Θεσσαλονίκη: «Βουτώντας» στην άβυσσο της σκοτεινής μνήμης του Ολοκαυτώματος

Εκδήλωση του γενικού προξενείου των ΗΠΑ για τον Δαυίδ Τιάνο

- Newsroom

«Στο Μπέργκεν-Μπέλσεν δεν είχε θαλάμους αερίων, είχε κρεματόρια, δεν έβαζαν νούμερο στο χέρι, αλλά εγώ αισθάνομαι σημαδεμένη για όλη μου τη ζωή»…

«Δεν είχε φως στο στρατόπεδο. Νόμιζες πως δεν ξημερώνει ποτέ»…

«Η μητέρα μου ήταν μια πολύ νέα γυναίκα, πολύ όμορφη, πολύ εύθραυστη. Ήταν 20 ετών και περίμενε ένα μωρό ακριβώς στα πρόθυρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Γι’ αυτό λέω ότι εισέπραξα όλους τους φόβους της»…

Με φωνή στεντόρεια -σαν να ήθελε να σιγουρευτεί πως η ιστορία της θα φτάσει ώς το τέλος της αίθουσας- η επιζήσασα του Ολοκαυτώματος Ρίνα Μπαρτζιλάι Ρεβάχ αφηγείται με γλαφυρό τρόπο τη δική της ιστορία επιβίωσης από τα στρατόπεδα της ναζιστικής μηχανής θανάτου, σε όλους όσοι έδωσαν το «παρών» στη χθεσινή εκδήλωση που διοργάνωσε το γενικό προξενείο των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη, στη μνήμη του Δαυίδ Τιάνο (David Tiano), υπαλλήλου του προξενείου από το 1920, που συνελήφθη και εκτελέστηκε από τις ναζιστικές κατοχικές δυνάμεις τον Φεβρουάριο του 1942.

Οι αναμνήσεις της, αν και λίγες καθώς ήταν πολύ μικρή όταν βρέθηκε όμηρος στο Μπέργκεν-Μπέλσεν, έχουν μείνει ανεξίτηλες στο μυαλό και την ψυχή της και τις διηγείται με κάθε ευκαιρία, ώστε να διασωθεί η μνήμη και να μην επαναληφθεί «ποτέ ξανά» μια τέτοια θηριωδία. Θυμήθηκε πως ήταν συνέχεια άρρωστη στο στρατόπεδο, όπου «η ζωή ήταν φριχτή», και η μόνη ασφάλεια που ένιωθε ήταν κάτω από τη μασχάλη του πατέρα της, την περιπέτεια της οικογένειάς της ώς την απελευθέρωση και τη χαμένη παιδική της ηλικία -«τα πρώτα μου παιχνίδια ήταν με τη λάσπη στη Θεσσαλονίκη, όταν γυρίσαμε» αφηγήθηκε. Μίλησε και για το σχολείο που «ήταν πιο φοβιστικό και από τις βόμβες» και εξομολογήθηκε πως ένας τρόπος για να επιβιώσει ήταν να γίνει πολύ καλή μαθήτρια, ενώ αναφέρθηκε με νοσταλγία στον δάσκαλό της, τον Μανώλη Ανδρόνικο, που ό,τι ξέρει το οφείλει κατά βάση σε εκείνον.

Θυμήθηκε ακόμη τον Μακεδόνα πολιτικό Νίκο Ζαρντινίδη, υπουργό στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στον οποίο ο πατέρας της είχε εμπιστευτεί κάποια μπιτόνια προτού εξαναγκαστεί να φύγει για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τού επεστράφησαν άθικτα, γεγονός που του επέτρεψε να ξεκινήσει και πάλι να δουλεύει. Με τον ίδιο σεβασμό και αγάπη μνημόνευσε και τον Στέλιο Μπουτάρη, πατέρα του εκλιπόντα πρώην δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη, ο οποίος είχε λάβει από τον δικό της πατέρα ένα πακέτο για να του το φυλάξει και το επέστρεψε με τον ίδιο σπάγκο και με την ίδια εφημερίδα τυλιγμένο. «Δεν είχε ούτε καν την περιέργεια να δει τι είχε μέσα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Μια άβυσσος φωτογραφική που διηγείται μια οικογενειακή ιστορία

Για το φωτογραφικό της πρότζεκτ Tehom -πρόκειται για μια βιβλική εβραϊκή λέξη που σημαίνει το αρχέγονο βάθος, την άβυσσο- μίλησε στη διαδικτυακή της παρέμβαση η Ρενέ Ρεβάχ. Το Tehom ακολουθεί τη διαδρομή της απώλειας των μελών της οικογένειας της Ρενέ Ρεβάχ από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς. Από τον Μάρτιο και μέχρι τον Αύγουστο του 1943 μεταφέρθηκαν από τη Θεσσαλονίκη 46.061 Εβραίοι στα στρατόπεδα, όπου, στην πλειοψηφία τους, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Μεταξύ των θυμάτων ήταν η προγιαγιά της Ρενέ Ρεβάχ, Σολ Βενέτσια, και τα παιδιά της Όλγα, Λίνα και Ισαάκ, καθώς και άλλοι συγγενείς. Μοναδικός επιζών ήταν ο παππούς της, Αλβέρτος Ρεβάχ, ο οποίος είχε διαφύγει στην Αθήνα.

Η Ρεβάχ συνέθεσε εικαστικά μια αφήγηση της επώδυνης διαδρομής της οικογένειάς της με φωτογραφίες, βίντεο και κείμενα, ακολουθώντας τα ίχνη τους, στο σκοτεινό βαγόνι του τρένου που τους μετέφερε στα στρατόπεδα, στο γκρίζο τοπίο του Μπίρκεναου, στους διαδρόμους, στις σκάλες, στους κοιτώνες του Άουσβιτς και στους τοίχους των θαλάμων αερίων. Ένα οικογενειακό κειμήλιο, μια βαλίτσα που είχε πράγματα των ανθρώπων που είχαν εκτοπιστεί στα στρατόπεδα, που της το έφερε η μητέρα της, ήταν το έναυσμα για την έκθεση κι ένα λευκό πλεκτό ύφασμα από τη βαλίτσα αυτή, είναι το νήμα της αφήγησης που διατρέχει το έργο της Ρεβάχ, η οποία το σκηνοθετεί αποδίδοντας σε αυτό διαφορετικές σημασίες. Το συναντάμε αρχικά απλωμένο μέσα στο βαγόνι που μετέφερε τους δικούς της στο Άουσβιτς, να εκπροσωπεί «το πνεύμα της οικογένειας». Έπειτα το βρίσκουμε χρωματισμένο με το κυανό αποτύπωμα του θανατηφόρου Κυκλώνα Β και πιο πέρα μπλεγμένο στα κλαδιά ενός δέντρου πάνω από τα συρματοπλέγματα του στρατοπέδου. Στο τέλος της διαδρομής της έκθεσης το βλέπουμε να απλώνεται μέσα στο νερό μιας λίμνης, να τυλίγεται στο σώμα μιας γυμνής γυναίκας και να την παρασύρει στο βυθό της.

Η έκθεσή της φιλοξενείται στο Παράρτημα του ΜΙΕΤ στη Θεσσαλονίκη (Βίλα Καπαντζή).

«Το Ολοκαύτωμα άφησε ένα τεράστιο σημάδι στη Θεσσαλονίκη», τόνισε στον σύντομο χαιρετισμό της στην εκδήλωση, που φιλοξενήθηκε στο West Hall του ACT (Τhe American College of Thessaloniki), η επιτετραμμένη της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Μαρία Όλσον, που πλαισιωνόταν από τον Αμερικανό γενικό πρόξενο στη Θεσσαλονίκη Τζέρι Ισμαήλ και την αναπληρώτρια πρόξενο Σαλίνα Ρίκο. Υπογράμμισε, δε, την ανάγκη να μην ξεχάσουμε όσα έγιναν στο Ολοκαύτωμα προκειμένου να μην επαναληφθεί μια τέτοια θηριωδία.

Στην εκδήλωση έδωσαν -μεταξύ άλλων- το «παρών» η γενική πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, Μόνικα Φρανκ, ο αντιπρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Λάζαρος Σεφιχά, ο διευθυντής της ΙΚΘ, Βίκτωρ Ναρ, ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας Εβραϊκών Κοινοτήτων, που από το 2015 κατέχει την Επώνυμη Έδρα Εβραϊκών Σπουδών στο ΑΠΘ Γιώργος Αντωνίου, ο πρόεδρος του Κολλεγίου Ανατόλια Δρ. Πάνος Βλάχος κ.ά.

Loader