Ιστορίες: Οι αμφιλεγόμενες Παιδουπόλεις της Φρειδερίκης

Το 1947 είναι το έτος εγκαινίασης του θεσμού των Παιδουπόλεων από τη «φρεσκοεστεμμένη» τότε Φρειδερίκη. Η «Αγία Ειρήνη» της Θεσσαλονίκης ήταν η πρώτη από αυτές

Με τον θόρυβο των τελευταίων ημερών, γύρω από την επανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από τη βασιλική οικογένεια, επανήρθαν πράξεις των προγόνων τους, ανάμεσα σε αυτές και οι παιδουπόλεις της Φρειδερίκης. Τον Απρίλιο του 1947 η γερμανικής καταγωγής βασίλισσα έβαλε κορώνα στο κεφάλι της και μία από τις πρώτες μέριμνές της ήταν η προστασία των παιδιών που βρίσκονταν στις εμπόλεμες ζώνες του Εμφυλίου.

Όπως είναι γνωστό, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, οι κυβερνητικές δυνάμεις δεν στηρίχθηκαν αποκλειστικά στα όπλα. Παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, υιοθέτησαν πρωτόγνωρες μεθόδους, ώστε να μειωθεί η ενίσχυση του Δημοκρατικού Στρατού και να κλονιστεί το ηθικό του. Με δεδομένο ότι η μεγαλύτερη δύναμη του ΔΣΕ προερχόταν από τις ορεινές περιοχές, οι επικεφαλής του Εθνικού Στρατού έκαναν το παν, για να αποκόψουν αυτήν τη δυνατότητα: εκκένωναν τους οικισμούς, μεταφέροντας τους κατοίκους τους σε άλλες, πιο «ασφαλείς» περιοχές. Ήσαν οι λεγόμενοι «ανταρτόπληκτοι» και μία καλή ταινία, η οποία μας συστήνει την κατάσταση, είναι αυτή του Θεσσαλονικιού Τάσου Ψαρρά, το «Καραβάν σαράι», τίτλος που δόθηκε στο πρώην δημαρχείο Θεσσαλονίκης, το οποίο εξυπηρέτησε σε εκείνη τη φάση το συγκεκριμένο σκοπό.

Τα παιδιά αυτών των ανθρώπων μεταφέρθηκαν, στην πλειοψηφία τους, στις παιδουπόλεις, οι οποίες βρίσκονταν σε απομονωμένες περιοχές των πόλεων. Κάπου 700.000 ήσαν αυτοί που μεταφέρθηκαν με τον τρόπο αυτό και κάπου 140.000 από αυτούς ήταν παιδιά. Έτσι, τον Ιούλιο του 1947, με βασιλικό διάταγμα, θεσπίζεται ο «Έρανος Πρόνοιας των Βορείων Επαρχιών της Ελλάδος, υπό την Υψηλήν Προστασίαν της Α.Μ., της Βασιλίσσης. Το διάταγμα έγραφε: «Εγκρίνομεν την καθ’ άπασα την Επικράτειαν και επί εξάμηνον από της παρούσης δημοσιεύσεως, διενέργειαν Εράνου, προς βοήθειας πληθυσμών πληγέντων εκ των διαδραματιζομένων εις την Βόρειον Ελλάδα ή αλλαχού γεγονότων». Λίγα χρόνια αργότερα, το 1955, ο Έρανος μετονομάστηκε σε Βασιλική Πρόνοια, ενώ το 1970 μετεξελίχθηκε σε Εθνικό Οργανισμό Προνοίας. Η επικέντρωση στη Βόρεια Ελλάδα δεν είχε να κάνει μόνο με το θέατρο των μαχών, αλλά και με το γεγονός ότι η περιοχή είχε ενταχθεί στον ελληνικό χάρτη μόλις το 1912 και οι πρόσφυγές από τη Μικρασιατική καταστροφή είχαν εγκατασταθεί, κατά κύριο λόγο, στην έκταση της Μακεδονίας και της Θράκης. Λόγω των γεγονότων αυτών, ο πληθυσμός δεν ήταν αμιγής σε επίπεδο εθνικής ταυτότητας. Σλαβόφωνοι, τουρκόφωνοι, αλβανόφωνοι, Πόντιοι και Βλάχοι έδιναν μία καλή αφορμή για τη διαπαιδαγώγηση των τέκνων τους με τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη».


Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

Βάσει του Βασιλικού διατάγματος, στην Επιτροπή Εράνου θα συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος, ο πρωθυπουργός, μέλη της κυβέρνησης, καθώς και πρυτάνεις, ανώτατοι δικαστικοί και πρόεδροι συλλόγων. Ο βασικός πυρήνας απαρτιζόταν από 20 εξέχουσες κυρίες της μεγαλοαστικής τάξης και τον οικονομικό έλεγχο είχε η «Επιτροπή Ελέγχου των λογαριασμών».

Μία από τις δραστηριότητες της Επιτροπής ήταν η επίβλεψη στην ίδρυση των παιδουπόλεων, σκοπός των οποίων ήταν, όπως αναφέρει η Φρειδερίκη, «να σώσουν τα παιδιά των βορείων επαρχιών από την απαγωγή τους πέρα από τα σύνορα και τη διαπαιδαγώγησή τους από τους εχθρούς της πατρίδας». Ουσιαστικά, η ίδρυσή τους, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, ήταν η απάντηση στο λεγόμενο «παιδομάζωμα», όπου παιδιά μεταφέρονταν στις γειτονικές και υπό κομμουνιστικό καθεστώς χώρες. Παρά ταύτα, μία χρονολογική αναγωγή θα διαπίστωνε ότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία προηγήθηκε αυτού που ονομάστηκε «παιδομάζωμα». Επρόκειτο για μία πράξη συμβατή με το Δόγμα Τρούμαν και την οικονομική ενίσχυση του σχεδίου Μάρσαλ. Συγχρόνως, άνοιγε τις πύλες του και το απεχθές στρατόπεδο της Μακρονήσου, εξυπηρετώντας παρόμοιους σκοπούς, ενώ η καταγγελία της κυβέρνησης για απαγωγή παιδιών και μεταφοράς τους στις γειτονικές χώρες κατατέθηκε στον ΟΗΕ στις 27 Φεβρουαρίου 1948. Κατ’ αντιστοιχία, λοιπόν, η Φρειδερίκη βάφτισε τις παιδουπόλεις ως «παιδοφύλαγμα».

Οι πέντε πρώτες παιδουπόλεις λειτούργησαν, κατά σειρά, στη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα, τα Ιωάννινα, τον Βόλο και τη Λάρισα και είχαν αρχική δυναμικότητα 2.000 παιδιών. Η «Αγία Ειρήνη» της Θεσσαλονίκης εγκαινιάστηκε στις 4 Οκτωβρίου του 1947, ενώ ως το τέλος του ίδιου έτους, ο αριθμός τους είχε φτάσει στις επτά. Σταδιακά, ιδρύθηκαν 53 παιδουπόλεις, 23 από τις οποίες στην περιοχή των Αθηνών και 12 στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης.

Ο τρόπος περισυλλογής, μεταφοράς και περίθαλψης των παιδιών οριζόταν με επείγουσα, εμπιστευτική εγκύκλιο προς τους νομάρχες, τα Κέντρα Προνοίας, τα ΠΙΚΠΑ και τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Σύμφωνα με αυτήν, «ανεκοινώθη αρμοδίως ότι το Υπουργείον διαθέτει οικήματα, προσωπικόν και όλα τα μέσα, δι’ όσα παιδιά έχουν ανάγκην περιθάλψεως». Στην ίδια εγκύκλιο σημειωνόταν ότι «η Εκτελεστική Επιτροπή του Εράνου άρχισε προεργασία για την παραλαβήν 10.000 προσφυγοπαίδων, τα οποία θα μεταφερθώσιν εις τα υπό της κυβερνήσεως υποδειχθέντα οικήματα, των οποίων τη συντήρησιν και περίθαλψιν θέλει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Έρανος». Στην εγκατάσταση η εγκύκλιος πρότεινε το σύστημα της ομαδικής διαβίωσης «δια την καλύτερην κατά σφάλισαν και παρακολούθησιν των παίδων από απόψεως υγείας και μορφώσεως». Τέλος, προέτρεπε τους πολίτες, και ειδικότερα την αθηναϊκή κοινωνία « να συνδράμη το έργον της διασώσεως των απειλούμενων ελληνοπαίδων».


Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ

Οι συνθήκες διαβίωσης στις παιδουπόλεις έμοιαζαν, από πολλές απόψεις, στη ζωή στις φυλακές, αποφαίνεται η ψυχίατρος Μαντώ Δαλιάνη. Γράφει: «Υπήρχε η ίδια αυστηρή αίσθηση διάκρισης, ανάμεσα στον μέσα και στον έξω κόσμο, που συνήθως χωρίζονταν μεταξύ τους με συρματοπλέγματα ή τοίχους, φρορούμενους. Ήταν οργανωμένες σε σχεδόν στρατιωτική βάση, συχνά από πρώην αξιωματικούς, που επέβαλλαν σωματικές ποινές και υποχρέωναν τα παιδιά να φορούν ομοιόμορφες στολές. Οι επιστολές λογοκρίνονταν και το κλίμα δεν ήταν καθόλου φιλικό. Δεν υπήρχαν ρολόγια ή ημερολόγια, η μέρα ρυθμιζόταν από το κτύπημα του κουδουνιού. Τα παιδιά πήγαιναν παντού με βηματισμό, ακόμη και στις σποραδικές εξόδους τους στον έξω κόσμο, στον κινηματογράφο ή σε κάποιο πάρκο». Κάπως έτσι θεωρείται ότι υιοθετήθηκε το γνωστό, παιδικό τραγουδάκι «Τα χριστιανόπουλα θα πάνε σινεμά», το οποίο τραγουδούσαν ομαδόν.

Όσον αφορά το διδακτικό προσωπικό, η ψυχίατρος γράφει ότι «οι περισσότεροι δάσκαλοι ήσαν αδιάφοροι για τα καθήκοντά τους, μολονότι υπήρχαν κάποιες εξαιρέσεις και το κλίμα ποίκιλε από μέρος σε μέρος. Σύμφωνα με έναν πρώην μαθητή, η Βέροια ήταν σαν στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ η Ρόδος ήταν αισθητά καλύτερη, με μεγαλύτερη επαφή ανάμεσα στο σχολείο και στους ντόπιους».

Από αριστερής καταγωγής μαρτυρία, πληροφορούμαστε ότι ο φόβος των μανάδων ότι τα παιδιά θα εμποτίζονταν με το επίσημο δόγμα δεν ήταν αβάσιμος. Στα περισσότερα μέρη υποβάλλονταν δύο φορές την εβδομάδα σε «πολιτική αγωγή» και τραγουδούσαν τραγούδια που υμνούσαν τη Φρειδερίκη « τη μητέρα μας, τη γλυκιά βασίλισσα, που μας έσωσε από τους συμμορίτες».

Ένα παιδί, μεγαλωμένο σε μία τέτοια παιδούπολη, περιέγραφε στις αναμνήσεις του: « Οι γονείς και οι σύντροφοί τους ζωγραφίζονταν σαν ληστές, προδότες, δολοφόνοι. Η βασίλισσα και ο βασιλιάς ήταν οι γονείς μας, που νοιάζονταν για μας. Και οι δυο τους επισκέφθηκαν την παιδούπολη, σε πολλές περιπτώσεις μαζί με τα παιδιά τους. Άρχισα να το πιστεύω, σχεδόν κολακευόμουν που ο βασιλιάς και η βασίλισσα ήταν οι γονείς μου». Ένα άλλο παιδί, από την παιδούπολη της Λάρισας θυμάται: «Το προσωπικό τόνιζε ότι όλοι οι μαθητές θα πρέπει να είμαστε βαθιά ευγνώμονες στη βασίλισσα, για τη γεμάτη αγάπη φροντίδα τους και την οικονομική υποστήριξη που πρόσφερε στην ανατροφή και στη μόρφωσή μας».

Τέλος, ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σέρβος γράφει: «Το ημερήσιο πρόγραμμα στην παιδούπολη άρχιζε με τον τύπο της καμπάνας: εγερτήριο, προσκλητήριο, έπαρση σημαίας, πρωινή προσευχή, τακτοποίηση θαλάμων, πρωινή και απογευματινή εθνική κατήχηση, βραδινό προσκλητήριο, εσπερινή προσευχή και κατάκλιση. Δεν υπήρχε κοινωνική ή εξωσχολική δραστηριότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε καμιά παιδούπολη δεν υπήρχε βιβλιοθήκη. Τα μόνα έντυπα που κυκλοφορούσαν ήταν τα φυλλάδια της ζωής και τα βιβλιαράκια του κατηχητικού. Τα παιδιά, επίσης εκτελούσαν όλες τις εργασίες, σκούπισμα, μεταφορά τροφίμων, πλύσιμο καζανιών, καθαρισμό αποχωρητηρίων».


Κάποιες μελανές σελίδες

Σε ένα ενδιαφέρον κείμενό της, η Γιούλη Κοκκόρη γράφει για κάποια αρνητικά συμπεράσματα που προέκυψαν από τη μελέτη της: «Δυστυχώς, η τόσο λεπτή υπόθεση ‘παιδί’ χρησιμοποιήθηκε στο παιχνίδι του εντυπωσιασμού και της προπαγάνδας εκατέρωθεν, για να εξυπηρετήσει πρωτίστως πολιτικές σκοπιμότητες. Ερωτηματικό παραμένει το γεγονός αν τα παιδιά αυτά μεταφέρθηκαν εκτός Ελλάδος ή στις παιδουπόλεις, με τη συγκατάθεση των γονιών τους.

Θα πρέπει να γίνει εξ αρχής κατανοητό ότι η παρέμβαση του Εθνικού Στρατού στις εκκενούμενες περιοχές είχε σαφώς υποχρεωτικό χαρακτήρα, ενώ η μεταφορά των παιδιών, με τον τρόπο αυτόν σε τόπους «ασφαλείς και ελεγχόμενους» προεξοφλούσε κατά κάποιο τρόπο τη μελλοντική νομιμοφροσύνη των γονέων τους. Από την άλλη πλευρά, κάποιοι γονείς δέχονταν τη μεταφορά των παιδιών τους στις παιδουπόλεις, επειδή έτσι πίστευαν ότι θα γλίτωναν από τον πόλεμο και την πείνα ή επειδή νόμιζαν ότι η μετακίνηση αυτή ήταν κάτι προσωρινό ή επειδή νόμιζαν ότι έτσι θα τους εξασφάλιζαν ένα καλύτερο μέλλον.

Σε κάθε περίπτωση, η απομάκρυνση των παιδιών από την οικογενειακή τους εστία και ιδιαίτερα ο αποχωρισμός από τη μητέρα, αποτελεί πάντα ένα τραυματικό γεγονός, το οποίο αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια του στις ευαίσθητες ψυχές τους. Καμία προνοιακή δομή, όσο πλήρης και αν είναι, δεν στέκεται ικανή να την υποκαταστήσει.

Στην ιστορία των παιδουπόλεων υπάρχει και άλλη μία μελανή σελίδα, η οποία δεν έχει φωτιστεί πλήρως από την ιστορική έρευνα. Πολλά από τα παιδιά αυτά (με γονείς φυλακισμένους ή εξόριστους) έπεσαν θύματα παράνομων κυκλωμάτων υιοθεσίας, που διοχέτευσαν παιδιά των ιδρυμάτων αυτών στο εξωτερικό (κυρίως στις ΗΠΑ). Το δημοσίευμα των «New York Times» , τον Απρίλιο του 1996, σημειώνει ότι μόνο το 1950 υιοθετήθηκαν από οικογένειες της περιοχής της Νέας Υόρκης 2.000 ελληνόπουλα, χωρίς τη συγκατάθεση των οικογενειών τους, έναντι σοβαρού αντιτίμου (3.000 έως 10.000 δολάρια). Εγκέφαλος της υπόθεσης και της σπείρας αγοραπωλησίας ήταν ο ελληνοαμερικανός ειρηνοδίκης, Στέφεν Σκόπας, που είχε διασυνδέσεις με την αμερικανική ομογένεια, αλλά και στην Ελλάδα με δικαστικές και πολιτικές υπηρεσίες, ληξιαρχεία, συμβολαιογραφεία και κυρίως με αξιωματούχους των βασιλικών ιδρυμάτων».


Ημερολόγιο καταστρώματος

1947

Απρίλιος

Στέψη της Φρειδερίκης ως Βασίλισσας

Ιούλιος, 10

Θεσπίζεται ο Έρανος Προνοίας Βόρειων Επαρχιών της Ελλάδος

Ίδρυση της παιδούπολης «Αγία Ειρήνη» στη Θεσσαλονίκη

Οκτώβριος, 4

Εγκαινιάζεται η παιδούπολη «Άγιος Γεώργιος» Καβάλας

1948

Ιδρύεται η Συντονιστική Επιτροπή Περιθάλψεως Απειλουμένων Παίδων

Μάρτιος

Εγκύκλιος προς τους αρμόδιους φορείς για περισυλλογή παιδιών που έχουν ανάγκη περιθάλψεως

1949

Ο υπουργός Προνοίας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, εισηγείται τη διάλυση των παιδουπόλεων. Η Φρειδερίκη διαφωνεί

1950

Διάλυση των παιδουπόλεων.

Οικονομικός απολογισμός σημειώνει δαπάνη 117. 004. 193.006 δραχμών

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 29.12.2024

Loader