
Ανακούφιση προκαλεί η αίσθηση ότι η άνοιξη μοιάζει να έχει μπει για τα καλά, περιορίζοντας τις ενεργειακές ανάγκες σιγά-σιγά. Και αυτό γιατί η Ελλάδα εξακολουθεί, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύει η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας & Υδάτων, να έχει μία από τις υψηλότερες μέσες ημερήσιες τιμές (€/MWh) της χονδρεμπορικής Αγοράς Επόμενης Ημέρας. Γιατί συμβαίνει αυτό, είναι μία μεγάλη συζήτηση που αφορά στρατηγικές πολιτικές επιλογές. Ας σταθούμε σήμερα στο κομμάτι των λογαριασμών, την πιο άμεση και χειροπιαστή επαφή των πολιτών με την αγορά ενέργειας.
Πολλή συζήτηση έγινε και κυρίως πολλές απορίες γεννήθηκαν με τα διάφορα τιμολόγια που είναι διαθέσιμα τον τελευταίο χρόνο. Τα διαφορετικά χρώματα, οι ποικίλοι όροι που τα συνοδεύουν και κυρίως η προϋπόθεση για κάθε καταναλωτή να παρακολουθεί τακτικά την εξέλιξη των τιμών, ώστε να πάρει ενημερωμένες αποφάσεις, για να επωφεληθεί από τον ανταγωνισμό, δεν ενισχύουν στην πράξη τη διαφάνεια και καταλήγουν να δυσχεραίνουν αυτό που θα αποκαλούσαμε ενεργειακό εγγραμματισμό.
Αυτό που εξακολουθεί να μην έχει αλλάξει είναι ο ίδιος ο λογαριασμός, το βασικό εργαλείο που έχουν στα χέρια τους οι ίδιοι οι καταναλωτές, για να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους και να ρυθμίσουν τη σχέση τους με ένα τόσο κομβικό αγαθό, ένα κοινό (commons), που όμως τυγχάνει πολιτικής διαχείρισης εμπορεύματος τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, βεβαίως.
Το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ σε συνεργασία με την Ένωση Καταναλωτών ΕΚΠΟΙΖΩ και το INZEB παρουσίασαν ήδη εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο μία δέσμη προτάσεων επανασχεδιασμού των λογαριασμών ρεύματος με στόχο να γίνουν όσο το δυνατόν «καθαροί» από την πληθώρα των άσχετων χρεώσεων που τους επιβαρύνουν και να ενισχυθούν με πληροφορίες που μπορούν να εξοπλίσουν τους καταναλωτές με απαραίτητα δεδομένα. Μάλιστα, σε σχετική πανευρωπαϊκή σύγκριση που διενεργήθηκε από τους ίδιους φορείς, διαπιστώθηκε πως στη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών- μελών της ΕΕ οι λογαριασμοί ενέργειας δεν χρησιμοποιούνται ως όχημα για την είσπραξη Δημοτικών Τελών, Τελών για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση κ.ά. Τι χαρακτηριστικά έχει ένας «καθαρός» λογαριασμός ενέργειας; Είναι α) απλός, β) κατανοητός, γ) φιλικός, δηλαδή ευανάγνωστος και σαφής, δ) περιεκτικός, δηλαδή περιέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται ο καταναλωτής, ε) διαφανής ως προς τις χρεώσεις, ενισχύοντας τη λογοδοσία των προμηθευτών. Οι καλοσχεδιασμένοι, διαφανείς και κατανοητοί λογαριασμοί ενέργειας αποτελούν βασικό εργαλείο για την πληροφόρηση των καταναλωτών στην ενεργειακή μετάβαση, όπως ορίζει και η Οδηγία (ΕΕ) 2019/944 για την ηλεκτρική ενέργεια που ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με τον Ν. 4986/2022.
Το πεδίο της ενέργειας αγγίζει τις βασικές πτυχές της ζωής μας, επηρεάζοντας το κόστος στέγασης, μετακίνησης, τις τιμές των αγαθών, ενώ η επιλογή του ενεργειακού μείγματος καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το πλανητικό μας αποτύπωμα. Σε αυτό το κάδρο οι καταναλωτές-πολίτες αφήνονται παρατηρητές και με ένα αίσθημα αβοήθητου. Οι λογαριασμοί μπορούν και πρέπει να είναι εργαλείο ενδυνάμωσής τους, ανοίγοντας τον δρόμο προς την ενεργειακή δημοκρατία, η εμβάθυνση της οποίας μπορεί να προχωρήσει μέσω της αυτοπαραγωγής. Αλλά αυτή είναι συζήτηση για ένα άλλο σημείωμα…
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 16.03.2025