- Newsroom
«Η έλλειψη της αφυδρογονάσης της 6-φωσφορικής γλυκόζης (G6PD) είναι η πιο συχνή ενζυμοπάθεια του πλανήτη, επηρεάζοντας περίπου 400 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο. Η έλλειψη του συγκεκριμένου ενζύμου είναι πολύ συχνή και στην Ελλάδα, όπου υπολογίζεται ότι το 5% περίπου του πληθυσμού παρουσιάζει ολική ή μερική έλλειψη του ενζύμου, με τους άνδρες να παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα». Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κ. Αθανάσιος Τζιαμούρτας, σύμφωνα με νεότερα επιστημονικά δεδομένα. Τα άτομα αυτά, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν μπορούν να καταναλώσουν κουκιά επειδή η κατανάλωση τους έχει συνδεθεί με μια αιμολυτική ασθένεια που ονομάζεται κυάμωση. Επίσης, αυτά τα άτομα δεν μπορούν να πάρουν ασπιρίνη, να μυρίσουν ναφθαλίνη και να λάβουν ορισμένα φάρμακα που σχετίζονται με την ελονοσία. Η Θεσσαλία, και κυρίως η δυτική Θεσσαλία, παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερη συχνότητα με το ποσοστό ολικής ή μερικής έλλειψης να ξεπερνά το 10% ενώ πιθανολογείται ότι η αιτία της μεγάλης συχνότητας συνδέεται με την παρουσία ελών στην περιοχή. Το πιο συχνό κλινικό εύρημα, σύμφωνα με τον ερευνητή είναι η αιμόλυση, τονίζοντας: «Το πλασμώδιο της ελονοσίας για να αναπτυχθεί απαιτεί την παρουσία μιας ενδογενούς ουσίας που ονομάζεται γλουταθειόνη και μειωμένη συγκέντρωση της συγκεκριμένης ουσίας αποτρέπει την εμφάνιση της νόσου. Η μειωμένη ενεργότητα του ενζύμου λοιπόν δρα προστατευτικά εναντίον της εξάπλωσης της νόσου. Η γλουταθειόνη όμως, αποτελεί και ισχυρό αντιοξειδωτικό του οργανισμού, που καταπολεμά τη δημιουργία των ελευθέρων ριζών, που σε μεγάλη συγκέντρωση μπορεί να προκαλέσουν ανεπανόρθωτες βλάβες σε κύτταρα του οργανισμού. Η άσκηση αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης ελευθέρων ριζών».
Δεδομένου ότι ο μυς χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια της άσκησης και η παραγωγή ελευθέρων ριζών μπορεί να υπερβεί τη θεωρητικά μειωμένη αντιοξειδωτική ικανότητα του ατόμου με έλλειψη G6PD, η άσκηση, σύμφωνα με τον ίδιο, θα μπορούσε να έχει επιβλαβείς επιπτώσεις σε διάφορες πτυχές της υγείας σε αυτά τα άτομα. Θεωρητικά λοιπόν τα ασκούμενα άτομα που παρουσιάζουν έλλειψη του G6PD μπορεί να υπολείπονται στον αντιοξειδωτικό τους μηχανισμό κατά τη διάρκεια της άσκησης. Βασιζόμενοι σε αυτό το θεωρητικό μοντέλο ερευνητές πριν από αρκετά χρόνια πρότειναν την μη-πραγματοποίηση άσκησης από άτομα που παρουσιάζουν την έλλειψη G6PD. Ωστόσο, τα ερευνητικά δεδομένα, τονίζει ο κ. Τζιαμούρτας, ήταν ελλιπή και δεν αποδείκνυαν μια σχέση αυξημένης εμφάνισης οξειδωτικού στρες και αιμόλυσης κατά τη διάρκεια της άσκησης. Στο εργαστήριο Βιοχημείας, Φυσιολογίας και Διατροφής της Άσκησης του ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με επικεφαλής τον καθηγητή Βιοχημείας της Άσκησης Θανάση Τζιαμούρτα, σχεδιάστηκαν μια σειρά από ερευνητικές εργασίες για να εξεταστεί η επίδραση της άσκησης στο οξειδωτικό στρες και την αιμόλυση σε άτομα με έλλειψη G6PD. Εξετάστηκε η επίδραση της υπομέγιστης και μέγιστης αερόβιας άσκησης και της άσκησης με αντιστάσεις. Τα δεδομένα των εργασιών αυτών υποδεικνύουν πως τα άτομα που έχουν την έλλειψη του ενζύμου G6PD δεν αναπτύσσουν αιμόλυση και οξειδωτικό στρες σε μεγαλύτερο βαθμό από τα υγιή άτομα ακόμα και όταν κάνουν έντονη άσκηση, παρά το γεγονός ότι τα επίπεδα της γλουταθειόνης είναι χαμηλότερα. Πιο συγκεκριμένα, σε εργασίες όπου άτομα με έλλειψη G6PD έκαναν υπομέγιστη άσκηση 45 λεπτών και αξιολογήθηκε η μεταβολή του αριθμού των λευκών και ερυθρών αιμοσφαιρίων δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά σε σχέση με τις μεταβολές που επήλθαν στα υγιή άτομα ούτε και μεγαλύτερη αιμόλυση. Ακόμα, όταν αυτά τα άτομα έκαναν υπομέγιστη άσκηση και στη συνέχεια, έντονη άσκηση μέχρι εξάντλησης δεν παρουσιάστηκαν σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα υγιή άτομα σε δείκτες οξειδωτικού στρες και αιμόλυσης μετά το τέλος της άσκησης. Τέλος, διαφορές δεν παρατηρήθηκαν ούτε στον καθυστερημένο μυϊκό πόνο (το κοινώς ονομαζόμενο «πιάσιμο») και σε δείκτες μυϊκής βλάβης και αιμόλυσης μετά από άσκηση με αντιστάσεις. Φαίνεται λοιπόν, καταλήγει τονίζοντας ο κ. Τζιαμούρτας, πως τα άτομα με έλλειψη του ενζύμου G6PD μπορούν να κάνουν άσκηση και να αποκομίζουν τα θετικά οφέλη αυτής χωρίς να υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος επιπλοκών από αυτή σε σχέση με τον υγιή πληθυσμό. Στη συνέχεια, αξιολογήθηκε η επίδραση που μπορεί να έχει η συμπληρωματική λήψη ουσιών που βοηθούν στην αύξηση των επιπέδων της γλουταθειόνης και γενικότερα του αντιοξειδωτικού συστήματος σε άτομα με έλλειψη του ενζύμου G6PD και ατόμων με φυσιολογική ενεργότητα του ενζύμου. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η συμπληρωματική λήψη άλφα λιποϊκού οξέος, αυξάνει τα επίπεδα της γλουταθειόνης, της καταλάσης και της ολικής αντιοξειδωτικής ικανότητας υποδεικνύοντας βελτιωμένο αντιοξειδωτικό σύστημα. Τέλος, ουσίες που σχετίζονται με την υπεροξείδωση των λιπών και την καρβοξυλίωση των πρωτεϊνών μειώθηκαν.
Επομένως, Η άσκηση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από άτομα με έλλειψη G6PD ως εργαλείο για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους, καταλήγει.