Μία σύντομη απάντηση στο ερώτημα όπως διατυπώνεται στον τίτλο του άρθρου, με την οποία θα μπορούσε να κλείσει αμέσως η συζήτηση επί του εν λόγω ερωτήματος θα ήταν: “μα, εδώ τα κατάφερε, κουτσά στραβά, ο Προκόπης Παυλόπουλος, δεν θα τα καταφέρει ο Κωνσταντίνος Τασούλας;”.
Η αλήθεια είναι ότι ο ένατος ΠτΔ μετά τη μεταπολίτευση, ο οποίος αναλαμβάνει καθήκοντα σε έναν ακριβώς μήνα, ξεκινά από δυσχερέστερη αφετηρία σε σχέση με τους προκατόχους του. Κατ' αρχάς εξελέγη με τις λιγότερες ψήφους, μόλις 160 σε σύνολο 300. Η αμέσως επόμενη χειρότερη επίδοση σημειώθηκε το 1985 όταν ο Χρήστος Σαρτζετάκης εξελέγη με τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό των 180 ψήφων. Βεβαίως, η χαμηλή επίδοση του κ. Τασούλα οφείλεται και στο γεγονός ότι μετά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση δεν υπήρχε πλέον το ελάχιστο απαιτούμενο όριο εκλογής των 180 ψήφων.
Επιπλέον, ο κ. Τασούλας εξελέγη εν μέσω σφοδρών πολιτικών συγκρούσεων εξαιτίας της χαίνουσας ακόμη πληγής που έχει ανοίξει το τρομακτικό δυστύχημα των Τεμπών. Μια υπόθεση η οποία περιέλαβε και τον ίδιο στο κάδρο ως πρόεδρο της Βουλής. Μπορεί όσα του καταλόγισε η αντιπολίτευση περί απόκρυψης στοιχείων της δικογραφίας να μην ευσταθούν, όπως αποδείχθηκε, όμως, επί προεδρίας του κ. Τασούλα εξελίχθηκε η παρωδία της εξεταστικής επιτροπής για τα Τέμπη, για την οποία ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε εκ των υστέρων ότι “δεν ήταν η καλύτερη στιγμή του Κοινοβουλίου”.
Βεβαίως, η τελική κρίση για τον κ. Τασούλα, ως κορυφαίου πολιτειακού παράγοντα θα εξαχθεί με βάση τα πεπραγμένα κατά την πενταετή θητεία του στην Ηρώδου Αττικού. Το γεγονός πάντως, ότι η εκλογή του δεν έτυχε ευρείας αποδοχής, κοινοβουλευτικής αλλά και κοινωνικής, με βάση τουλάχιστον τις δημοσκοπήσεις, αποτελεί μια επιπλέον πρόκληση για τον ίδιο να αποδείξει ότι θα είναι ένας ΠτΔ πολύ ευρύτερου πολιτικού βεληνεκούς σε σχέση με το στενό πλαίσιο μιας κομματικής υποψηφιότητας, όπως, καλώς ή κακώς, έχει καταγραφεί.
Πέρα, όμως, από τα πρόσωπα, και μιας και πρόκειται το επόμενο διάστημα να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση, τα κόμματα θα πρέπει ίσως να ξαναδούν το θέμα των αρμοδιοτήτων του ΠτΔ. Η πλήρης αποδυνάμωση του θεσμού, η οποία επήλθε κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1985 οδήγησε σε ένα σούπερ ενισχυμένο πρωθυπουργικό μοντέλο διακυβέρνησης, με ελάχιστα θεσμικά αντίβαρα.
Αυτό προκαλεί αρρυθμίες στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ένας τρόπος εξισορρόπησης θα μπορούσε να είναι η ενίσχυση των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του ΠτΔ. Κάτι τέτοιο θα υποχρέωνε και τα κόμματα να αναζητούν πρόσωπα ευρύτερης αποδοχής, ικανά να ανταποκριθούν στις αυξημένες αρμοδιότητες του θεσμού.