Μπορεί η τοξικότητα να οδηγήσει ακόμη και σε πρόωρες εκλογές;

Αντιμέτωπη με την «κατάρα» της δεύτερης κυβερνητικής θητείας βρίσκεται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη «κατάρα» από την οποία δεν γλίτωσε καμία κυβέρνηση μετά τη μεταπολίτευση. Κανείς πρωθυπουργός τα τελευταία πενήντα χρόνια δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τρίτη συνεχόμενη θητεία. Η εντύπωση που δημιουργήθηκε το βράδυ των εκλογών του 2023 με τη Νέα Δημοκρατία στο 41% και τον ΣΥΡΙΖΑ να καταρρέει, ήταν ότι ο κ. Μητσοτάκης θα έχει μία άνετη δεύτερη τετραετία και να διεκδικήσει με ισχυρές πιθανότητες και μία τρίτη. Σε αυτό συνετέλεσε και το γεγονός ότι ο εκλογικός του θρίαμβος είχε συντελεστεί μόλις τρεις μήνες από το χειρότερο σιδηροδρομικό δυστύχημα που είχε γνωρίσει η χώρα. Το γεγονός ότι αυτό δεν στοίχισε πολιτικά στο κυβερνών κόμμα, σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον, οδήγησε σε σοβαρά λάθη διαχείρισης της υπόθεσης, σε υποτίμηση της οργής η οποία υπέβοσκε στην κοινωνία, σε εφησυχασμό και σε αλαζονικές συμπεριφορές. Ώσπου ήρθαν τα πρωτοφανή σε όγκο συλλαλητήρια της 26ης Ιανουαρίου τα οποία ξύπνησαν την κυβέρνηση από τον βαθύ λήθαργο.

Η πρώτη αντίδραση ήταν αμήχανη, ανασφαλής και ενοχική. Αυτή ήταν η εικόνα που εξέπεμψε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξή του στον Alpha. Ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε με το mea culpa να κατευνάσει την κοινωνική οργή. Όταν είδε ότι η στάση αυτή δεν αποδίδει, δεν σταματά τον δημοσκοπικό κατήφορο, ο κ. Μητσοτάκης ανέκρουσε πρύμναν και με νέα συνέντευξή του την περασμένη Κυριακή στην «Καθημερινή» πέρασε στην αντεπίθεση. Υπουργοί, όπως ο Μάκης Βορίδης και ο Άδωνις Γεωργιάδης οι οποίοι είχαν αποσυρθεί από τα τηλεοπτικά παράθυρα, επανήλθαν δριμύτεροι, επιτιθέμενοι όχι μόνον κατά της αντιπολίτευσης, αλλά εμμέσως και κατά των συγγενών των θυμάτων. Κύριος στόχος τους είναι να απαξιώσουν τον αγώνα τους, ταυτίζοντάς τον με τις στενά κομματικές επιδιώξεις της αντιπολίτευσης.

Συμμετοχή στο κλίμα τοξικότητας έχει ασφαλώς και η αντιπολίτευση η οποία είδε τα συλλαλητήρια της 26ης Ιανουαρίου σαν σανίδα σωτηρίας. Τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, κυρίως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ που διαθέτουν κυβερνητικά ένσημα, διαγκωνίζονται για το ποιος μπορεί να εκφράσει καλύτερα, άρα και να οικειοποιηθεί πολιτικά, την κοινωνική οργή. Επιτίθενται με δριμύτητα στην κυβέρνηση, με βαρύτατους υπαινιγμούς, ακόμη και για το θάνατο του γιου εισαγγελικής λειτουργού τον οποίο συνδέουν με την τραγωδία των Τεμπών.

Οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών δείχνουν ότι το βαλς της τοξικότητας μεταξύ κυβέρνησης και «συστημικής» αντιπολίτευσης βλάπτει αμφότερους. Το 75% έως 80% των πολιτών πιστεύουν ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκαλύψει την υπόθεση. Μεταξύ αυτών και το 45% όσων ψήφισαν ΝΔ. Την ίδια ώρα και τα τρία κόμματα υφίστανται δημοσκοπικές απώλειες. Αντιθέτως, ωφελούνται τα θεωρούμενα «μη συστημικά» κόμματα, πρωτίστως η Πλεύση Ελευθερίας και η Φωνή Λογικής. Παρόλα αυτά, κυβέρνηση, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ φαίνονται ανήμποροι να απαγκιστρωθούν από το κλίμα τοξικότητας.

Μπροστά μας υπάρχει η 28η Φεβρουαρίου, ημέρα κατά την οποία αναμένονται νέα, ίσως και μεγαλύτερα συλλαλητήρια, με αφορμή τη δεύτερη επέτειο από το τρομακτικό δυστύχημα. Όσα θα συμβούν εκείνη τη μέρα μπορεί να καθορίσουν τις πολιτικές εξελίξεις. Εάν κυλήσουν όλα ομαλά, χωρίς παρατράγουδα οι συγκεντρώσεις αυτές μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να λειτουργήσουν εκτονωτικά, έστω προσωρινά. Πάνω από τις πλατείες έχουν συγκεντρωθεί, όμως, πολλά τοξικά νέφη που δεν αποκλείεται, με τη συνηγορία και των «γνωστών αγνώστων», να οδηγήσουν σε έκτροπα, αλά 2008.

Και όλα αυτά εξελίσσονται σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς γεωπολιτικής αστάθειας εξαιτίας των επιλογών του Ντόναλντ Τραμπ. Τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση παίζει γερά το χαρτί της πολιτικής αστάθειας. Κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι επιχειρεί «πολιτική αποσταθεροποίηση» που γεννά κινδύνους για την ίδια τη χώρα, με τον πρωθυπουργό να δηλώνει, από τη Θεσσαλονίκη «Τέρμα. Ως εδώ». Μένει να φανεί εάν το «ως εδώ» συνεπάγεται ακόμη και πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.

* Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 23.02.2025