Κ. Χατζηδάκης: Στο 3,5% το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 - Ποιοι οι τέσσερις άξονες που δίνει έμφαση η κυβέρνηση
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης μίλησε στον Κύκλο Ιδεών «Η Ελλάδα Μετά VIII»
Η στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι στόχοι μετά τα συλλαλητήρια και τον ανασχηματισμό
Και τώρα τρέχουμε. Με νέα κυβέρνηση, με αρκετό ανακάτωμα των κυβερνητικών ρόλων αλλά και με σημασία στις πολιτικές, γιατί πέρα από τα πρόσωπα μεγαλύτερη σημασία έχουν οι εφαρμοζόμενες αποφάσεις, πρωτοβουλίες και δράσεις. Αυτό είναι το μότο και η στρατηγική στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς κλείνει μία δύσκολη για την κυβέρνηση περίοδος, όπου δοκιμάστηκε η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ. Ξεκινώντας από τις διαφοροποιήσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών, Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή τον περασμένο χρόνο, και φτάνοντας στον πιο δύσκολο μέχρι στιγμής κάβο της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που ήταν η υπόθεση των Τεμπών, με τα συλλαλητήρια και την πρόταση δυσπιστίας των κομμάτων της αντιπολίτευσης στη Βουλή. Τελευταίο κομμάτι στο παζλ αυτής της περιόδου αποτελεί ο ανασχηματισμός της Παρασκευής, με τον οποίον ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να κάνει ένα ρεαλιστικό restart, να στείλει το μήνυμα ότι το μήνυμα των Τεμπών ελήφθη, αλλά και να δώσει νέα δυναμική στην κυβέρνησή του για το τελικό ντεμαράζ στην ευθεία των εκλογών.
Το μήνυμα ότι… το μήνυμα ελήφθη προκύπτει από τις αλλαγές που έγιναν κυρίως στο υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών, αλλά και σε άλλα κρίσιμα για την καθημερινότητα υπουργεία, όπως το Παιδείας, το Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και το Μετανάστευσης και Ασύλου, αλλά και με την ισχυροποίηση του κεντρικού μοχλού της κυβέρνησης που είναι το Μέγαρο Μαξίμου, με τη μετακίνηση εκεί ως αντιπροέδρου της κυβέρνησης του Κωστή Χατζηδάκη. Με στόχο τον καλύτερο συντονισμό της κυβέρνησης αλλά και την πολιτικοποίηση της λειτουργίας της για τα επόμενα δύο χρόνια.
Τα λόγια του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη, υποδηλώνουν και το τι έρχεται από αύριο. «Πιο σημαντικές από τις επίσημες ανακοινώσεις είναι οι επίσημες πολιτικές των προσώπων που θα τις εφαρμόσουν. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι έχουμε δύο χρόνια, για να πείσουμε τους συμπολίτες μας ότι αξίζει να μας εμπιστευτούν, και αυτό θα το πετύχουμε. Το αποτέλεσμα έχουμε μπροστά μας δύο χρόνια για να το υλοποιήσουμε: να αυξηθούν τα εισοδήματα, να αυξηθούν οι θέσεις εργασίας, να κλείσουν όλες οι πληγές του κράτους», σημείωσε.
Συγκεκριμένοι οι στόχοι
Οι στόχοι μέχρι τις εθνικές εκλογές του 2027 είναι συγκεκριμένοι: Η συνέχιση της καλής πορείας της ελληνικής οικονομίας, έτσι ώστε τον επόμενο αλλά και τον μεθεπόμενο χρόνο να δοθούν χρήματα για την ενίσχυση μισθών και συντάξεων. Η παρουσία στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών του Κυριάκου Πιερρακάκη αλλά και η επίβλεψη του οικονομικού τομέα από τον Κωστή Χατζηδάκη αποτελούν σοβαρά χαρτιά, για να έχουμε θετικές εξελίξεις. Ο τομέας της εργασίας, επίσης, θα είναι στη πρώτη γραμμή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων τόσο για να ενισχυθούν οι καλές επιδόσεις στη μείωση της ανεργίας, αλλά και για να προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός του τομέα. Βασική προτεραιότητα παραμένει η βελτίωση της Υγείας, με τη συνέχιση των προσλήψεων αλλά και με την αναβάθμιση των υποδομών σε νοσοκομεία και κέντρα υγείας αλλά και με την παρουσία της ίδιας ομάδας στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Η ανύψωση του επιπέδου της Παιδείας περιλαμβάνονται επίσης στους βασικούς στόχους της κυβέρνησης και εδώ η νέα υπουργός Σοφία Ζαχαράκη, που έχει περάσει παλιότερα από το υπουργείο, σίγουρα θα βοηθήσει. Σημαντική προτεραιότητα, και όπου κρίνεται ότι πρέπει να γίνουν πιο γρήγορα βήματα, αποτελεί για την κυβέρνηση η βελτίωση της στεγαστικής πολιτικής και της πολιτικής για την οικογένεια και φυσικά η αναβάθμιση των υποδομών, ιδιαίτερα στους σιδηρόδρομους. Όλα αυτά θα αποτελέσουν το αφήγημα της κυβέρνησης για την επόμενη διετία, μαζί με τον αγώνα για τη βελτίωση αυτού που ο πρωθυπουργός έχει αποκαλέσει ως «βαθύ κράτος» στην Ελλάδα.
Εδώ έχει σημασία να θυμηθούμε μία από τις τελευταίες αναρτήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπου αναφέρθηκε στην προσπάθεια που θα κάνει η κυβέρνηση, για να βελτιώσει την εικόνα του κράτους και γενικά του Δημόσιου Τομέα.
«Πρόκειται για μία αναμέτρηση που δίνω εδώ και 21 χρόνια στην πολιτική μου διαδρομή. Ξέρω ότι δεν θα κερδίσω κάθε μάχη. Όμως, είμαι αποφασισμένος να κερδίσουμε τον πόλεμο. To νέο σύμβολο αυτής της μάχης πρέπει να γίνουν οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι. Με σωστές υποδομές, νέους συρμούς, αυστηρούς κανόνες ασφαλείας που θα τηρούνται ευλαβικά. Θα χρειαστεί κάποιος χρόνος μέχρι το κυβερνητικό σχέδιο, που ήδη ξεκίνησε, να ολοκληρωθεί. Σίγουρα, όμως, ο πρώτος σταθμός του θα είναι μία άρτια και ασφαλής γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη έως το 2027. Και αυτό αποτελεί προσωπική δέσμευση», είχε τονίσει χαρακτηριστικά. Λίγες μέρες αργότερα και στην τοποθέτησή του στη Βουλή επί της πρότασης δυσπιστίας προανήγγειλε και την πρόθεση της κυβέρνησης, στο πλαίσιο της συζήτησης για τη συνταγματική αναθεώρηση, για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων ως ένα βήμα για τη βελτίωση του περίφημου «βαθέως κράτους» της χώρας.
Σε επίπεδο στρατηγικής
Σε επίπεδο στρατηγικής, όπου αναμένεται να συνδράμει σημαντικά και ο νέος ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου, Κωστής Χατζηδάκης, στην κυβέρνηση αναλύουν με προσοχή τα νέα πολιτικά δεδομένα που σε σημαντικό βαθμό δημιούργησαν τα μαζικά συλλαλητήρια του τελευταίου διαστήματος. Σύμφωνα με την ανάλυση που υπάρχει στο Μέγαρο Μαξίμου το ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται πια σήμερα η ΝΔ έχει μειωθεί. Αυτή η νέα παράμετρος δημιουργήθηκε από την πολιτική πίεση που δέχτηκε η κυβέρνηση το τελευταίο διάστημα εξαιτίας της υπόθεσης των Τεμπών, μία πίεση που προκλήθηκε τόσο από τα μεγάλα συλλαλητήρια που προηγήθηκαν, αλλά και από την κοινοβουλευτική αντιπαράθεση που επακολούθησε.
Η ανάλυση ξεκινά από τη θέση ότι σήμερα έχει περιοριστεί η δεξαμενή των ψηφοφόρων που μπορεί να επιλέξουν τη ΝΔ. Πλέον το 41% που πήρε ο Κυριάκος Μητσοτάκης πριν από δύο χρόνια αποτελεί τη μοναδική δεξαμενή της ΝΔ, καθώς δύσκολα κάποιος που δεν ψήφισε το 2023 να την ψηφίσει σήμερα ή το 2027.
Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με τη διαχείριση του 41%, ένα ποσοστό που δεν είναι ενιαίο και ομοιόμορφο. Από αυτό το ποσοστό ένα μεγάλο κομμάτι, που πλησιάζει το 30%, αυτοπροσδιορίζεται ως κεντροδεξιό, ένα δεύτερο κομμάτι, που ακουμπά το 10%, θεωρείται κεντρώο και ένα περίπου 5% είναι όλα τα υπόλοιπα. Το ερώτημα πλέον αλλά και το στρατηγικό ζητούμενο για τη ΝΔ είναι το πώς θα καταφέρει να επανασυσπειρώσει σε μεγάλο βαθμό αυτό το 41%, έτσι ώστε να καταστεί και πάλι αδιαμφισβήτητα πολιτικά κυρίαρχη ενόψει του 2027.
Ένα σημαντικό ζητούμενο, επίσης, είναι και η αντιπαράθεση τόσο με το ΠΑΣΟΚ που, όπως φάνηκε και στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή, θα κινείται σε υψηλούς τόνους όσο και με τα λεγόμενα αντισυστημικά κόμματα, δηλαδή την Πλεύση Ελευθερίας και την Ελληνική Λύση. Σε αυτό το powergame αναζητείται και η κατάλληλη δοσολογία της δημόσιας κριτικής προς το ΠΑΣΟΚ, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί στην κυβέρνηση που εκτιμούν ότι η ενίσχυση του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου πιθανότατα να ξεφουσκώσει, αλλά ταυτόχρονα βοηθά τη ΝΔ, καθώς αποδυναμώνει τη δυναμική του ΠΑΣΟΚ.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 16.03.2025
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης μίλησε στον Κύκλο Ιδεών «Η Ελλάδα Μετά VIII»
«Να βελτιώσουμε όσο περισσότερο μπορούμε τα εισοδήματα των πολιτών στο πλαίσιο της δημοσιονομικής σταθερότητας» τόνισε ο Κ. Πιερρακάκης
Ο Έλληνας ΥΠΕΞ μίλησε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Στο τέλος της εν λόγω συσκέψης αναμένεται ο Πρωθυπουργός να κάνει την δική του τοποθέτηση για τις στοχεύσεις του υπουργείου Οικονομικών