Κυβέρνηση: «Ως εδώ» και αντεπίθεση

Η παρέμβαση του πρωθυπουργού στο συνέδριο του ΣΒΕ και γιατί η κυβέρνηση από την απολογιστική τακτική των πρώτων ημερών μετά τα συλλαλητήρια, πέρασε στην επίθεση με την «έκρηξη» του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη

Δεν ήταν συνηθισμένη η παρέμβαση που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης την Τετάρτη στο δείπνο με το οποίο έκλεισε το συνέδριο του ΣΒΕ στη Θεσσαλονίκη. Όχι τόσο γιατί δεν βλέπουμε συχνά τον πρωθυπουργό να μιλά σε υψηλούς τόνους, κάτι που έχει κάνει αρκετές φορές κατά τις πολιτικές αντιπαραθέσεις στη Βουλή, όσο για τον τόνο της φωνής στο πάνελ του συνεδρίου, ο οποίος δεν ήταν…μητσοτακικός.

Και αυτό σε πολλαπλά επίπεδα. Καταρχάς σε ό,τι αφορά την αντιπολίτευση και τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις που έρχονται: ο πρωθυπουργός, μετά το μπαράζ επιθέσεων κατά της κυβέρνησής του για το δυστύχημα των Τεμπών, σήκωσε το γάντι και προκάλεσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης «αν θέλουν να έρθουν στη Βουλή, να δοκιμάσουν να μας ρίξουν. Ακόμα αναμένω την πρόταση δυσπιστίας, η οποία έχει προαναγγελθεί. Περιμένω να πάμε στη Βουλή, να συζητήσουμε, να μιλήσουμε, να πέσουν οι μάσκες», είπε χαρακτηριστικά. Υποστήριξε ότι τα κόμματα που έχουν εργαλειοποιήσει την τραγωδία δεν ενδιαφέρονται να μάθουν την αλήθεια ή να ξεκινήσει η δίκη, αλλά να δημιουργήσουν ένα «περιβάλλον μεγάλης αναταραχής».

«Είναι μία χυδαία τοξικότητα και μία προσπάθεια να βουλιάξει η πολιτική ζωή του τόπου σε έναν βούρκο, με έναν στόχο μόνο: τελικά να υπάρχει πολιτική αποσταθεροποίηση και να πληγεί η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά», είπε σε υψηλούς τόνους και δίνοντας χαρακτήρα προσωπικής απάντησης στις κατηγορίες που εκτοξεύονται το τελευταίο διάστημα. «Τις εποχές των μνημονίων ακούγαμε ότι είμαστε ‘προδότες’ και ‘Γερμανοτσολιάδες’. Έχουμε ακούσει ότι είμαστε ‘συμμορία παιδεραστών’, ότι είμαστε ‘λαθρέμποροι’, τώρα μάς είπαν μέχρι και ‘δολοφόνους’. Θέλω να το πω ξεκάθαρα όπως το αισθάνομαι. Αρκετά πια με αυτήν την αθλιότητα, αυτά πρέπει να σταματήσουν, δεν γίνεται να πορευτούμε άλλο σε αυτό το κλίμα», σημείωσε σε πολύ υψηλούς τόνους.

Τι είχε συμβεί; Τα πολιτικά σχόλια που ακούστηκαν από τη μεριά κομμάτων της αντιπολίτευσης μετά τον θάνατο του Βασίλη Καλογήρου ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και ανέτρεψε οριστικά τους αρχικούς σχεδιασμούς που είχαν γίνει στο Μέγαρο Μαξίμου μετά τη μεγάλη επιτυχία των συλλαλητηρίων στα τέλη του Ιανουαρίου. Τότε η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είχαν επιλέξει μία πιο μετριοπαθή στάση, με παραδοχή εν μέρει κάποιων επιχειρησιακών λαθών, στάση η οποία εκφράστηκε μέσα από τη συνέντευξη που έδωσε ο πρωθυπουργός τρεις ημέρες μετά τα συλλαλητήρια στον Alpha. Όμως το κλίμα δεν άλλαξε, η κυβέρνηση συνέχισε να βρίσκεται εν μέσω πιέσεων, η ατζέντα παρέμεινε σταθερά κολλημένη στα Τέμπη, ενώ και οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ελαφριές απώλειες για τη ΝΔ, σημαντικές ενισχύσεις των μικρών αντισυστημικών κομμάτων, αλλά και μία σταθερά υψηλή σε ποσοστά εκτίμηση του κόσμου ότι στα Τέμπη υπάρχει συγκάλυψη από τη μεριά της κυβέρνησης

Επακολούθησε ένα σταδιακό «ξεδόντιασμα» της γενικής άποψης της κοινής γνώμης περί συγκάλυψης τόσο μέσω των νέων βίντεο που κυκλοφόρησαν και τα οποία έδειχναν ότι δεν υπάρχει εύφλεκτο υλικό στην εμπορική αμαξοστοιχία της τραγωδίας όσο και άλλων δημόσιων παρεμβάσεων υπουργών, όμως η τοξικότητα εξακολουθούσε να κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο, αλλά και στις συζητήσεις εντός της Βουλής. Έτσι, όταν διατυπώθηκαν και τα νέα υπονοούμενα μετά τον θάνατο του Βασίλη Καλογήρου, η κυβέρνηση πέρασε στην αντεπίθεση. Μόνη εναντίον όλων.

Οι παρεμβάσεις και η ανησυχία

Ήδη από την αρχή της εβδομάδας είχαν γίνει οι πρώτες επιθετικές βολές με τις παρεμβάσεις τόσο του Άδωνι Γεωργιάδη στην Επιτροπή της Βουλής και του Άκη Σκέρτσου με ανάρτησή του στο διαδίκτυο όσο, κυρίως, με την ομιλία του υπουργού Επικρατείας, Μάκη Βορίδη, στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά την οποία φάνηκε ότι η κυβέρνηση βαδίζει ολοταχώς στην τακτική του «φτάνει πια» και του «ως εδώ».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη μεριά του, με την παρέμβασή του στη Θεσσαλονίκη, συμβόλισε με τον πιο ηχηρό τρόπο την τελική αντεπίθεση της κυβέρνησης, που εδώ και αρκετές εβδομάδες επιχειρούσε, όπως είδαμε, να υπερασπιστεί τη θέση της και ταυτόχρονα να μη ρίξει λάδι στη φωτιά. Ωστόσο, κρίθηκε πως αυτή η ισορροπία του τρόμου μεγάλωνε τα αδιέξοδα και οδηγούσε σε αποσυσπείρωση του ακροατηρίου της, οπότε έγινε η επιλογή του να μπει «φρένο στην τοξικότητα».

Η επόμενη Κυριακή, όπου και είναι προγραμματισμένες να γίνουν οι διαδηλώσεις για τα δύο χρόνια από την τραγωδία, προκαλεί ανησυχία στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς εκτιμάται ότι συγκεκριμένα κόμματα θα προσπαθούν «να ζωντανέψουν τις πλατείες των «Αγανακτισμένων». Παρότι ο πρωθυπουργός θεωρεί πως «δεν υπάρχει σήμερα ένα κοινωνικό και οικονομικό υπόστρωμα που να προκαλεί μία τέτοια αντίδραση», αυτό δεν σημαίνει -όπως πιστεύουν αρκετοί εντός της κυβέρνησης- πως κάποιοι δεν θα επιχειρήσουν να το στήσουν εκμεταλλευόμενοι μία δίκαιη οργή της κοινωνίας για την τραγωδία.

Απέναντι σε αυτήν την προσπάθεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιτάσσει τη σταθερότητα, ειδικά σε μία εποχή γεωπολιτικών εξελίξεων με απρόβλεπτες διαστάσεις. «Έχω ένα χρέος σήμερα, πρώτη μου ευθύνη είναι να κρατήσω σταθερό το σκάφος της πατρίδας μας εν μέσω αυτών των εξαιρετικά ταραγμένων καιρών. Αυτήν τη δέσμευση ανέλαβα, θα τη φέρω εις πέρας. Οι υπόλοιποι μπορούν να λένε ό,τι θέλουν. Το Σύνταγμα προβλέπει σαφείς διαδικασίες», ήταν το μήνυμα που εξέπεμψε.

Τα βέλη του στράφηκαν τόσο προς τα λεγόμενα αντισυστημικά κόμματα, όπως η Ελληνική Λύση και η Πλεύση Ελευθερίας, «στους πιο ακραίους» -όπως είπε- «οι οποίοι εξακολουθούν να αναμασούν τις ίδιες θεωρίες συνομωσίας, που έχουν ουσιαστικά απαντηθεί και εξουδετερωθεί η μία μετά την άλλη», όσο και προς το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι κάποια από τα πολιτικά κόμματα τα οποία έχουν σπεύσει να αγκαλιάσουν αυτήν την υπόθεση ενδιαφέρονται να ξεκινήσει γρήγορα η δίκη και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Μάλλον βολεύονται πάρα πολύ από την κατάσταση να σέρνεται αυτή η διαδικασία», ήταν η αιχμή που άφησε προς κάθε κατεύθυνση.

Η προ ηµερησίας συζήτηση

Το ενδιαφέρον για την εξέλιξη της συζήτησης για τα Τέµπη µετατίθεται για την Τρίτη, 4 Μαρτίου, που θα διεξαχθεί στη Βουλή η συζήτηση επί της πρότασης για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής για τον Χρήστο Τριαντόπουλο, ενώ µία ηµέρα αργότερα, την Τετάρτη, 5 Μαρτίου, θα πραγµατοποιηθεί η προ ηµερησίας συζήτηση για τα Τέµπη, η οποία αναµένεται να αποτελέσει την κορύφωση της πολιτικής αντιπαράθεσης. Μετά το τοπίο θα είναι καθαρό και για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου και για τον ανασχηματισμό.

Όλα αυτά, ενώ δύο νέες µετρήσεις αποτυπώνουν τη δυσαρέσκεια των πολιτών τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τα περισσότερα κόµµατα της αντιπολίτευσης. Η Ν∆ παραµένει πρώτη µε διαφορά από το ΠΑΣΟΚ και καταγράφει απώλειες, χωρίς, ωστόσο, να αµφισβητείται η κυριαρχία της, καθώς σε µία από τις πιο δύσκολες συγκυρίες που έχει αντιµετωπίσει μέχρι σήµερα, η δυναµική της κινείται στο 25%.

* Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 23.02.2025

Loader