- Newsroom
Με αφορμή τη σημερινή Πανελλήνια Ημέρα Κατά του Σχολικού Εκφοβισμού, το ΑΠΕ-ΜΠΕ μίλησε με τη Μαρία Βλασοπούλου, ψυχολόγο-ψυχοθεραπεύτρια της επιστημονικής ομάδας της Γραμμής 115 25 και του Συμβουλευτικού Κέντρου του Μαζί για το Παιδί.
«Η πρόληψη και η έγκαιρη ανίχνευση σε συνδυασμό με την ανοιχτή επικοινωνία με το παιδί, τους εκπαιδευτικούς και τη σχολική κοινότητα αποτελούν δυνητικά προστατευτικούς παράγοντες περιστατικών σχολικού εκφοβισμού», επισημαίνει η κ. Βλασοπούλου.
Ειδικότερα, οι γονείς πρέπει να ενθαρρύνουν τα παιδιά να εκφράζουν τον θυμό, τη λύπη και άλλα δυσάρεστα συναισθήματα, όχι μόνο τα εύκολα και ευχάριστα, όπως τη χαρά, τονίζει η κ. Βλασοπούλου. Αυτό ισχύει και για τους «θύτες» και για τα «θύματα» και οι δυο χρειάζονται υποστήριξη. Αν τα αρνητικά συναισθήματα παραμένουν χωρίς να ειπωθούν, γιγαντώνονται και εκφράζονται σε λάθος κατευθύνσεις, γεγονός που το συναντάμε συχνά και στους ενήλικες, σχολιάζει η κ. Βλασοπούλου.
Με «ενεργητική ακρόαση δηλώνουμε τη διαθεσιμότητά μας, ότι είμαστε εκεί για να ακούσουμε και να βοηθήσουμε τα παιδιά και τους εφήβους να μιλούν για τα επώδυνα συναισθήματα τους», εξηγεί. Ταυτόχρονα ενημερώνουμε για τα όρια και τις συμπεριφορές που επιτρέπονται και είμαστε διαθέσιμοι να απαντήσουμε κάθε απορία.
Η λέξη-κλειδί εδώ είναι η «κατανόηση», να αισθάνονται τα παιδιά ότι ο γονιός καταλαβαίνει αυτό που τους συμβαίνει και τότε το συναίσθημα «μαλακώνει», εκφράζεται με λόγια, μπορεί κανείς να το επεξεργαστεί ευκολότερα, εξηγεί η κ. Βλασοπούλου. Επιπλέον έτσι καλλιεργείται η ενσυναίσθηση, οπότε ένα παιδί κατανοεί ευκολότερα σε τι κατάσταση βρίσκεται ένας συνομήλικός του.
Μια χρήσιμη πρακτική είναι οι γονείς να «καθρεφτίζουν το δικό τους συναίσθημα», να μη φοβούνται να κάνουν μια αποκάλυψη, ότι κι εκείνοι ως έφηβοι ένιωθαν πχ θυμό, απόρριψη, κλπ, έχουν βιώσει κάτι αντίστοιχο. Επίσης, να θυμούνται ότι και για τους ενήλικες τα δυσάρεστα συναισθήματα παραμένουν δύσκολα, οπότε «αυτό να το μοιραζόμαστε με τα παιδιά και να μη βιαζόμαστε να τα ανακουφίσουμε με εναλλακτικές», αναφέρει η κ. Βλασοπούλου. Το τελευταίο δεν ενδείκνυται γιατί δε βοηθάει το παιδί να διαχειριστεί τα δυσάρεστα συναισθήματα, που είναι το ζητούμενο. Με τη στάση μας να δηλώνουμε ότι «είμαστε εκεί να αντέξουμε το συναίσθημα και να βοηθήσουμε το παιδί να αποδεχτεί τον εαυτό του. Και ό,τι θα το αγαπάμε όποιο συναίσθημα κι αν εκφράσει, να μη φοβάται».
Αν ο γονιός σε ένα ξέσπασμα του παιδιού απαντήσει «Ωχ πάλι τα ίδια; Πάλι φωνάζεις;» του ακυρώνει το συναίσθημα, σύμφωνα με την κ. Βλασοπούλου. Οι «θετικές διατυπώσεις» είναι οι προτιμώμενες, πχ «Όταν φωνάζεις, δυσκολεύομαι να σε κατανοήσω και να σε βοηθήσω. Θα ήθελα να μιλήσεις πιο ήρεμα, να πάρεις το χρόνο σου και ξαναμιλάμε».
Δεν πρέπει κανείς να είναι απότομος και κοφτός ως προς τις δηλώσεις του, προσθέτει η κ. Βλασοπούλου. Για παράδειγμα αντί «έχεις νεύρα και με αγνοείς», μπορεί κανείς να πει «αισθάνομαι ότι αυτή τη στιγμή έχεις θυμώσει μαζί μου και δε με ακούς πραγματικά».
Υπάρχει επίσης η «αφοπλιστική τεχνική». Εκεί ο γονιός, πάνω στη διαφωνία με το παιδί του, βρίσκει ένα κοινό σημείο, εστιάζει σε κάτι που συγκλίνουν, όχι που διαφωνούν, συμπληρώνει η κ. Βλασοπούλου. Και αυτή η μέθοδος μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της έντασης.
Όταν ο θυμός είναι έντονος και εμμένει, παρά τις συζητήσεις και την επαφή με το παιδί, «καλό είναι να διερευνήσουμε αν συμβαίνει κάτι άλλο και πρέπει οι γονείς να απευθυνθούν σε κάποιο ειδικό», προειδοποιεί η κ. Βλασοπούλου.
Πιο αναλυτικά παρατίθενται παρακάτω κάποιες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον γονεϊκό ρόλο στην υποστήριξη της διαχείρισης των συναισθημάτων από τα παιδιά, όπως της συνέταξε το Συμβουλευτικό Κέντρο του Μαζί για το Παιδί:
Ο Θυμός στην Εφηβεία και η Διαχείρισή του: Ο Ρόλος των Γονέων
Η εφηβεία είναι μια περίοδος έντονων βιολογικών και ψυχοσυναισθηματικών αλλαγών. Οι έφηβοι καλούνται να διαχειριστούν όλες αυτές τις μεταβάσεις και ο θυμός αποτελεί μια φυσιολογική αντίδραση σε αυτές. Οι έφηβοι, οι οποίοι βρίσκονται στη διαδικασία της διαμόρφωσης της ταυτότητάς τους, μπορεί να νιώσουν θυμό ως απάντηση στις αβεβαιότητες, τις κοινωνικές/μαθησιακές πιέσεις ή τις διαφωνίες με την οικογένεια και τους συνομηλίκους. Ο θυμός είναι ένας τρόπος για τους εφήβους να επεξεργαστούν τις δικές τους αλλαγές και προκλήσεις, και να κατανοήσουν τον εαυτό τους καλύτερα. Ωστόσο, η διαχείρισή του μπορεί να είναι δύσκολη, τόσο για τους ίδιους όσο και για τους γονείς τους.
Ο Ρόλος των Γονέων στη Διαχείριση του Θυμού
Η έκφραση του θυμού μέσα στην οικογένεια έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς επηρεάζει όχι μόνο το άτομο που εκδηλώνει τον θυμό, αλλά και τους γύρω του. Οι έφηβοι συχνά μιμούνται τα πρότυπα που βλέπουν στους γονείς τους, είτε πρόκειται για την υγιή διαχείριση του θυμού είτε για τις ανθυγιεινές αντιδράσεις (όπως φωνές, βία ή αποφυγή). Έτσι, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι αντιδράσεις των γονέων στον θυμό τους επηρεάζουν το πώς τα παιδιά θα μάθουν να εκφράζουν τα δικά τους συναισθήματα. Οι γονείς που δείχνουν κατανόηση, υπομονή και διάθεση για επικοινωνία, βοηθούν τους εφήβους να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους με υγιή τρόπο. Η στήριξη των γονέων, η ανοιχτή επικοινωνία και η δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για έκφραση μπορούν να μειώσουν την ένταση και να οδηγήσουν σε μια πιο παραγωγική εκτόνωση του θυμού.
Καθοδήγηση για Υγιή Διαχείριση Συναισθημάτων
Η καλλιέργεια στρατηγικών για την υγιή διαχείριση του θυμού είναι κρίσιμη. Οι γονείς μπορούν να διδάξουν τα παιδιά να αναγνωρίζουν τα πρώτα σημάδια του θυμού και να εφαρμόζουν τεχνικές για αποκλιμάκωση, όπως η αναπνοή ή η απομάκρυνση από την κατάσταση, όταν αισθάνονται ότι η ένταση τους κατακλύζει. Η προσφορά εναλλακτικών λύσεων για την εκτόνωση του θυμού, όπως η σωματική άσκηση ή η ενασχόληση με δημιουργικές δραστηριότητες, μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να εκτονώνονται και να ρυθμίζουν καλύτερα τα συναισθήματά τους.
Όταν ο θυμός του εφήβου είναι έντονος, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για συζήτηση. Σε τέτοιες στιγμές, η καλύτερη προσέγγιση είναι να παραμείνουμε ψύχραιμοι και να αναβάλουμε τη συζήτηση για αργότερα, όταν τα συναισθήματα θα έχουν κοπάσει. Η κατανόηση των συναισθημάτων είναι σημαντική, αλλά οι γονείς χρειάζεται να παραμείνουν σταθεροί στα όρια που θέτουν, καθώς ο θυμός δεν δικαιολογεί επιθετική ή καταστροφική συμπεριφορά. Επιπλέον, είναι κρίσιμο να εξασφαλίσουμε ότι παραμένουμε και εμείς ασφαλείς κατά τη διάρκεια αυτών των στιγμών έντασης.
Πότε χρειάζεται να απευθυνθούμε σε ειδικό;
Όταν ο θυμός γίνεται έντονος ή επικίνδυνος για την ψυχική υγεία του εφήβου, η βοήθεια από ειδικό ψυχικής υγείας είναι απαραίτητη. Για παράδειγμα, ένας έφηβος που δεν θέλει να πάει στο σχολείο μπορεί να εκδηλώνει θυμό ή απογοήτευση λόγω κοινωνικών πιέσεων, άγχους ή έντονης ψυχικής δυσφορίας. Επίσης, αν ο έφηβος δείχνει επιθετικότητα ή έχει προβλήματα συμπεριφοράς, μπορεί να είναι θύμα εκφοβισμού από συνομηλίκους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ψυχολογική υποστήριξη μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση αυτών των συναισθημάτων και στη θεραπεία των αιτίων του θυμού, δίνοντας στον έφηβο εργαλεία για τρόπους αντιμετώπισης του θυμού.
Για το πώς να προσεγγίσει κανείς τους εφήβους και να τους βοηθήσει να διαχειριστούν το θυμό μπορεί να απευθυνθεί στη Γραμμή 11525.
Για ζητήματα βίας και επιθετικότητας με παιδιά και εφήβους στο 10306.
Η πανελλαδική «Γραμμή 115 25» του Μαζί για το Παιδί, η οποία είναι στελεχωμένη από έμπειρη επιστημονική ομάδα και εκπαιδευμένους εθελοντές με συνεχή κλινική εποπτεία, λειτουργεί από Δευτέρα έως Παρασκευή 9:00-19:00 και τον Αύγουστο 9:00-17:00 και οι κλήσεις, όπως και η συμβουλευτική υποστήριξη, είναι δωρεάν. Τηρείται το απόρρητο και όλες οι κλήσεις είναι επώνυμες, εμπιστευτικές και δεν ηχογραφούνται.