Γενικώς, ένας ασφαλής τρόπος για να κρίνει κανείς την προσωπικότητα και το έργο του Κώστα Σημίτη είναι να μετρήσει ποιοι και με πόση χαιρεκακία σχολίασαν τον θάνατό του. Ό,τι πιο βρώμικο και τοξικό εγκαταβιώνει στα σκοτάδια του διαδικτύου, λούμπεν Αριστεροί που παριστάνουν τους ανθρωπιστές και Δεξιοί που κάνουν καριέρα με τον σταυροκοπήματα και γονυκλισίες, δεν προσπάθησαν καν να συγκρατήσουν τα ένστικτά τους. Κρυμμένοι πίσω από τα πληκτρολόγια, χυδαιολόγησαν σε βάρος ενός ανθρώπου που μόλις είχε φύγει από τη ζωή. Και για άλλη μία φορά αναδείχθηκαν οι δύο Ελλάδες που συνυπάρχουν εδώ και δεκαετίες. Αυτές που κατέγραψε αυθεντικά το δημοψήφισμα του 2015 και αναμετρώνται με κάθε ευκαιρία. Η Ελλάδα που αναγνωρίζει την θέση της στις αξίες του δυτικού κόσμου, στον ορθολογισμό, στη νεωτερικότητα και στην ατομική ευθύνη και η Ελλάδα της συνωμοσιολογίας, του κρατισμού και των εύκολων λύσεων. Η Ελλάδα που ζητεί από τους κυβερνήτες της δωρικότητα, σχέδιο, μέθοδο και στοχοπροσήλωση και η Ελλάδα που εκστασιάζεται με λαϊκιστές, μπαλκονάτους πολιτικούς απατεώνες και απολαμβάνει να την κοροϊδεύουν κατάμουτρα.
Ο συνασπισμός εθνικολαϊκών και αντιευρωπαϊκών δυνάμεων που ήταν ισχυρός και μέσα στα κυβερνητικά κόμματα κατά την δεκαετία του ’90, δεν μπόρεσε ποτέ να χωνέψει τον Σημίτη και το υπόδειγμά του. Και ίσως πρέπει να στραφούμε προς την πολιτική μεταφυσική, ακόμη και να επικαλεσθούμε τον «θεό της Ελλάδος», για να εξηγήσουμε πώς ο Σημίτης και οι εκσυγχρονιστές επιβίωσαν πολιτικά μέσα σε ένα κόμμα όπου τους θεωρούσαν ξένα σώματα, κέρδισαν τις κρίσιμες ψηφοφορίες, το μετασχημάτισαν από προσωπολατρικό σε κόμμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, κυβέρνησαν δύο οκταετίες και εντέλει άφησαν την πιο σημαντική παρακαταθήκη στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ.
Εν πάση περιπτώσει, αυτές τις μέρες γράφτηκαν τα πάντα και τα αντίθετά τους. Καθένας έχει την άποψή του και δύσκολα θα την αλλάξει. Ο Σημίτης υπήρξε ένας άριστος ή ένας καταστροφικός πρωθυπουργός αλλά ένα είναι αναμφισβήτητο: Μόνος αυτός στο τέταρτο αιώνα που διανύουμε δεν υπονόμευσε την επόμενη ηγεσία του κόμματός του. Ο Γιώργος Παπανδρέου παράτησε το ΠΑΣΟΚ όταν αυτό πάλευε με τα κύματα της αντιμνημονιακής χυδαιότητας και ίδρυσε δικό του κόμμα. Εάν το ΚΙΔΗΣΟ ανιχνευόταν εκλογικά το 2015, όπως προφανώς επεδίωκε ο ιδρυτής του, πιθανότατα θα είχε αφήσει το ΠΑΣΟΚ κάτω από το 3% και εκτός Βουλής.
Ο Κώστας Καραμανλής όχι μόνο δεν έδωσε εξήγηση για την οικονομική πολιτική του που οδήγησε την χώρα μισό βήμα πριν την χρεοκοπία αλλά απέσχε επιδεικτικά από το «αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» στο οποίο καίρια συμμετοχή είχε η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Σα να μην έφθανε αυτό, ποτέ δεν αποδοκίμασε, έστω και με ένα νεύμα, τους «καραμανλικούς» που φιλούσαν το χέρι του Τσίπρα. Εάν ήθελε, η κοροϊδία του «Συριζοκαραμανλισμού» θα είχε τελειώσει προτού καλά καλά αρχίσει.
Ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε μεν αφού δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά αλλά δεν συμβιβάστηκε με την ιδέα ότι δεν θα κάνει κουμάντο στον ΣΥΡΙΖΑ. Και έτσι άρχισε το κουκλοθέατρο που εκτυλίσσεται εδώ και ένα χρόνο. Και ο Αντώνης Σαμαράς βγήκε στο αντάρτικο εναντίον του διαδόχου του.
Όλοι αυτοί αγνοούν ότι όταν παραιτείται ο πρωθυπουργός -και καθένας που κατέχει δημόσιο αξίωμα- παραιτείται! Δεν φεύγει μένοντας ούτε προσπαθεί να ελέγχει ό,τι άφησε πίσω του, είτε με τη σκιά του είτε με μαριονέτες. Αποκτά έναν άλλο θεσμικό ρόλο, να στηρίζει το κόμμα και τον διάδοχό του παρεμβαίνοντας διακριτικά και υποστηρικτικά όταν υπάρχει λόγος. Αυτό που έκανε ο Σημίτης και είναι statesman και δεν έκαναν όλοι οι υπόλοιποι. Που δεν είναι…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12.01.2025