Αθανάσιος Κωνσταντόπουλος στη «ΜτΚ»: Η ανάφλεξη και η δημιουργία της πυρόσφαιρας δεν μπορεί να αποδοθεί στα έλαια σιλικόνης

Συνέντευξη του καθηγητή Τμήματος Χημικών Μηχανικών

Αρχικά η ανάφλεξη και δημιουργία πυρόσφαιρας αποδόθηκε από τους δικαστικούς πραγματογνώμονες στα έλαια σιλικόνης που ψύχουν τους μετασχηματιστές των μηχανών. Στο πόρισμα θεωρήθηκε ως πιθανό αίτιο της πυρόσφαιρας, άγνωστο πτητικό εύφλεκτο υγρό, τουλάχιστον 2,5 τόνων, που φέρεται ότι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία και το οποίο δεν σχετιζόταν με τις μηχανές των τρένων ή το δηλωμένο φορτίο τους. Σαράντα μέρες μετά, σε αυτό το πεδίο, ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ ζήτησε τη συνδρομή ενός επιστήμονα εγνωσμένου κύρους, του καθηγητή του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και διευθυντή του Εργαστηρίου Τεχνολογίας Σωματιδίων και Αερολυμάτων, Θανάση Κωνσταντόπουλου.

konstantopoylos-kathigitis-efimerida.jpeg

Η «ΜτΚ» απευθύνθηκε στον κ. Κωνσταντόπουλο καταρχάς με το ερώτημα, αν η δική του συμβολή στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑM αποδόθηκε ορθά, κάτι που ο ίδιος επιβεβαίωσε. Ο κ. Κωνσταντόπουλος υποστηρίζει την επιστημονική άποψη ότι, υπό τις δεδομένες συνθήκες του δυστυχήματος, τα έλαια σιλικόνης δεν θα μπορούσαν να σχηματίσουν την πυρόσφαιρα που δημιουργήθηκε μετά τη σύγκρουση των τρένων.

Ζητήσαμε από τον καθηγητή να μας εξηγήσει το γιατί. Όπως λέει, το έλαιο σιλικόνης μέσα στον μετασχηματιστή βρίσκεται στους 90 βαθμούς Κελσίου και για να μπορέσει να αναφλεγεί χρειάζεται να υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με:

* την ανάμειξη των αντιδρώντων (εν προκειμένω ατμοί των ελαίων σιλικόνης και οξυγόνο του ατμοσφαιρικού αέρα),

* τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος στην οποία λαμβάνει χώρα η αντίδραση (μεγαλύτερη του σημείου ανάφλεξης, το οποίο για τα συγκεκριμένα έλαια δίνεται από τον κατασκευαστή τους ως θερμοκρασία μεγαλύτερη των 300 βαθμών Κελσίου) και

* τον χρόνο παραμονής στο περιβάλλον αυτό, ώστε η χημική αντίδραση να ολοκληρωθεί (σύμφωνα με τη λεγόμενη κινητική της αντίδρασης).

Δεν υπήρχαν oι προϋποθέσεις ανάφλεξης των ελαίων σιλικόνης

Στην περίπτωση του δυστυχήματος των Τεμπών, όπως αναφέρεται και στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, η ανάφλεξη δεν είναι δυνατόν να συμβεί εντός του δεδομένου χρονικού πλαισίου της δημιουργίας της πυρόσφαιρας, λόγω ανεπαρκούς χρόνου για την αντίδραση. Συγκεκριμένα, στο δυστύχημα των Τεμπών, από την ανάλυση των βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας, φαίνεται ότι εκδηλώνονται ηλεκτρικά τόξα στο ύψος των ηλεκτρικών καλωδίων που τροφοδοτούν τα τρένα, διάρκειας 0,2-0,3 δευτερολέπτων από τη στιγμή της σύγκρουσης. Μετά από αυτό δεν υπάρχει πια ηλεκτρικό ρεύμα στο σύστημα, λόγω διακοπής από το βραχυκύκλωμα. Η πυρόσφαιρα αρχίζει να εμφανίζεται σε διάστημα 0,4 δευτερολέπτων μετά τη σίγαση του τελευταίου ηλεκτρικού τόξου, στο ύψος του εδάφους και σε απόσταση από το σημείο της εκδήλωσης των ηλεκτρικών τόξων.

«Τα γεγονότα δεν συμβαίνουν ακαριαία, απαιτείται χρόνος, για να συμβεί η μετάδοση θερμότητας από το θερμό περιβάλλον στο έλαιο σιλικόνης. Η πιο ευνοϊκή περίπτωση για πιθανή ανάφλεξη είναι να δημιουργηθεί αερόλυμα λεπτών σταγονιδίων ελαίων σιλικόνης. Γιατί έχει σημασία ο σχηματισμός σταγονιδίων; Η διασπορά ενός υγρού σε σταγονίδια μεγιστοποιεί την επιφάνεια επαφής και έτσι γίνεται πιο γρήγορα η μετάδοση της θερμότητας στο προς ανάφλεξη υλικό. Η γρήγορη μετάδοση θερμότητας ανεβάζει τη θερμοκρασία του σταγονιδίου, η οποία με τη σειρά της καθορίζει (επιταχύνει) την κινητική της αντίδρασης», σημειώνει.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, ακόμα και αν υποτεθεί ότι με κάποιον τρόπο (1η υπόθεση εργασίας) δημιουργήθηκε αερόλυμα ελαίων σιλικόνης (με διάφορα πιθανά μεγέθη σταγονιδίων) και ότι υπάρχει χώρος με θερμοκρασία μεγαλύτερη των 300 βαθμών Κελσίου στην οποία εκτίθεται το αερόλυμα (2η υπόθεση εργασίας) το χρονικό διάστημα των κλασμάτων δευτερολέπτου που μεσολαβεί πριν την εμφάνιση της πυρόσφαιρας (που αποτελεί πραγματικό δεδομένο!) δεν επαρκεί για να εκδηλωθούν τα απαραίτητα στάδια που περιγράφηκαν πιο πάνω.

Επιπλέον, όπως επισημαίνει, «διαφορετικές ουσίες έχουν διαφορετικές ιδιότητες. Η τάση να δημιουργεί ατμούς μία ένωση ονομάζεται πτητικότητα. Για ουσίες που έχουν πτητικότητα, ακόμα και σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (όπως για παράδειγμα οι αρωματικοί υδρογονάνθρακες) η δημιουργία εύφλεκτων μειγμάτων με το οξυγόνο του αέρα (ανάμειξη) και η ανάφλεξή τους μπορεί να γίνει σε κλάσματα του δευτερoλέπτου και η εκλυόμενη θερμότητα μεταδίδει την αντίδραση (μέσω των ατμών που υπάρχουν στο νέφος του αερολύματος) σε μεγάλη έκταση. Το έλαιο σιλικόνης στα τρένα του δυστυχήματος, όμως, δεν έχει την απαιτούμενη πτητικότητα για να συμπεριφερθεί με αυτόν τον τρόπο».

Επίσης, καθοριστικό στοιχείο, για να αποκλειστούν τα έλαια σιλικόνης, ήταν η απουσία της χαρακτηριστικής λευκής σκόνης διοξειδίου του πυριτίου (SiO2). Εάν τα έλαια σιλικόνης είχαν δημιουργήσει τη πυρόσφαιρα, η καύση 2,4 τόνοι ελαίων σιλικόνης θα είχε αποτέλεσμα τη παραγωγή 1,94 τόνων λευκής σκόνης, ποσότητα που εμφανώς δεν υπήρχε στον τόπο του δυστυχήματος, όπως αναφέρει το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ.

Διά της εις άτοπον απαγωγής

«Πλησιάζουμε στο συμπέρασμα διά της εις άτοπον απαγωγής και κάνουμε σειρά υποθέσεων εργασίας, τις οποίες ελέγχουμε, αν μπορούν να συμβούν. Η ερώτηση δεν είναι αν τα έλαια σιλικόνης καίγονται ή αν μπορούν να αναφλεγούν γενικά. Αλλά το αν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες στο περιβάλλον του δυστυχήματος, ώστε το συγκεκριμένο έλαιο σιλικόνης να μπορεί να σχηματίσει αυτήν την πυρόσφαιρα. Και η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι καθαρά επιστημονική. Ακόμα, λοιπόν, και με ευνοϊκές υποθέσεις εργασίας η ανάφλεξη και η δημιουργία της πυρόσφαιρας δεν μπορεί να αποδοθεί στα έλαια σιλικόνης και πρέπει να αναζητηθεί αλλού.

Το ζητούμενο είναι να υπάρξει η αλήθεια, όποια και αν είναι αυτή, ώστε να μπορέσουν να ησυχάσουν οι συγγενείς που έχουν χάσει τους δικούς τους και να αναπαυθούν οι ψυχές των αδικοχαμένων συνανθρώπων μας», τονίζει ο κ. Κωνσταντόπουλος.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 13.04.2025

Loader