Το πιο εύκολο στην δουλειά των δημοσιογράφων- εκείνων που βγάζουν το ψωμί τους ως πολιτικοί αναλυτές- είναι το να είμαστε εκ των υστέρων προφήτες.
Να καταγράφουμε μια εξέλιξη και να αφήνουμε να εννοηθεί πως την ξέραμε εκ των προτέρων (τόσες πηγές έχουμε), πως την προβλέπαμε (τόσο καλοί αναλυτές είμαστε), ή ακόμη πως επηρεάσαμε για να συμβεί (τέτοια επιδραστικότητα).
Και αφού ευλογούμε τα γένια μας, αλλάζουμε πίστα και συνεχίζουμε να επιχειρηματολογούμε για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η εξέλιξη στη χώρα.
Πλάκα έχει όλο αυτό.
Αναφέρομαι φυσικά στην υπόθεση της επιλογής του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που απασχόλησε την επικαιρότητα εντόνως το προηγούμενο δεκαήμερο και που περατώθηκε με την υπόδειξη της υποψηφιότητας του Κωνσταντίνου Τασούλα.
Προσωπικά, δεν έχω καμιά αγωνία να υποστηρίξω πως… δικαιώθηκα. Δεν επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις μου, πράγμα που σημαίνει ότι δεν κατάφερα να αξιολογήσω σωστά όλα τα δεδομένα και να ανιχνεύσω εκ των προτέρων τον τρόπο σκέψης και τα κριτήρια με τα οποία ο πρωθυπουργός οδηγήθηκε στην επιλογή του.
Εγώ υποστήριξα- και συνεχίζω να πιστεύω- ότι οι πλέον επιδραστικές επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ήταν ο Κώστας Καραμανλής (θα μάζευε όλη την κοινωνική δεξιά και θα εξασφάλιζε ψήφους και από βουλευτές πέραν της ΝΔ) και ο Ευάγγελος Βενιζέλος (θα εγκαθιστούσε οριστικά τη Νέα Δημοκρατία στον μεσαίο χώρο, διευρύνοντας την επιρροή της από την πιο στενή κεντροδεξιά, ενώ θα υποχρέωνε την σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση -το ΠΑΣΟΚ- να συρθεί και να ψηφίσει μαζί με την κυβερνητική πλειοψηφία).
Αμφότερες οι επιλογές, θα ενίσχυαν την θέση της χώρας μας στη διεθνή σκακιέρα- πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό ενόψει της αβεβαιότητας που προοιωνίζεται η εποχή Τραμπ -αν και ταυτόχρονα θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε… αγκάθι στην απόλυτη κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ακραία πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα διοίκησης της χώρας μας, καθώς τόσο ο Καραμανλής όσο κι ο Βενιζέλος, δεν θα αρκούνταν σε μια τυπική- περιορισμένη άσκηση των καθηκόντων τους.
*Βέβαια, κάθε μια από τις δύο προαναφερόμενες υποψηφιότητες, εμπεριείχε και μια κάποια δέσμευση για το μέλλον. Σε ποια πλευρά δηλαδή θα αναζητήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον κυβερνητικό του εταίρο μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές, δεδομένου πως θεωρείται σχεδόν βέβαιη η πρωτοκαθεδρία της Νέας Δημοκρατίας, αλλά χωρίς να διαθέτει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Με Καραμανλή στην προεδρία, εκτός από την διεύρυνση της εκλογικής επιρροής της ΝΔ στον χώρο της λαϊκής δεξιάς, θα φάνταζε ευκολότερη η στήριξη ενός κυβερνητικού σχήματος από δυνάμεις που βρίσκονται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας.
*Αντίστοιχα η … προεδροποίηση του Βενιζέλου, εκτός από την ενίσχυση της ευρωπαϊκής θέσης της χώρας (θα εύρισκε ευκολότερα υποστήριξη από την σοσιαλιστική ομάδα του ευρωκοινοβουλίου στα εθνικά μας θέματα), θα εμπεριείχε τον σπόρο της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, καθώς θα έφερνε πιο κοντά τους ανθρώπους των δύο κομμάτων, βαθαίνοντας παράλληλα το χάσμα ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και την άλλη- την αποκαλούμενη ακραία-Δεξιά.
*Αυτά -ενδεχομένως και άλλα που αγνοώ- συνυπολόγισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιλέγοντας ένα πρόσωπο που κατά κάποιον τρόπο μπορεί να συγκεράσει τους δύο προαναφερόμενους προβεβλημένους πολιτικούς. Ο Κωνσταντίνος Τασούλας, μαζεύει όλη τη ΝΔ, ενώ επιπλέον εξασφαλίζει αποδοχή και από κάποιους ακόμη συντηρητικούς βουλευτές (Σαμαράς και άλλοι, ακόμη κι ο Στίγκας των Σπαρτιατών). Από την άλλη, δεν διαθέτει το προφίλ του «σκληρού δεξιού» που θα τον καθιστούσε αποκρουστικό- συγχωρείστε μου τη λέξη- στους πολίτες που κινούνται στις αριστερές παρυφές της ΝΔ και οι οποίοι τόσο το 2019 όσο και το 2023 ψήφισαν μαζικά Κυριάκο Μητσοτάκη.
*Να προσθέσω επίσης ότι η απόλυτη εναντίωση του ΠΑΣΟΚ στην υποψηφιότητα Τασούλα, αποκαλύπτει ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης και οι συν αυτόν, μάλλον νιώθουν απελευθερωμένοι από την απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη και επιλέξει έναν εν ενεργεία βουλευτή του κόμματός του για τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας.
*Όσο και να ήθελαν τον Βαγγέλη Βενιζέλο στην Ηρώδου Αττικού, γνώριζαν καλά ότι μια τέτοια εξέλιξη θα περιόριζε τα αντιπολιτευτικά τους επιχειρήματα, τα οποία τώρα διευρύνουν και οξύνουν. Δεν είναι τυχαίο, που οι κριτικές, δεν κατευθύνονται στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Τασούλα αλλά τα βέλη στοχεύουν τον ίδιο τον πρωθυπουργό, επιδιώκοντας να τρώσουν το κεντρώο και μεταρρυθμιστικό προφίλ που με τόση προσπάθεια έχτισε με επιτυχία από την ημέρα που δήλωσε δημοσίως την απόφασή του να μην υπερψηφίσει την υποψηφιότητα του Προκόπη Παυλόπουλου, πηγαίνοντας κόντρα στην επιλογή και του δικού του κόμματος…
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 19.01.2025