Το ευρύ κοινό τη γνώρισε μέσα από τις τηλεοπτικές σειρές «Ταμάμ», «Κάνε γονείς να δεις καλό», «Μάνα X Ουρανού», «Μην Αρχίζεις τη Μουρμούρα», «Τα Καλύτερά μας Χρόνια», «Ο Παράδεισος των Κυριών», ενώ τώρα παίζει στο σίριαλ «Αρχελάου 5».
Στο θέατρο έχει παίξει στις παραστάσεις «Η βίλα (ο δρόμος που δεν πήραν)», «Φαίδρας Έρως», «Μεγάλες Προσδοκίες», «Ορέστεια- Χοηφόροι», «Η αρρώστια της νιότης», «Λεόντιος και Λένα», «Περιμένοντας τον Γκοντό», «GODOT2», «Η Μόμο», «O Θείασως πέζη Κάφκα».
Η ίδια έκανε το ντεμπούτο της στο Φεστιβάλ των Καννών τον Μάιο του 2023 ως πρωταγωνίστρια της ταινίας του Πάνου Κούτρα «Dodo».
Η Νατάσα Εξηνταβελόνη είναι μια πολλά υποσχόμενη ηθοποιός, που τώρα αφήνει για λίγο την Αθήνα και έρχεται στη Θεσσαλονίκη για τις ανάγκες της παράστασης «Girls & Boys», η οποία αποτελεί παραγωγή του Metropolitan: The Urban Theater. Πρόκειται για ένα έργο του Dennis Kelly που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Λητώς Τριανταφυλλίδου.
Η ηθοποιός επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη μαζί με τη σκηνοθέτη μετά την παράσταση «Η Βίλα» που παρουσιάστηκε στον ίδιο χώρο πριν τρία χρόνια. «Με αυτό το έργο ήρθαμε περισσότερες από δύο φορές εδώ. Έχουμε ζήσει την πόλη. Την έχω συνδυάσει με ωραία πράγματα και έναν αέρα ενδοσκόπησης. Όποτε έρχομαι κάτι ίσως συνδυάζεται με κάποια δουλειά και μου προκαλεί αυτή τη διεργασία. Αυτό μου αρέσει πολύ», λέει στο makthes.gr η Νατάσα Εξηνταβελώνη.
Πρεμιέρα από τη Θεσσαλονίκη
Το «Girls & Boys» είναι ένας θεατρικός μονόλογος που κάνει πρεμιέρα από τη Θεσσαλονίκη. «Το σύνηθες είναι να έρχονται παραστάσεις από κάτω προς τα επάνω. Εμείς είχαμε έναν ανορθόδοξο τρόπο που όμως μου αρέσει και μέχρι στιγμής λειτουργεί πολύ όμορφα. Οπότε θα ξεκινήσουμε από τη Θεσσαλονίκη και θα προχωρήσουμε στη συνέχεια στην Αθήνα. Οι βασικές μας πρόβες έγιναν στην Αθήνα, αλλά τώρα έχουμε τη χαρά να είμαστε εδώ, να κάνουμε τις τελευταίες δοκιμές στο θέατρο και να ανυπομονούμε για την πρεμιέρα», τονίζει η ηθοποιός. Το έργο πραγματεύεται την προέλευση της βίας στη σύγχρονη κοινωνία. Η βία είναι κάτι που υπήρχε πάντα, απλώς σήμερα τα περιστατικά γίνονται πιο εύκολα γνωστά λόγω των social media και της ταχύτητας που μεταδίδεται μια είδηση. «Νομίζω ότι όλη αυτή η πληροφορία έχει αρχίσει να λειτουργεί ισοπεδωτικά και αυτό είναι βίαιο για τον άνθρωπο. Η κοινωνία, το εξωτερικό περιβάλλον και ο τρόπος ζωής έχουν γίνει πραγματικά αφιλόξενα, οπότε το οποιοδήποτε προσωπικό πρόβλημα μπορεί να είναι το κερασάκι στην τούρτα σε σχέση με αυτά που έχουμε να διαχειριστούμε καθημερινά. Νομίζω ότι όσο και να είναι η εποχή του προσωπικού ψαξίματος, της θεραπείας και της ενδοσκόπησης, ταυτόχρονα η δυσκολία όλο και μεγαλώνει. Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να κοιτάξεις μέσα σου και άρα να πάρεις χρόνο και να μαλακώσεις».
Είναι πολλές οι μορφές της βίας για τις οποίες μπορούμε να μιλήσουμε. «Νομίζω ότι το κομμάτι της επιθετικότητας και του θυμού είναι σύμφυτα με την ανθρώπινη υπόσταση. Από εκεί και πέρα μπορούμε να μιλάμε για τον ρόλο που επιτελεί η κοινωνία, για τι είδους κοινωνίες φαντασιωνόμαστε και πού επενδύουμε. Δε νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για πιο βίαιες ή λιγότερο βίαιες εποχές. Θεωρητικά ζούμε σε μια χρονική στιγμή που τα πράγματα είναι ολοένα και καλύτερα και ξαφνικά βλέπεις διάφορες ανατροπές στον παγκόσμιο χάρτη, όπως για παράδειγμα την εκλογή του Τραμπ, οι οποίες γυρίζουν τον κόσμο πολύ πίσω. Εκεί καταλαβαίνεις ότι μπορεί και η πρόοδος που νόμιζες ότι είχε γίνει να ήταν κάπως επίπλαστη. Άρα, δε νομίζω ότι είναι γραμμική η πορεία που ακολουθούμε».
Ένα τεράστιο σχολείο
Ο μονόλογος διαρκεί ενενήντα λεπτά, άρα χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια από τους συντελεστές για να κρατηθεί το κοινό. « Και εμένα με προβληματίζει αυτό, αλλά νομίζω ότι δίνει την απάντηση το ίδιο το έργο. Είναι πάρα πολύ καλογραμμένο και πυκνό. Πρέπει να προσπαθήσω και εγώ και το κοινό για να βρεθούμε. Δεν είναι πολύ απλό. Από την άλλη έχει πάρα πολλές αρετές που θα κρατήσουν το ενδιαφέρον. Το στοιχείο της έκπληξης είναι παρόν και ταυτόχρονα η θεματική του ίδιου του έργου μας αφορά λίγο – πολύ όλους. Δεν έχω ξανακάνει έναν τέτοιου είδους μονόλογο. Θα είναι δηλαδή για εμένα ένα τεράστιο σχολείο, ένα μεγάλο μάθημα. Είναι κάτι με το οποίο θα αναμετρηθώ που δεν έχει προηγούμενο σε αυτά που έχω ζήσει. Ενώ ήμουν πολύ αγχωμένη, νιώθω ότι η σκηνοθεσία που έχει κάνει η Λητώ Τριανταφυλλίδου, αλλά και το ίδιο το έργο, μου παρέχουν μια μεγάλη ασφάλεια. Δε νιώθω μοναξιά».
Μετά από δύο συνεργασίες με τη Λητώ Τριανταφυλλίδου έχουν αναπτύξει μια φιλία. Σε σχέση με τον συγκεκριμένο μονόλογο, πέρα από το καλλιτεχνικό κομμάτι των ιδεών, της δοκιμής κ.α. η σκηνοθέτης της προσφέρει και μια εξαιρετική επικοινωνία. «Μου παρέχει μια συνεννόηση με μαλακότητα, που είναι το ζητούμενό μου όχι μόνο στην τέχνη αλλά και στις σχέσεις, στις οποίες θέλω γενικά να επενδύω. Ως άνθρωπος έχω δυσκολίες και με την ηρεμία και με τη διαχείριση του άγχους. Η Λητώ είναι ένας άνθρωπος που προσφέρει απλόχερα την ευγένεια, τη συνεργατικότητα, ακούει με έναν τρόπο που είναι πρωτόγνωρος για εμένα, οπότε δημιουργείται ένα κλίμα πραγματικά ομαδικής δουλειάς».
Τέλος, η Νατάσα Εξηνταβελώνη επιμένει στην ομαδικότητα αυτής της δουλειάς. «Ακούμε μονόλογο και θεωρούμε ότι ένας άνθρωπος αναλαμβάνει ένα μεγάλο κομμάτι της ευθύνης. Εγώ δε νιώθω καθόλου έτσι γιατί οι συντελεστές αυτής της δουλειάς έχουν δουλέψει εξίσου. Στις πρόβες ήμασταν πάντα πάρα πολλοί άνθρωποι: η Αλεξάνδρα Κατερινοπούλου έγραψε τη μουσική και ήταν εκεί σχεδόν σε όλες μας τις πρόβες. Η Τζέσικα Κουρτέση, βοηθός σκηνοθέτη, υπήρξε καταλυτική στο πώς συνομιλήσαμε. Ο Δημήτρης Πολυχρονιάδης που μας κάνει τα σκηνικά είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος ο οποίος ήρθε εδώ στη Θεσσαλονίκη και έφτιαξε ένα σύμπαν. Όταν ήρθα δηλαδή εδώ και είδα τη σκηνή έπαθα σοκ από την έμπνευση. Ο Κωνσταντίνος Παπανικολάου που μας κάνει την κίνηση πάντα ήταν εκεί, αλλά ήρθε και εδώ στη Θεσσαλονίκη. Η Δέσποινα Σπύρου που έχει φτιάξει το καταπληκτικό βίντεο της παράστασης και τις φωτογραφίες υπήρξε βασικός συντελεστής. Είναι πάντα μια ευχάριστη έκπληξη να βλέπεις ότι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πραγματικά γι αυτό που κάνουν και αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που μας έφερε μέχρι τη Θεσσαλονίκη, διότι αυτό το πράγμα έχει έναν βαθμό δυσκολίας, είναι μια μικρή μετανάστευση για εμάς. Αλλά αξίζει τον κόπο γιατί και το κομμάτι της παραγωγής είναι πάρα πολύ σημαντικό, το να μπορείς να επικοινωνείς με τους ανθρώπους και να νιώθεις ότι υπάρχει σύμπνοια».
Πρεμιέρα:
Παρασκευή 31 Ιανουαρίου
Metropolitan Urban Theatre