Δυστύχημα Πολυμύλου: Γιατί άραγε υπάρχουν ακόμη μετωπικά διόδια στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους; Του Νίκου Ηλιάδη

Πίσω από τα προφανή αίτια τέτοιων σοκαριστικών δυστυχημάτων κρύβονται βαθύτερες αιτίες

Εάν δεν υπήρχε η ομίχλη και εάν ο οδηγός της νταλίκας ήταν περισσότερο προσεκτικός το δυστύχημα στα διόδια του Πολυμύλου δεν θα συνέβαινε ποτέ.

Όπως ποτέ δεν θα συνέβαινε και το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών εάν ο σταθμάρχης δεν είχε υποπέσει σε εκείνο το μοιραίο λάθος.

Όπως, επίσης, δεν θα συνέβαινε το δυστύχημα, και πάλι στα Τέμπη, τον Απρίλιο του 2003, εάν ο οδηγός της νταλίκας που μετέφερε ξυλεία δεν παραβίαζε το όριο ταχύτητας, στερώντας τη ζωή από 21 μαθητές.

Πίσω από τα προφανή αίτια τέτοιων σοκαριστικών δυστυχημάτων κρύβονται βαθύτερες αιτίες τις οποίες, για να φωτίσει κανείς, θα πρέπει να προσπεράσει τα προφανή.

Για παράδειγμα, μετά την ολοκλήρωση του διπλού αυτοκινητόδρομου στην κοιλάδα των Τεμπών δεν σημειώθηκε ποτέ ξανά δυστύχημα σαν κι εκείνο του 2003.

Όπως δεν υπήρξε μετωπική σύγκρουση τρένων όσο λειτουργούσαν κανονικά οι δύο ξεχωριστές σιδηροδρομικές γραμμές.

Αλλά ούτε και το δυστύχημα στον Πολύμυλο θα συνέβαινε εάν δεν υπήρχε ο σταθμός διοδίων, χωροθετημένος, μάλιστα, ίσως στο πιο ακατάλληλο σημείο του αυτοκινητόδρομου της Εγνατίας οδού. Ή, έστω, εάν λόγω των γνωστών σε όλους τους αρμόδιους, δυσμενών κλιματολογικών συνθηκών στην περιοχή, λαμβάνονταν επιπλέον μέτρα προειδοποίησης των οδηγών ώστε να είναι περισσότερο προσεκτικοί προσεγγίζοντας τον σταθμό διοδίων.

Η υπόθεση του Πολυμύλου επαναφέρει για άλλη μια φορά τη συζήτηση σχετικά με την τριτοκοσμική εικόνα της ύπαρξης μετωπικών διοδίων στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους. Αυτού του τύπου τα διόδια ενοχοποιούνται για μια σειρά από λόγους. Προκαλούν περιττές καθυστερήσεις στους ταξιδιώτες, αυξάνουν την κατανάλωση καυσίμου, αλλά και τους ατμοσφαιρικούς ρύπους. Και, όπως αποδείχθηκε στον Πολύμυλο, αποτελούν σοβαρή πηγή κινδύνου για την πρόκληση δυστυχημάτων.

Συνεπώς, για ποιο λόγο συνεχίζουν να υπάρχουν αυτοί οι επικίνδυνοι μετωπικοί σταθμοί διοδίων στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους;

Σε μια εποχή, μάλιστα, που πολύ εύκολα και με μεγάλη ακρίβεια, μπορεί η πολιτεία να εισπράττει το τέλος διοδίων αξιοποιώντας τις σύγχρονες τεχνολογίες, κάνοντας απλώς το αυτονόητο· υποκαθιστώντας τα συμβατικά με τα ηλεκτρονικά διόδια.

Η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα είναι μία και μοναδική: η ύπαρξη των μετωπικών διοδίων εξυπηρετεί πρωτίστως τους παραχωρησιούχους των ελληνικών αυτοκινητοδρόμων, κυρίως εκείνους που διαχειρίζονται τον ΠΑΘΕ ο οποίος έχει και τον μεγαλύτερο κυκλοφοριακό φόρτο.

Τυχόν κατάργηση των μετωπικών διοδίων και υποκατάστασή τους από τα ηλεκτρονικά, θα μείωνε τις εισπράξεις στον ΠΑΘΕ, εκτός εάν, η πολιτεία αποφάσιζε να αυξήσει περαιτέρω τη χιλιομετρική χρέωση, κάτι που συνεπάγεται όμως και πολιτικό κόστος.

Αντιθέτως, το κόστος εξαιτίας των μετωπικών διοδίων (επικινδυνότητα, ταλαιπωρία, αύξηση κατανάλωσης καυσίμου και ρύπων) είναι προφανώς υποδεέστερο και ευκολότερα διαχειρίσιμο. Γι' αυτό, άλλωστε, και όλες οι κυβερνήσεις των πολλών τελευταίων ετών σπρώχνουν ολοένα προς τα πίσω τις συνεχείς εξαγγελίες τους περί δήθεν καθιέρωσης των ηλεκτρονικών διοδίων.