάνωση.

Εγώ είμαι υπερήφανος για αυτό που καταφέραμε τότε. Ήταν ένα συλλογικό έργο. Περιείχε ενθουσιασμό, εθελοντισμό και ωραίες ιδέες. Εκεί μέσα υπήρξαν ευφυείς αρχιτεκτονικές διατυπώσεις και αρκετοί εικαστικοί και μουσικοί έκαναν ενδιαφέροντα πράγματα. Επίσης ήταν σημαντικό ότι δεν υπήρχε κανένας πουριτανισμός, πολιτικός ή αισθητικός, όπως στο φεστιβάλ της ΚΝΕ. Θυμάμαι που ήμασταν οι πρώτοι που στα φεστιβάλ μας ακούγαμε και χορεύαμε ροκ, που είχαμε φιλοξενήσει sessions αυτοσχεδιαζόμενης τζαζ.

lois-papadopoulos-bienalle.jpg

Αφίσα από την 2η Biennale του ‘86

lois-papadopoulos-archipelagos.jpg

Η ελληνική συμμετοχή με τον Λόη Παπαδόπουλο στη 10η Biennale της Βενετίας με θέμα «Το Αιγαίο μια διάσπαρτη πόλη»


Συμμετοχή στην Biennale των νέων το 1986.

Αυτή ήταν μια φοβερή αρχιτεκτονική ευκαιρία που μάς δόθηκε, μαζί με τον αρχιτέκτονα Γιώργο Παπακώστα. Ένα τεράστιο πείραμα για μάς, πολύ περισσότερο που ζήσαμε και μια διδακτική σύγκρουση μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Η αντιδημαρχία Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης προωθούσε μάλλον εθνικολαϊκές επιλογές, ενώ ο εκπρόσωπος της Διεύθυνσης Νέας Γενιάς, ο Πέτρος Κωστόπουλος, ήταν πολύ πιο ανοιχτός στις νέες μορφές έκφρασης και επικοινωνίας των νέων. Από την άλλη, ο εκπρόσωπος της Νέας Γενιάς ωθούσε τη διοργάνωση σε συμβατικές επιτελέσεις, σε εμπορικούς χώρους διασκέδασης, σε μεγάλες ντισκοτέκ της πόλης, σε επιτυχημένες γκαλερί κτλ, ενώ η Αντιδημαρχία, ο Δημήτρης Σαλπιστής, συμφωνούσε με τις δικές μας αρχιτεκτονικές επιλογές: οι διαφορετικές εκδηλώσεις να στεγασθούν σε αιρετικούς χώρους, που αρχιτεκτονικά σηματοδοτούσαν διαφορετικές στιγμές της ιστορίας της πόλης: η Ροτόντα, οι Αποθήκες στο Λιμάνι, το εγκατειλημμένο Βασιλικό Θέατρο, το Γενή Τζαμί, το Αλατζά Ιμαρέτ, ο Λευκός Πύργος. Αυτό και έγινε. Όλος ο μεγάλος όγκος των εκδηλώσεων, ο μεγάλος αριθμός των καλλιτεχνών από πολλές χώρες καθώς και το πολύ μεγάλο διεθνές νεανικό κοινό που τις παρακολουθούσε παρέσυραν την πόλη στις δονήσεις ενός σπουδαίου συμβάντος – ίσως όχι μόνο καλλιτεχνικού.

Ήταν μια πολύ δημιουργική διοργάνωση για την πόλη.

Πάρα πολύ δημιουργική και μαζί προφητική: κάναμε κάτι που σήμερα μπορεί να είναι κοινός τόπος. Οι περισσότεροι καλλιτεχνικοί παραγωγοί και curators αναζητούν πλέον ενδιαφέροντα venues για να αντλήσουν συμβολική υπεραξία από την ετερότητα των τόπων.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-1.JPG

Σταθμός ήταν και η συνεργασία σας στο γραφείο του Δημήτρη Φατούρου.

Ο Φατούρος υπήρξε για πολλές γενιές αρχιτεκτόνων όπως και για εμένα προσωπικά, ένα πολύτιμο κεφάλαιο. Μέσα στη δικτατορία ήταν το αποκούμπι μας, ένας άνθρωπος με αλληλέγγυα υπονοούμενα, με ποιητικές υπεκφυγές και με τις δημιουργικές διδακτικές του πρακτικές. Δεν αποθάρρυνε τις πρωτόλειες φοιτητικές απόπειρες, έδειχνε πάντα μια ανοχή στην ασάφεια και στο διφορούμενο, προσδοκώντας την ανάδυση του καινούργιου.

Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης η Θεσσαλονίκη. Πως κρίνετε το εγχείρημα;

Δεν μπορώ να πω τίποτα για την οικονομική διαχείριση αυτού του σύνθετου εγχειρήματος. Με ενοχλεί, όμως, και με θλίβει, ότι η γενικευμένη επικριτική στάση της πόλης εστιάσθηκε αποκλειστικά σε διαχειριστικά και σε κυνήγι σκανδάλων αγνοώντας τον εκπληκτικό πολιτιστικό γαλαξία που επί ένα χρόνο φώτιζε τον ουρανό της πόλης.

Εσείς τι εκτίμηση έχετε;

Απολύτως θετική. Αυτή τη στιγμή η πόλη λειτουργεί με τις υποδομές που άφησε η Πολιτιστική Πρωτεύουσα. Το Κρατικό Θέατρο, το Βασιλικό Θέατρο, το Μακεδονικό Μουσείο. Δεκατέσσερεις κλειστές θεατρικές αίθουσες στους Δήμους της περιφέρειας της πόλης, ολοκλήρωση όλων των «Πνευματικών Κέντρων», που παρέμεναν γιαπιά επί δύο τουλάχιστον δεκαετίες. Μελέτες που ανατέθηκαν με εμπιστοσύνη σε νεότερους αρχιτέκτονες της πόλης.

Θετική άποψη έχω και για το Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα. Οι U2, ο Greenaway, ο Γκέλντοφ, η έκθεση Καραβάτζιο, οι μεγάλες Εκθέσεις για τις αναπαραστάσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ανατολή και στη Δύση, οι σπουδαίες μονογραφικές εκθέσεις σκηνογραφίας πέντε ευρωπαίων σκηνογράφων. Η δυσκολία πρόσληψής αυτών και πολλαπλάσιων σπουδαίων γεγονότων από την πόλη συνοψίζεται στην μίζερη καταγγελία ενός καλλιτεχνικού συντάκτη: «Τι είναι αυτοί οι άνθρωποι που δεν μπορούν να κάνουν ένα Πρόγραμμα; Γίνονται σήμερα τρεις εκδηλώσεις. Πώς θα επιλέγω κάθε μέρα σε ποια εκδήλωση να πάω». Πράγματι η πόλη δεν προλάβαινε. Η Πολιτιστική Πρωτεύουσα έτρεχε πιο γρήγορα από την πόλη.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-6.JPG

Η ψηφιακή εποχή βοηθά ή καταστρέφει τη δημιουργικότητα;

Δεν μπορώ να αποφανθώ σε τέτοια πράγματα – με υπερβαίνουν. Τα όρια και τα αδιέξοδα της Τεχνητής Νοημοσύνης δεν τα γνωρίζω. Με τρομάζει, φυσικά, το δυσοίωνο γεγονός ότι πολλοί από αυτούς που ως ερευνητές εργάσθηκαν για χρόνια και πρωταγωνιστικά στο πεδίο της ΑΙ, συνειδητοποιώντας τους κινδύνους ή τον εφιάλτη που κρέμεται μπροστά μας, καταγγέλλουν και αποσύρονται.

Όμως το γεγονός ότι ακόμα και το απλό σχέδιο δεν το κάνεις ποια με το μολύβι αλλά στο laptop πως το βλέπετε;

Το παρακολουθώ. Έχω τις επιφυλάξεις των γερόντων (γελάει), αλλά δε θέλω να είμαι αρνητικός. Είναι βέβαιο ότι, ειδικότερα, το πεδίο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού έχει πραγματικά επαναστατικοποιηθεί.

Έχετε ασχοληθεί με θέματα της πόλης. Ένα μεγάλο έργο που δεν τέθηκε ποτέ στη δημόσια συζήτηση;

Δεν είμαι έτοιμος να απαντήσω γι’ αυτό που ρωτάτε, δηλαδή για ένα μόνο έργο. Με ενδιαφέρει, ωστόσο, αυτό που τώρα συζητιέται: η πρόταση για την ανάπλαση της ΔΕΘ.

Εμένα μου φαίνεται ότι αυτό που τώρα προωθείται, είναι λάθος, επειδή με λάθος τρόπο έχει τεθεί και ακριβώς γ’ αυτό δημιουργούνται και λάθος αντιδράσεις.

Η δική μου αντίρρηση δεν υπαγορεύεται από τη δυσκολία μου να αποδεχθώ το αποτέλεσμα του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού – υπερμεγέθη κτίρια, για να υποδεχθούν τις λειτουργίες της ΔΕΘ, των οποίων όμως η χρησιμότητα είναι πλέον εν αμφιβόλω: ποιος είναι αλήθεια τώρα ο σκοπός των Διεθνών Εκθέσεων, και μάλιστα στο κέντρο των πόλεων;

Είναι βέβαιο ότι η επιβάρυνση του αστικού τοπίου με αυτό τον ανυπόφορο όγκο μεγα-κτιρίων θα αναπαραγάγει τη σημερινή παθογένεια διαίρεσης της πόλης, με την παρεμβολή μιας έκτασης, νεκρής κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους.

Η εναντίωση στο αποτέλεσμα του Διεθνούς Διαγωνισμού, διότι πάρα πολλά από τα υφιστάμενα κτίσματα εντός της ΔΕΘ είναι αξιόλογα (κάτι που αποτελεί υπερβολή) και δεν πρέπει να κατεδαφισθούν είναι λάθος, για τον ίδιο λόγο – διότι επιτρέπει στη ΔΕΘ να παραμένει στη σημερινή της θέση, ακυρώνοντας τον αυτονόητο χαρακτήρα της περιοχής που συμβαίνει να κατέχεται από αυτήν, ως αδιαπραγμάτευτο Μητροπολιτικό χώρο.

Αλλά και την άποψη «Ολη η ΔΕΘ ένα πάρκο», τη διαπερνά ένας άγονος φορμαλισμός που προδίδει έναν αντιρρητισμό ρουτίνας.

Σκέφτομαι κάτι ακόμα, που δεν το έχω πει ποτέ και σάς το λέω εδώ σήμερα. Για κρατήσω, που λένε, την πατρότητα της ιδέας (γελάει). Λέω να ξανασκεφθούμε ότι η επικράτεια της ΔΕΘ, όπως και μεγάλου μέρους του campus του ΑΠΘ συμπίπτει με το Εβραϊκό Νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης. Η πόλη οφείλει με γενναιότητα να αναγνωρίσει αυτό το δεδομένο. Και να επιστρέψει στον εαυτό της αυτό το κεφάλαιο της ιστορίας της. Η ιδέα μου για τη δημιουργία ενός πάρκου των 46000 δέντρων δεν αποδίδει μόνο δικαιοσύνη στους 46000 πολίτες της Θεσσαλονίκης που χάθηκαν στο ολοκαύτωμα, τη συνάντηση δηλαδή της Θεσσαλονίκης με την ιστορία της, αλλά υπηρετεί και τη μεγάλη ιδέα συνάντησης της πόλης με τη φυσική της γεωγραφία.

Ένα τέτοιο έργο, για να απαντήσω σ’ αυτό που με ρωτάτε, θα είναι, εφόσον η συζήτηση έχει ανοίξει, η επικράτεια της ΔΕΘ και του campus του ΑΠΘ να ξανασχεδιασθούν μαζί με το καχεκτικό Δημοτικό Πάρκο και τα πεδία του Γ’ ΣΣ ώστε να συγκροτηθεί μια συνέχεια πρασίνου που θα επιτρέψει στο ακμαίο δάσος του Σέιχ Σου, μέσω αυτής της πράσινης λωρίδας να εκβάλει στην παραλιακή ζώνη.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-3.JPG

Κάτι σαν το Central Park της Θεσσαλονίκης;

Ναι, να γίνει κάτι τέτοιο και κάτι προφανώς διαφορετικό.

Εγώ ξαναλέω ότι αυτό είναι το «εβραϊκό νεκροταφείο». Η πόλη οφείλει αυτό να το ξανασκεφτεί. Η πρότασή μου συμπυκνώνεται σε έναν τίτλο: από τη ΔΕΘ να ξεκινήσει το πάρκο των 46.000 δένδρων. Νομίζω ότι είναι υποχρέωση της πόλης να το σκεφτεί έτσι. Να γίνει ένα μνημονικό πάρκο που δε θα διαχέει πένθος, αλλά θα είναι ένα περιπατητικό πάρκο αναψυχής, χαράς και αναστοχασμού.

lois-papadopoulos-proinos-kafes-2.JPG

Πεζόδρομοι στη Θεσσαλονίκη. Τι λέτε;

Ο πεζόδρομος της Αγίας Σοφίας σχεδιάσθηκε πολύ καλά από τους Αρχιτέκτονες Μπαμπάλου και Νουκάκη. Υλοποιήθηκε, δυστυχώς υλοποιήθηκε μόνο σε ένα μικρό τμήμα του, περίπου στο ένα τρίτο, παρά το γεγονός ότι πέτυχε και αναδείχθηκε σε ένα δημοφιλές σημείο του κέντρου της πόλης, η δημαρχία Ζέρβα εμπόδισε τη συνέχιση της υλοποίησης λόγω των αντιδράσεων της Μητρόπολης, η οποία θεώρησε ότι η υλοποίηση του πεζοδρόμου θα παρέβλαπτε τη λειτουργία του super market, στο οποίο έχει μισθώσει ένα ακίνητό της στην περιοχή. Δηλαδή η Μητρόπολη αφήρεσε από τους πολίτες της Θεσσαλονίκης ένα ζωτικό δημόσιο χώρο με σημαντικό συμβολικό φορτίο, προκειμένου να διασφαλίσει οικονομικές απολαβές.

Πώς βλέπετε την Αριστερά σήμερα;

Τι να πω τώρα (γελάει). Επειδή έχω, από χρόνια, αποσυρθεί από την ενεργό ανάμιξή μου στην κομματική ζωή, δεν το βρίσκω πρέπον να εκτοξεύω εύκολες και πρόχειρες ιδέες. Έχω χρόνια να την ψηφίσω, η τελευταία φορά ήταν με τον Αλαβάνο, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο με γοητεύει – ως ενορατικός πολιτικός ηγέτης και ως αριστερός διανοούμενος με διάθεση πολιτικού πειραματισμού. Διαθέτει μια έκκεντρη σκέψη, μια κινητήρια λόξα.

Γιατί γοητεύει κάποιους της Αριστεράς ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Πώς το εξηγείτε;

Ο Μητσοτάκης ήταν λύση απόγνωσης μετά τον Τσίπρα. Επειδή, κοντά στα άλλα, ο Τσίπρας ενθάρρυνε στοιχεία και συμπεριφορές που ήταν ξένα σε ό,τι περιέγραφε το ήθος της αριστεράς, η οποία με είχε συγκινήσει. Ο Τσίπρας ευθύνεται που αναγνωρίζεται αρκετή αλήθεια σ‘αυτό που ο Βενιζέλος ονόμασε «εκτσογλανισμό» της πολιτικής ζωής, ιδίως τη στιγμή που το διατύπωσε. Όταν αυτά αθροισθούν, στο Μητσοτάκη αναγνωρίσθηκε, τουλάχιστον, μια ευπρέπεια (γελάει).

lois-papadopoulos-selfi-artemis.jpg

Selfie με τη σύζυγό του Άρτεμη


Παντρεμένος χρόνια με την Άρτεμη Μακρίδου. Πόσα χρόνια κρατά ο γάμος;

500 (γελάει).

Υπάρχει μυστικό; Ισορροπίες, συμβιβασμοί;

Όχι, υπάρχει ενθουσιασμός. Η Αρτεμη έχει σπουδάσει αρχαιολόγος και, τώρα που πήγαμε στην Αθήνα και μάλλον μάς περισσεύει χρόνος, βρίσκουμε τον τρόπο αναπλήρωσης όσων κενών προέκυψαν από πενήντα χρόνια τρεχάλας. Πρωτίστως, λοιπόν, αρχαιολογικές εκδρομές, ακόμα και σε δύσκολα βουνά και ακροπόλεις.

Η κόρη;

Τελείωσε το Τμήμα Θεάτρου εδώ στη Θεσσαλονίκη και κινήθηκε με θεατρικά σχήματα και παραγωγές στην Αθήνα. Δούλεψε στο Εθνικό αρκετά χρόνια και τώρα στα παιδαγωγικά προγράμματα της Λυρικής στο Σταύρος Νιάρχος.

lois-papadopoulos-syzygos-kai-kori.jpg

Σύζυγος και κόρη μαζί

Εκτός από τις εκδρομές τους αρχαιολογικούς χώρους με τι χαλαρώνει σήμερα ο Λόης Παπαδόπουλος;

Στις εκδρομές ζορίζομαι, δε χαλαρώνω (γελάει). Φίλοι ναι, ταινίες πολλές και κανένας καλός πολιτικός καυγάς με τον φίλο μου τον Κωστή, που είναι ΣΥΡΙΖΑ (γελάει).

Ομάδα υπάρχει;

ΠΑΟΚ όταν έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, αλλά τώρα με τον Σαββίδη… (γελάει).

Αγαπημένο σημείο της πόλης ποιο είναι;

Η πλατεία Άθωνος μου αρέσει. Επίσης εκεί που ήταν το παλιό μας το σπίτι, πλάι στο De Facto, επί της Παύλου Μελά, όπου μεγαλώσαμε την κόρη μας και ζήσαμε κι άλλα, πολλά χρόνια. Φυσικά, ανεκτίμητη εμπειρία παραμένει η μεγάλη βόλτα από τις προβλήτες του ΟΛΘ μέχρι τα δύο Μέγαρα, πάνω στην έξοχη παράλια χειρονομία των Νικηφορίδη - Cuomo.

lois-papadopoulos-louloudi-MxjHd.JPG

Τι είναι ο Λόης Παπαδόπουλος; Αρχιτέκτονας, καθηγητής, οραματιστής σχεδιαστής, τι;

Όχι, τα τελευταία τα λέει ο Μιχάλης Τριανταφυλλίδης και εκνευρίζομαι. Εγώ θα έλεγα καθηγητής και αρχιτέκτονας.

Η ερώτηση στο τέλος για το μαγικό ραβδί: αν το είχατε τι θα αλλάζατε στη Θεσσαλονίκη που δεν αλλάζει εύκολα;

Νομίζω, και το λέω ως Θεσσαλονικιός, ότι πρέπει να καταφέρουμε να απαλλαγούμε από την αυταρέσκεια της κακομοιριάς. Από τον νατουραλισμό της ματζιριάς, που είχε κάποτε πει ο αείμνηστος Μάκης Τρικούκης, από το μιζεραμπιλισμό. Η πόλη να δείξει επιτέλους εμπιστοσύνη στη δημιουργικότητα των νέων ανθρώπων που την κατοικούν, που τώρα διοχετεύεται σε αδιέξοδη κλάψα και αυτολύπηση. Να βγει έξω με τόλμη, στα πεδία της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας, της τέχνης. Δηλαδή, να διδαχθεί από την κίνηση αισιοδοξίας της δημαρχίας του Μπουτάρη. Που μάς έδειξε ότι μια άλλη πόλη είναι εφικτή.

Loader