Μακαριστός Αναστάσιος: Ιστορίες ζωής για τον ξεχωριστό ιεράρχη

Τα χρόνια στην Ελλάδα, ο αγώνας στην Αφρική, η ελονοσία, η πορεία στα σκοτεινά μονοπάτια της Αλβανίας και η διαδοχή του

Η Παρασκευή 18 Οκτωβρίου του 2018 ήταν μία σημαδιακή μέρα για τον αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Ηταν η μέρα που ο ιεράρχης, σύμβολο για τους αγώνες του για την Ορθοδοξία και τον άνθρωπο, τιμήθηκε με την ύψιστη διάκριση του ιδρύματος, τον «Χρυσούν Αριστοτέλη», ύστερα από πρόταση του Πρύτανη του ΑΠΘ, Καθηγητή, Περικλή Α. Μήτκα.

Σύμφωνα με το σκεπτικό της ομόφωνης απόφασης της Συγκλήτου του ΑΠΘ, μεταξύ άλλων, ο μακαριστός πλέον, Αρχιεπίσκοπος τιμήθηκε για τους αδιάλειπτους αγώνες του για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για την κοινωνική ισότητα, για την αποδοχή των πάντων χωρίς φυλετικές ή θρησκευτικές διακρίσεις, και γενικά για τη συνολική δράση και τη στάση ζωής του. Η ιστορία της ζωής του, δηλαδή, σε τρεις γραμμές κι έναν τίτλο. Όλα για τον άνθρωπο.

Δεκαοκτώ χρόνια νωρίτερα, το 2000, ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης -ύψιστη διάκριση, για έναν ιερωμένο, θαρραλέο αγωνιστή- ακριβώς γι’ αυτήν του δράση.

Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο συνέβαλε στην εκτόνωση της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας και στην προσέγγιση των δύο χωρών. Στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου, το 1999, οργάνωσε ένα ανθρωπιστικό πρόγραμμα, το οποίο βοήθησε περίπου 33.000 περίπου πρόσφυγες σε διάφορα μέρη της Αλβανίας. Οι δράσεις του αυτές τον οδήγησαν, το 2000, να είναι υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης μετά από πρόταση 33 τακτικών μελών της Ακαδημίας Αθηνών και προσωπικοτήτων της γειτονικής χώρας.

Αυτή η ανθρωπιστική του δράση ήταν η σταθερά της ζωής του. Πέρα ακόμα και από τα θρησκευτικά πιστεύω του καθενός έβαζε τις ανθρώπινες αξίες.

Το παράσημο της Ρούσιν

Η φωτογραφία από καταυλισμό προσφύγων στο Μόναχο μιλούσε από μόνη της. Η πεντάχρονη Ρουσίν, από τη Συρία, όρθια, με ένα φύλλο χαρτί στα χέρια που έγραφε: «Anastasius Dr Malisus Dana: thank you very much».

Όλα είχαν ξεκινήσει λίγα χρόνια νωρίτερα στο Κουτσόχερο Λάρισας. Η Ρουσίν, παιδί οικογένειας Κούρδων προσφύγων από τη Συρία, έφτασε στην Ελλάδα βρέφος λίγων μηνών, το 2017, με εκ γενετής σοβαρές παραμορφώσεις στα πόδια που δεν της επέτρεπαν να σταθεί. Ήταν αντιμέτωπη με την αναπηρία. Η οικογένεια μεταφέρθηκε στο Κουτσόχερο, στη Λάρισα. Εκεί, «γράφτηκε» για το βρέφος, μία ιστορία ελπίδας.

Στις 7 Ιουνίου του 2017 ο αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος βρέθηκε στη Λάρισα, προκειμένου ο δήμος να τον τιμήσει για την προσφορά του. Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα στο Κουτσόχερο ήταν ο καταυλισμός των προσφύγων. Ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, Αναστάσιος, τους επισκέπτεται και γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό από εκατοντάδες ανθρώπους, γυναικόπαιδα, οικογένειες από τις εμπόλεμες ζώνες της Συρίας.

Μία οικογένεια Κούρδων από το Κομπάνι, πληροφορήθηκε ότι θα επισκεφθεί τους πρόσφυγες ο ιεράρχης και ζήτησε να τον συναντήσει, για να πάρει την ευλογία του, ειδικά για το βρέφος που κρατούσε η μάνα στην αγκαλιά της με τις παραμορφώσεις στα πόδια του.

arxiepiskopos-anastasios1.jpg

Ο Αρχιεπίσκοπος, αφού ευλογεί τα παιδιά, βλέπει τη μητέρα με το βρέφος στην αγκαλιά. Ζητά πληροφορίες για τη Ρουσίν και αναθέτει αμέσως στον στενό του συνεργάτη, Λαρισαίο εικαστικό, Χρήστο Παπανικολάου, που βρίσκεται εκεί, να δρομολογήσει τα αναγκαία για την ιατρική φροντίδα του παιδιού. Μαζί με τον τότε δήμαρχο, Απόστολο Καλογιάννη, και τον τότε αντιδήμαρχο Κοινωνικής Πολιτικής, Δημήτρη Δεληγιάννη, που συνοδεύουν τον ιεράρχη στο Κουτσόχερο, ο κ. Παπανικολάου επικοινωνεί με τον καθηγητή Ορθοπαιδικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνο Μαλίζο. Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκατάσταση της υγείας της Ρουσίν είχε αρχίσει.

Πέντε χρόνια αργότερα εκείνο το φύλλο χαρτιού, δείγμα ευγνωμοσύνης στα χεράκια της Ρούσιν, μαρτυρά το θαύμα της ανθρώπινης παρέμβασης του Αρχιεπισκόπου που χάρισε ζωή και ελπίδα σε ένα παιδί.

Παρών και στο Πολυτεχνείο στο πλευρό των φοιτητών

Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, πάνω απ’ όλα ανθρωπιστής, γενναία, βαθιά ψυχή που δεν έμπαινε σε καλούπια, είχε δείξει από νέος ακόμα το σθένος του, όταν ήταν να υπερασπιστεί ανθρώπους. Δεν δίστασε να σταθεί και στο πλευρό των φοιτητών και των οικογενειών τους που αγωνίστηκαν ενάντια στη Χούντα των Συνταγματαρχών, στις καταλήψεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου.

Όταν έληξε η κατάληψη της Νομικής συγκεντρώνει στοιχεία για τους φοιτητές που συνελήφθησαν και συμπαραστέκεται έξω από το ΕΑΤ-ΕΣΑ στους γονείς των κρατουμένων. Τους επισκέπτεται, τους δίνει κουράγιο. Μαζί του ο παπα-Πηρουνάκης και ο διάκονος Τιμόθεος που τον είχαν βασανίσει άγρια.

Τον Νοέμβρη του ’73 βρίσκεται από την πρώτη στιγμή έξω από το Πολυτεχνείο. «Ως επίσκοπος και καθηγητής προσπαθούσα να είμαι κοντά στους φοιτητές. Καταλάβαινα τη λαχτάρα τους για περισσότερη ελευθερία και δημοκρατία», δήλωσε χρόνια αργότερα.

Κόντρα στο κλίμα που υπήρχε για τη στάση της εκκλησίας και των ιερωμένων στην περίοδο της Χούντας, κατάφερε να μπει μέσα στο Πολυτεχνείο και να μοιράσει τρόφιμα και άλλα είδη στους έγκλειστους φοιτητές.

Τον Φεβρουάριο του 1973 οι φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματά τους, εκφράζοντας την αντίθεσή τους στο δικτατορικό καθεστώς. Στις 21 Φεβρουαρίου 3.000-4.000 φοιτητές της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέλαβαν το κτίριο της σχολής, ζητώντας ανάκληση του νόμου που επέβαλε την αναγκαστική στρατολόγηση φοιτητών.

Σε αυτό το χρονικό διάστημα μέχρι τα γεγονότα τις 17η Νοέμβρη 1973, στο πλευρό των φοιτητών στεκόταν ο επίσκοπος Ανδρούσης, Αναστάσιος Γιαννουλάτος.

Μαζί με τον ιερέα Χρίστο Χριστοδούλου, τον διάκονο Τιμόθεο Λαγουδάκη και φοιτητές της Θεολογίας κατάφεραν να περάσουν από ένα μυστικό πέρασμα που είχαν διανοίξει οι φοιτητές από το νεκροτομείο στα μπλόκα της αστυνομίας και να δώσουν στους φοιτητές τρόφιμα, πρόσφορα και καρβέλια.

Ο Αναστάσιος, επίσκοπος Ανδρούσης τότε, δεν είχε μείνει μόνο σ’ αυτό. Είχε διαμαρτυρηθεί και για τις συνθήκες κράτησης των φοιτητών στην ΕΣΑ, συμπαραστεκόμενος όχι μόνο στους κρατούμενους αλλά και στους γονείς τους.

Από την Αφρική και την ελονοσία στην κατεστραμμένη Αλβανία του Χότζα

Η ζωή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου που έφυγε σε ηλικία 96 χρονών ήταν μία διαρκής πρόκληση με κυρίαρχο στοιχείο τις ιεραποστολές στις πιο δύσκολες γωνιές της γης.

Γεννήθηκε στον Πειραιά την 4η Νοεμβρίου 1929. Η μητέρα του ήταν από την Πρέβεζα, ο πατέρας του από τη Λευκάδα, ο παππούς του από την Κεφαλονιά. Μεγάλωσε στην Πρέβεζα και αργότερα στον Πειραιά.

Από νέος ήταν αρχηγός νεανικών και φοιτητικών κατασκηνώσεων και ιεραποστολικών προσπαθειών σε ακριτικές περιοχές (1954-60).

Το 1959 ίδρυσε και διηύθυνε το πρώτο ιεραποστολικό περιοδικό στην Ελλάδα με τίτλο «Πορευθέντες», το οποίο διεύθυνε μέχρι τον θάνατό του, και τρία χρόνια αργότερα το ομότιτλο «Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο», από το οποίο ξεκίνησε η ελληνόφωνη ιεραποστολική αφύπνιση κατά τον 20ό αιώνα.

Το 1964 χειροθετήθηκε Αρχιμανδρίτης και ταξίδεψε για πρώτη φορά στην αφρικανική ήπειρο. Στην Ουγκάντα, την Κένυα και την Τανζανία, ο Αναστάσιος κήρυξε τον λόγο του ευαγγελίου και ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τις δύσκολες συνθήκες ζωής των ιθαγενών.

Η εύθραυστη υγεία του επιβαρύνθηκε από τις σκληρές κλιματολογικές συνθήκες στην αφρικανική ήπειρο. Ζέστη, υγρασία, μηδαμινά επίπεδα υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων. Δεν άργησε να χτυπηθεί από την ελονοσία και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Το 1972 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ανδρούσης.

Και δεύτερο κέλευσμα ανάγκης από την Αφρική

Η ιεραποστολική του δράση στην Αφρική όμως δεν είχε τελειώσει. Επέστρεψε στα γνώριμα μονοπάτια του, αυτήν τη φορά ως Επίσκοπος Ανδρούσης, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και επέστρεψε σε γνώριμα εδάφη, στην Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής.

Στη δεκαετία 1981-1991, χειροτόνησε 62 αφρικανούς κληρικούς και χειροθέτησε 42 αναγνώστες-κατηχητές προερχομένους από 8 αφρικανικές φυλές· συγχρόνως προώθησε τις μεταφράσεις της Θείας Λειτουργίας σε 4 αφρικανικές γλώσσες. Μερίμνησε για τη σταθεροποίηση περίπου 150 ορθοδόξων ενοριών και πυρήνων και την ανέγερση δεκάδων ναών, ανήγειρε 7 ιεραποστολικούς σταθμούς, δημιούργησε κέντρα υγείας και σχολεία, για να φτάσει η γνώση ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα αφρικανικά χωριά.

Στην Αλβανία

Το 1991, επιστρέφει στην Αθήνα, για να αναλάβει την αποστολή της ζωής του. Τον Ιανουάριο ορίζεται Πατριαρχικός Έξαρχος στην Αλβανία με αποστολή την αναγέννηση της Εκκλησίας στην Αλβανία, μίας κατεστραμμένης χώρας που μόλις είχε βγει από το καθεστώς του Χότζα. Πενήντα χρόνια στο απόλυτο σκοτάδι, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, με μαζικές συλλήψεις και διωγμούς. Ναοί ερειπωμένοι ή αναστηλωμένοι για να μετατραπούν σε στάβλους, αποθήκες ή μηχανουργεία. Ο Αναστάσιος όμως δεν τρόμαξε.

Έχτισε από το μηδέν δεκάδες νέους ναούς, αναστήλωσε και αποκατέστησε δεκάδες θρησκευτικά μνημεία, από παλαιοχριστιανικές βασιλικές έως μεταβυζαντινά αρχιτεκτονικά κοσμήματα. Περπάτησε στα χωριά στα βουνά της Πίνδου και στις ιλλυρικές ακτές και εμψύχωνε τους πιστούς στα αλβανικά ή στα ελληνικά. Άνοιξε δρόμους, έφτιαξε υποδομές για τα απομονωμένα χωριά. Σε συνεργασία με φορείς στην Ελλάδα για μια δεκαετία έστελνε χιλιάδες τόνους τροφίμων και φαρμάκων, ρουχισμό, εργαλεία, μηχανήματα. Πλοία, φορτηγά και ελικόπτερα είχαν επιστρατευθεί μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 2000, για να… μεταφέρουν το περίσσευμα αγάπης και πίστης των Ελλήνων στον Αναστάσιο και στην αποστολή του.

Το 2014 ο αγώνας 22 ετών για τον Αναστάσιο δικαιώθηκε. Στην «καρδιά» της πόλης των Τιράνων, μερικές δεκάδες μέτρα από τον τεράστιο έφιππο ανδριάντα του Γεωργίου Καστριώτη, του εθνικού ήρωα Σκεντέρμπεη των Αλβανών, εγκαινιάστηκε ο νέος ορθόδοξος καθεδρικός ναός της Ανάστασης.

O διάδοχος του μακαριστού Αναστάσιου

Οι διαδικασίες για τη διαδοχή του μακαριστού αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου ξεκίνησαν αμέσως μετά την εκδημία του.

Επόπτης του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου εκλέχτηκε ο μητροπολίτης Κορυτσάς, Ιωάννης. Την απόφαση έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Αλβανίας σε έκτακτη συνεδρίαση το πρωί του περασμένου Σαββάτου.

Ο διάδοχός του, θα είναι και ο πρώτος προκαθήμενος της αλβανικής Εκκλησίας που θα εκλεγεί από την αλβανική Ιερά Σύνοδο.

Ο επικρατέστερος να τον διαδεχθεί είναι ο μητροπολίτης Κορυτσάς, Ιωάννης, ένας ιερωμένος Αλβανός στο γένος, που ήταν και ο πρώτος επίσκοπος που χειροτόνησε ο ίδιος ο Αναστάσιος το μακρινό 1998.

Από τότε και μέχρι τώρα ο Ιωάννης ήταν το δεξί χέρι του Αναστάσιου, τον συνόδευε σε επίσημες εκκλησιαστικές επισκέψεις του στο εξωτερικό και βρισκόταν πάντα στα δεξιά του σε μία εξόχως τιμητική θέση, ως ο παλαιότερος στην ιεραρχία και ως αδιαφιλονίκητος διάδοχός του.

Ποιος είναι ο μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης

Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1956 στην Αλβανία σε οικογένεια Μπεκτασήδων. Το 1944, ο πατέρας του φυλακίστηκε ως «εχθρός του κράτους».

Παρά την άγρια δίωξη οποιασδήποτε θρησκευτικότητας στην κομμουνιστική Αλβανία εκείνη την εποχή, ενδιαφερόταν έντονα για τα θρησκευτικά ζητήματα. Στις 24 Ιουνίου 1979 έλαβε κρυφά το βάπτισμα από τον ιερέα Κοσμά (μετέπειτα Επίσκοπο Απολλωνίας), με όνομα προς τιμή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Εργάστηκε σε ψυχιατρική κλινική και κινδύνευσε, πολλές φορές, να συλληφθεί.

Με την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος της Αλβανίας, εισήλθε στην Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμιού Σταυρού στο Μπρούκλιν με υποτροφία από την αλβανική κοινότητα των Ηνωμένων Πολιτείων.

Τον Φεβρουάριο του 1994 χειροτονήθηκε διάκονος, ενώ μερικούς μήνες αργότερα έλαβε τον βαθμό του πρεσβυτέρου. Είναι αλβανός ορθόδοξος ιεράρχης. Στις 20 Ιουλίου 1998 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κορυτσάς στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 02.02.2025

Loader