Το καθυστέρησε όσο μπορούσε, αλλά ήρθε η ώρα που ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα βγάλει από το συρτάρι του το θέμα της επιλογής του επόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας και θα ζυγίζει τα υπέρ και τα κατά κάθε διαθέσιμης επιλογής, προκειμένου να καταλήξει στην συμφερότερη για τον ίδιο, τη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνηση.
Το πρώτο που αποφάσισε ο πρωθυπουργός, είναι ότι δεν θα προταθεί στην κ. Σακελλαροπούλου μια δεύτερη θητεία στην Ηρώδου Αττικού, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση, θα έκανε μια δήλωση και θα έκλεινε το θέμα.
Το επόμενο ερώτημα αφορά το προφίλ του ανθρώπου που θα προταθεί για το ύπατο αξίωμα της χώρας. Θα είναι πολιτικός, ή θα προέρχεται από τον χώρο της πολιτείας με την ευρεία έννοια του όρου (δικαστικός, ακαδημαϊκός, τραπεζίτης, καλλιτέχνης βεληνεκούς, κλπ).
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, είναι κρίσιμη και σχετίζεται με την στρατηγική που έχει ο ίδιος ο πρωθυπουργός για την χώρα, αλλά και για τον δικό του ρόλο την επόμενη πενταετία. Γνωρίζει καλύτερα από όλους ότι ένα πολιτικό πρόσωπο θα μπορούσε να τον βοηθήσει σε κάποιους τομείς (τόσο στην εικόνα του, όσο και στις σχέσεις της χώρας με το εξωτερικό), ενώ από την άλλη θα… χωνόταν στην διαμόρφωση της υψηλής πολιτικής (ιδίως αναφορικά με την διαχείριση των εθνικών μας θεμάτων) ενώ μέχρι στιγμής αυτή η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον ίδιο και τους υπουργούς που ο ίδιος μπορεί να διορίζει ή να αντικαθιστά ανά πάσαν στιγμή.
Όπως συνέβη και το παρελθόν, όποτε πρωθυπουργός της χώρας ένιωθε και ήταν πανίσχυρος, επέλεγε μη πολιτικό πρόσωπο για τη θέση του ΠτΔ (Στασινόπουλος, Τσάτσος, Σαρτζετάκης, Σακελλαροπούλου), ενώ όταν βρισκόταν σε κάποια αδυναμία και ήθελε… πολιτική βοήθεια, προωθούσε λύση από το πολιτικό σύστημα που του την προσέφερε (Καραμανλής, Στεφανόπουλος, Παπούλιας, Παυλόπουλος).
Θεωρώ, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, διανύοντας την δεύτερη τετραετία του και έχοντας στο στόχαστρό του ως πιθανή, την διεκδίκηση τρίτης ώστε να γίνει ο μακροβιότερος Έλληνας πρωθυπουργός, χρειάζεται περισσότερο μια πολιτική προσωπικότητα στη θέση του Προέδρου, η οποία θα τον βοηθά στο προεκλογικό του αφήγημα.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι το κρίσιμο δίλημμα του πρωθυπουργού. Σχεδιάζει να διεκδικήσει τρίτη θητεία στο Μαξίμου ως επικεφαλής της μεγάλης δεξιάς παράταξης απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους της άλλης πλευράς; Σε αυτήν την περίπτωση, θα τον βόλευε τα μέγιστα μια επιλογή Κώστα Καραμανλή που θα αφόπλιζε τους κινούμενους δεξιότερα της ΝΔ Βελόπουλο, Λατινοπούλου, Νατσιό, Σαμαρά κ.ά.
Στον αντίποδα βρίσκεται η ενδεχόμενη επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να επιμείνει στο μεταρρυθμιστικό- ευρωπαϊκό- κεντροδεξιό του προφίλ, συνεχίζοντας να διεμβολίζει τον μεσαίο χώρο και να αξιοποιεί στελέχη που αναδείχτηκαν στους κόλπους της Κεντροαριστεράς. Ως ιδανικότερη λύση σε αυτήν την περίπτωση προβάλλεται η επιλογή του Βαγγέλη Βενιζέλου. (Η πρόταση για Μενδώνη, δεν νομίζω να ευοδωθεί καθώς στο μεγάλο παιχνίδι, οι δεύτερες επιλογές δεν προσφέρουν οφέλη, αλλά απομειώνουν τον αντίκτυπο της κυρίαρχης επιδίωξης που θα είναι το άνοιγμα στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας).
Όπως συμβαίνει σε όλα τα πράγματα στην ζωή, κάθε απόφαση εμπεριέχει μια πρόσθεση και μια αφαίρεση. Κάτι δηλαδή σου προσφέρει και κάτι σου αφαιρεί. Ο Βενιζέλος για παράδειγμα στη θέση του ΠτΔ, δεν επρόκειτο να μην παρεμβαίνει ενεργά υπέρ των διατυπωμένων δεκαετίες τώρα κόκκινων γραμμών της εξωτερικής μας πολιτικής, ενώ πιστεύω πως δεν θα παρέμενε αδρανής και σε άλλα μείζονα θέματα που άπτονται της λειτουργίας του πολιτεύματος (πχ ανεξάρτητες αρχές- παρακολουθήσεις, δικαιοσύνη- Τέμπη κ.ά).
Αμφότερες οι επιλογές (Καραμανλής, Βενιζέλος) δείχνουν να περνούν άνετα από την Βουλή (η πρώτη με ΝΔ κι άλλη δεξιά, η δεύτερη με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) και αμφότερες εμπεριέχουν… συγκατοίκηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο τιμόνι της χώρας.
Όπως διαβάζω εγώ τα πράγματα, εκτιμώ ότι ανάμεσα σε αυτά τα δύο πρόσωπα προβληματίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά της κάθε επιλογής για τους σχεδιασμούς του την επόμενη χρονική περίοδο. Και ρισκάρω να διατυπώσω την πρόβλεψη πως βλέπω πιθανότερη την επιμονή του στην επιλογή που τον εδραιώνει στον λεγόμενο μεσαίο χώρο.
Οψόμεθα.
Και για να αλλάξω λίγο θέμα, θα πάω στον Αλέξη Κούγια που αυτή την εβδομάδα ήταν στα φώτα της δημοσιότητας, για πολύ διαφορετικό λόγο απ’ ό,τι συνήθως.
Δεν τον συμπαθώ τον Κούγια. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι τον αντιπαθώ κιόλας. Δεν μου αρέσει καθόλου το ότι αλλάζει «αφεντικά» ή «εντολείς» συχνά, πράγμα που μοιραία τον οδηγεί σε οβιδιακές μεταμορφώσεις.
Ανέκαθεν, ωστόσο, παρακολουθούσα με προσοχή τα λεγόμενά του: ορθός λόγος, επιστημοσύνη, σωστή χρήση γλώσσας, άριστη γνώση επικοινωνίας: τι λέει, πώς το λέει, πού αποσκοπεί, πώς χτίζει επιχειρήματα...
Τόσα χρόνια, λοιπόν, δε με κουράζει να τον ακούω. Όμως κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι, τον κατατάσσουμε στην κατηγορία εκείνων που κάνουν πράξη το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και που η ανάγκη τους για πλουτισμό και δημοφιλία τους οδηγεί σε υπερβολές, μεταμορφώσεις και μια στάση ζωής που ξεφεύγουν πολύ από την ηθική μου και την αντίληψή μου για το πώς πρέπει να πολιτεύονται όσοι έχουν δημόσιο λόγο. Δεν είναι όλα χρήμα ή δόξα. Είναι και ηθική, ανθρωπιά, συνέπεια...
Αν, λοιπόν, ο Κούγιας χρόνια τώρα με τα όσα αναφέρω πιο πάνω, αποτέλεσε κατά τη γνώμη μου, όχι και το καλύτερο πρότυπο και παράδειγμα, με τη στάση που τηρεί απέναντι σε ό,τι του συμβαίνει, απέναντι στην ασθένειά του δηλαδή, κάπως λειαίνει αυτή την εικόνα και δείχνει τον δρόμο. Μόνος του, όρθιος και αποφασισμένος, δίχως να κρύβεται ή να ντρέπεται για την εικόνα, στέκεται θεριό ανήμερο απέναντι στο... θεριό και αναμετράται μαζί του.
Του εύχομαι ανθρώπινα να βγει νικητής. Όπως και εύχομαι όλοι όσοι παλεύουν με τον καρκίνο ή οποιαδήποτε άλλη ασθένεια, να βρίσκουν καθημερινά το σθένος να αναμετρώνται τόσο ανοιχτά και με αποφασιστικότητα μαζί τους...
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 12.01.2025