Βόλος: Ανοιχτό μουσείο-μαυσωλείο το κοιμητήριο των Ταξιαρχών - Τα μνημεία κορυφαίων καλλιτεχνών ακόμη περιμένουν να αναδειχθούν

Έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού το 1996 και παράλληλα τρέχουν οι διαδικασίες για την ένταξή του στο ASCE

- Newsroom

Ένα από τα πλέον σημαντικά και αναξιοποίητα μνημεία, ίσως και αδικημένα από τον ρόλο τους, είναι μερικά κοιμητήρια όπως και το ιστορικό πλέον Κοιμητήριο των Ταξιαρχών στον Βόλο με εξαιρετικής σημασίας μνημεία που θα πρέπει να αναδειχτούν και που μέσα από αυτά μπορεί να καταγραφεί ακόμη και μέρος της ιστορίας ενός τόπου.

Όταν το 1881 απελευθερώθηκε η Θεσσαλία, ο Βόλος δεν ήταν παρά μία ασήμαντη πολίχνη στον μυχό του Παγασητικού, αλλά με το μέλλον να προοιωνίζεται λαμπρό και γεμάτο ανάπτυξη λόγω του λιμανιού, της εγγύτητας με το πλούσιο και παραγωγικό Πήλιο, αλλά και της διεξόδου που πρόσφερε η θάλασσα για τα προϊόντα του θεσσαλικού κάμπου. Συνάμα δε η ανάπτυξη μιας αστικής σύγχρονης κοινωνίας σε έναν τόπο όπου συνέρρεαν και πολλοί ξένοι και η ίδρυση πολλών προξενείων σε συνδυασμό με την εξαιρετική οικονομική άνοδο, δημιούργησαν ανάγκες συγκρότησης και κοινωνικών δομών.

Όλα αυτά στον ραγδαία αναπτυσσόμενο Βόλο προκάλεσαν την ανάγκη δημιουργίας ενός σύγχρονου νεκροταφείου και το 1882, λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση, ιδρύθηκε το Κοιμητήριο των Ταξιαρχών μακριά από την πόλη στην περιοχή των Αμπελοκήπων.

Ο Βόλος μεγάλωνε συνεχώς και το Κοιμητήριο αν και ιδιοκτησία του δήμου, βρέθηκε παραδόξως μέσα στα διοικητικά όρια του δήμου Νέας Ιωνίας, ενώ ταυτόχρονα επεκτεινόταν συνεχώς για την κάλυψη των αναγκών, μέχρι που το 2001 αποφασίστηκε να κλείσει οριστικά και να περάσει στην ιστορία σαν ένα τμήμα της ιστορίας της πόλης.

Σήμερα το Κοιμητήριο των Ταξιαρχών «φωνάζει» για την αξία του και τα καλλιτεχνήματα που υπάρχουν, μοναδικά και με υπογραφές σπουδαίων γλυπτών που δημιούργησαν έργα πάνω σε λευκό μάρμαρο.

Το Κοιμητήριο των Ταξιαρχών έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού με ΦΕΚ του 1996 και παράλληλα τρέχουν οι διαδικασίες για την ένταξή του στο ASCE, δηλαδή στην Ευρωπαϊκή Ένωση Σημαντικών Κοιμητηρίων.

Μαζί με τον αντιδήμαρχο Βόλου Θέμη Τζούνη και τον διευθυντή Κοιμητηρίων του δήμου Γιάννη Πολυμενίδη, μία βόλτα στον κεντρικό δρόμο του Κοιμητηρίου ως τον ναό των Ταξιαρχών ήταν ένας περίπατος γεμάτος από θαυμασμό για τα σπουδαία έργα που υπάρχουν εκατέρωθεν της οδού.

Η προτομή του πολιτικού Κωνσταντίνου Καρτάλη δεσπόζει στα αριστερά και προκαλεί θαυμασμό αφού αποτελεί αποδεδειγμένα έργο του σπουδαίου γλύπτη μας Γιαννούλη Χαλεπά. Υπογραφή του δεν υπάρχει, αλλά ο Μαρίνος Καλλιγάς βρήκε το πρόπλασμα της προτομής στο εργαστήριο του Χαλεπά λίγο μετά το θάνατό του.

Λίγο πιο πάνω και απέναντι από το ναό βρίσκεται το περίφημο μνημείο της οικογένειας Νικολάου Κοντού που αναπαριστά σε μάρμαρο, μία τραπεζαρία με ένα τραπέζι και τρεις καρέκλες σε κάθε μία από τις οποίες αναγράφεται και το όνομα ενός παιδιού και η ιστορία λέει ότι τα τρία παιδιά του, ο Κωνσταντίνος η Ελένη και η Κατίνα είχαν πεθάνει με αιφνίδιο θάνατο μετά από δηλητηρίαση που υπέστησαν, όταν ένα σαμιαμίδι έπεσε στο γάλα που ήπιαν με το πρωινό τους. Ο Νικόλαος Κοντός ζήτησε τότε από τους γλύπτες αδελφούς Κοτζαμάνη από την Αθήνα να δημιουργήσουν ένα ταφικό μνημείο που να μείνει στην ιστορία και συγκινημένοι οι γλύπτες σκέφτηκαν να δημιουργήσουν ένα μνημείο που θα θύμιζε για πάντα τον τρόπο που «έφυγαν» τα τρία παιδιά, αλλά και το υψηλό κοινωνικό επίπεδο της οικογένειας.

Η αλήθεια βέβαια απέχει, διότι τα τρία παιδιά πέθαναν από φυματίωση που μάστιζε τους φτωχούς της περιοχής και για το κοινωνικό στάτους της οικογένειας έπρεπε η ιστορία να είναι διαφορετική. Η οικογένεια Κοντού ήταν μεταξύ των αρχόντων της περιοχής και δική τους ήταν η ομώνυμη έπαυλη στα Άνω Λεχώνια, γνωστή σήμερα ως το «Στοιχειωμένο Σπίτι». Πάντως το εξαιρετικό μνημείο αποτελεί μέχρι και σήμερα σημείο αναφοράς του Κοιμητηρίου.

Εξαιρετικής σημασίας είναι και το μαυσωλείο της Χατζηκυριαζή από το Πήλιο που πραγματικά εντυπωσιάζει για το μέγεθός του.

Πολύ κοντά βρίσκεται ένα ακόμη ταφικό μαυσωλείο της οικογένειας Λεύκοβιτς, όπου στην ταράτσα του μνημείου υπήρχαν μέχρι και πριν 10 χρόνια ένα τραπεζάκι μεταλλικό και δύο καρέκλες, όπου ο τελευταίος «ένοικος», όσο ήταν στη ζωή, κατά την δεκαετία του '40, πήγαινε και έπινε το καφεδάκι του εκεί λέγοντας ότι το έκανε για να συνηθίζει.

Ένα ακόμη σημαντικό μνημείο είναι και το γλυπτό της οικογένειας Δαγκλή, που αναπαριστά μία νεαρή γυμνόστηθη γυναίκα.

Η οικογένεια Καρτάλη όμως είχε ένα ακόμη ταφικό μνημείο όπου υπάρχει μία επιτύμβια στήλη με ένα εξαιρετικό γλυπτό που αποτυπώνει έναν άντρα και μία γυναίκα, με την επιγραφή «Ενθάδε κείνται Ιωάννης Γ. Καρτάλης, γεννηθείς εν Βόλω τη 5 Οκτωβρίου 1876. Αποθανών εν Κω, τη 1 Σεπτεμβρίου 1891. Μαρίκα Γ. Καρτάλη, γεννηθείσα εν Βόλω τη 14 Ιουλίου 1873, αποθανούσα εν Βόλο τω 14 Ιανουαρίου 1892».

Στον ίδιο χώρο υπάρχουν τα μνημεία δεκάδων επιφανών πολιτών του Βόλου, δήμαρχων και πολιτικών, αλλά και της προξένου της Γαλλίας στον Βόλο, Ρενέ Φίσερ όπου πάνω στο μνημείο της αναγράφεται η φράση «Η ζωή της υπήρξε υπόδειγμα εντιμότητας, αυταπάρνησης, αφοσίωσης και αγάπης, προς την οικογένειά της και τους πλησίον της».

Στην ίδια «γειτονιά» υπάρχει και το μνημείο του πρωτοοικιστή του σύγχρονου Βόλου και πρώτου δημάρχου του Νικολάου Γάτσου,όπου ο σπουδαίος γλύπτης Νικόλας υπογράφει την μαρμάρινη πλάκα.

Ο αντιδήμαρχος Βόλου Θέμης Τζούνης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τόνισε ότι «το κοιμητήριο των Ταξιαρχών αποτελεί ένα σημαντικό μνημείο και στόχος μας είναι ανοίξει προς το κοινό, ως ένας χώρος ιστορικής μνήμης και πολιτισμού. Προσδοκούμε ως Δήμος Βόλου ότι θα είναι ένα ανοιχτό μουσείο γλυπτικής, όπου θα καταγράφεται όλη η ιστορία του Βόλου. Ήδη, από το 2017, έχουμε έτοιμη προμελέτη με έγκριση από το Δημοτικό Συμβούλιο και απομένει να γίνει μία μελέτη-κατασκευή για την αδειοδότηση του έργου, αφού με την αξιοποίηση και την ανάπλαση θα αναβαθμιστεί στο σύνολό του και το αστικό τοπίο. Επιπλέον στα σχέδιά μας είναι η δημιουργία ενός υπόσκαφου αμφιθέατρου για εκδηλώσεις και η κατασκευή ενός μουσείου με κεντρικό έκθεμα μία ιππήλατη άμαξα -νεκροφόρα του 1895,που φυλάσσεται σήμερα σε χώρο του Δημοτικού Κοιμητηρίου».

Πολύτιμες είναι και οι γνώσεις του διευθυντή κοιμητηρίων του δήμου Βόλου Γιάννη Πολυμενίδη, που γνωρίζει εξαιρετικά την ιστορία του Κοιμητηρίου και που τόνισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «σε κάθε κοιμητήριο, όπως και σε αυτό των Ταξιαρχών, αν κάποιος κάνει ένα περίπατο θα αντιληφθεί ότι από μόνα τους τα μνημεία "μιλούν και διηγούνται" την ιστορία του τόπου, αλλά και βοηθούν στη συλλογική μνήμη της κάθε κοινότητας. Μην ξεχνάμε ότι η μνήμη είναι σημαντικότατη για την επιβίωση μιας κοινότητας. Το Κοιμητήριο αυτό είναι εξαιρετικής σημασίας για τον Βόλο και με την αξιοποίησή του μπορεί να γίνει ταξιδιωτικός προορισμός για μία μεγάλη ομάδα τουρισμού που στις μέρες μας επιστημονικά αναφέρεται ως "Dark Tourism" και αυτό μεταφράζεται σε σημαντικά οικονομικά οφέλη για τον τόπο».

Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ασχοληθεί με την ιστορία και τα μνημεία του Κοιμητηρίου των Ταξιαρχών και έχουν γράψει βιβλία επ' αυτού με σημαντικότερη συνεισφορά του βιβλίου της Βασιλείας Γιασιράνη-Κυρίτση, που χρειάστηκε πολυετείς προσπάθειες και έρευνες για να ολοκληρωθεί υπό τον τίτλο «Ιστορίες ζωής και θανάτου στο Νεκροταφείο του Βόλου».

Ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του Κοιμητηρίου είναι και το Βρετανικό Κοιμητήριο όπου αναπαύονται στρατιώτες της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας που έχασαν τη ζωή τους στην περιοχή.

Ιδιαίτερη αναφορά χρήζει και το Κοιμητήριο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Βόλου που βρίσκεται στον ίδιο μεν, αλλά ξεχωριστό-ιδιωτικό χώρο που αφορούσε από παλιά τους ισραηλίτες της περιοχής.

Σήμερα, στο Κοιμητήριο των Ταξιαρχών έχουν απομείνει μόνο οι οικογενειακοί τάφοι, αποκλειστικά ως μνημεία και σταδιακά απελευθερώνεται ο χώρος από τα προσωρινά που υπήρχαν.

Loader