
Η αποστασιοποίηση και η απογοήτευση από την πολιτική, η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα, όπως καταγράφεται σε όλες τις σχετικές δημοσκοπήσεις, δεν είναι ένα φαινόμενο που αφορά μόνο την κεντρική πολιτική σκηνή. Εξάλλου, δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό από την ανησυχητικά χαμηλή συμμετοχή στις πρόσφατες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, π.χ. στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών στον δήμο Θεσσαλονίκης, μόλις 33%, δηλαδή 78.669 μέλη του εκλογικού σώματος προσήλθαν στις κάλπες. Πέρα από το ό,τι μπορεί να σημαίνει για την πρόσληψη του υποβαθμισμένου ρόλου και των περιορισμένων δυνατοτήτων των ΟΤΑ από τους πολίτες, η τάση αυτή θα πρέπει να προβληματίσει σχετικά με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε ζητήματα δημόσιου ενδιαφέροντος όπως ο δημόσιος χώρος στις πόλεις.
Η σκέψη αυτή γεννήθηκε από τα πιο πρόσφατα επεισόδια στο σίριαλ της ΔΕΘ, μίας υπόθεσης πολύ κρίσιμης για το μέλλον της πόλης. Η ποιότητα του δημόσιου διαλόγου που (δεν) διεξάγεται επί του θέματος δεν τιμά καμία εμπλεκόμενη πλευρά. Ένας αυθαίρετος χορός εκατομμυρίων και σχέδια που ανακοινώνονται ή και αλλάζουν στον αέρα χωρίς ουσιαστική, διαφανή και συμμετοχική προσέγγιση προς τους βασικούς ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους πολίτες. Κάτι αντίστοιχο, στην κλίμακά του, συνέβη και με την αποξήλωση του ποδηλατόδρομου της Λεωφόρου Νίκης. Παρόμοια ήταν η αίσθηση που κυριάρχησε πριν από μερικά χρόνια με τις κλαδεύσεις των δέντρων που είχαν προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις.
Διαχρονικά και με διάφορες, μικρότερες και μεγαλύτερες αφορμές και υποθέσεις -τα παραπάνω παραδείγματα είναι ενδεικτικά- παγιώνεται η αίσθηση των πολιτών στη Θεσσαλονίκη συγκεκριμένα -αν και δεν περιορίζεται μόνο εδώ η συγκεκριμένη διαπίστωση- πως δεν έχουν λόγο στη διαμόρφωση του μέλλοντος πόλης τους. Πώς μπορεί να χτιστεί μία σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην εκάστοτε δημοτική αρχή και στους πολίτες;
Η ενίσχυση της διαφάνειας και της πληροφόρησης ως απαραίτητων προϋποθέσεων για συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι πεδία βελτίωσης για όλους τους ελληνικούς δήμους. Η εκ των προτέρων απεύθυνση μέσω πολλαπλών καναλιών επικοινωνίας στους πολίτες πρέπει να είναι υποχρέωση των ΟΤΑ. Η πρωτοβουλία του νυν δημάρχου να επισκέπτεται τις γειτονιές και να συνομιλεί με τους πολίτες είναι σίγουρα ένα θετικό μέτρο, το αποτύπωμα του οποίου θα κριθεί στη διαχείριση των ζητημάτων που τίθενται κάθε φορά. Παράλληλα, η σύνδεση της χάραξης πολιτικών και λύσεων με επιστημονικά δεδομένα μέσω και της ενίσχυσης της σχέσης του δήμου με τα πανεπιστήμια μόνο οφέλη μπορεί να έχει. Προς αυτή την κατεύθυνση στοχεύει και ο Κοινωνικός Άτλας Θεσσαλονίκης που υλοποιείται από τον Τομέα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ με την υποστήριξη του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ.
Για την ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εργαλεία, και μάλιστα θεσμοθετημένα, υπάρχουν -π.χ. και σε ρεαλιστική βάση ο Συμμετοχικός Δημοτικός Προϋπολογισμός και η Πολεοδομική Επιτροπή Γειτονιάς- όμως η πολιτική κουλτούρα και τα πρακτικά εμπόδια που ορθώνονται δημιουργούν μία αίσθηση ματαίωσης σε όσους πολίτες επιχειρούν να εμπλακούν ενεργά. Καιρός να καλλιεργηθεί το πεδίο, μια και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στην πολιτική περνάει από τις πόλεις.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 23.03.2025