H χώρα του καφέ και των σούπερ μάρκετ - Παραμένει ζητούμενο η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου

Η επιχειρηματικότητα της ανάγκης που δεν παράγει πλούτο και υπεραξία και το επενδυτικό στοίχημα των 50 δισ. ευρώ - Διαβρώνει τα θεμέλια του παραγωγικού ιστού η υστέρηση σε παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα

«Τυφώνας» ιδρύσεων νέων εταιρειών χτύπησε την αγορά το 2024, με την επιχειρηματικότητα της ευκολίας, ωστόσο, να κυριαρχεί (καφέ, σούπερ μάρκετ) και τις μεταποιητικές επιχειρήσεις (η καρδιά του παραγωγικού ιστού της χώρας) να περνούν σε δεύτερη μοίρα.

Πιο συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, συνολικά 63.000 νέες επιχειρήσεις «γεννήθηκαν» στην Ελλάδα το 2024. Το 2023 οι νέες επιχειρήσεις ήταν 58.200 και άρα πέρσι άνοιξαν περισσότερες κατά 11%, γεγονός αναμφίβολα θετικό εκ πρώτης όψεως με την εικόνα, ωστόσο, να θολώνει, εφόσον εξετάσουμε πιο προσεκτικά τα στοιχεία.

Αναλύοντας τα δεδομένα προκύπτει πώς και το 2024 η εύκολη και ρηχή επιχειρηματικότητα κυριάρχησαν. Γεγονός που έρχεται να αναδείξει την αδυναμία αφενός της εκπαίδευσης και αφετέρου της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζονται στη χώρα, για να ευνοήσουν την ανάπτυξη μίας βιώσιμης επιχειρηματικής δραστηριότητας που παράγει πλούτο και υπεραξία.

«Ρηχή» επιχειρηματικότητα

Ειδικότερα, στο λιανικό και χονδρικό εμπόριο ιδρύθηκαν 11.609 νέες επιχειρήσεις. «Ο τομέας των καταστημάτων πώλησης τροφίμων (παντοπωλεία, μίνι μάρκετ, σούπερ μάρκετ) κυριαρχεί, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή ζήτηση για προϊόντα καθημερινής κατανάλωσης», σχολιάζει το ΕΒΕΠ (Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά) και προσθέτει: «Οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας είναι αυτές που κυριαρχούν στον χώρο».

Οι νέες επιχειρήσεις στον τομέα του μικρού εμπορίου καταδεικνύουν πως πολλές οικογένειες οδηγούνται στη λύση των παντοπωλείων και μίνι μάρκετ, προκειμένου να ασκήσουν μία γρήγορη επιχειρηματικότητα και να μπορέσουν να επιβιώσουν, καθώς δεν απαιτείται μεγάλο χρηματικό κεφάλαιο για να εμπλακούν σε τέτοιες δραστηριότητες. Δεν είναι τυχαίο πως πάνω από 70% του ΑΕΠ στηρίζεται στην κατανάλωση, ωστόσο μία χώρα που βασίζεται μόνο στην κατανάλωση δύσκολα θα μπορέσει να πετύχει μία βιώσιμη ανάπτυξη, στηριγμένη σε γερά θεμέλια.

Δεύτερος πιο δυναμικός κλάδος είναι η «Εστίαση και Τουρισμός»: Το 2024 άνοιξαν 9.433 νέες επιχειρήσεις. Περιλαμβάνει κυρίως καφετέριες, εστιατόρια και τουριστικά καταλύματα. «Η άνθηση αυτή αντικατοπτρίζει τη σημασία του τουρισμού ως ‘βαριάς βιομηχανίας’ της χώρας», σχολιάζει το ΕΒΕΠ.

Υδραυλικοί και ηλεκτρολόγοι

Στα αξιοσημείωτα, επίσης, στοιχεία της ίδρυσης νέων επιχειρήσεων είναι και ο τομέας «Τεχνικά και Επιστημονικά Επαγγέλματα»: «Με 6.754 νέες επιχειρήσεις παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον για επαγγέλματα, όπως υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι και μηχανικοί, που ιδρύουν ατομικές επιχειρήσεις για την καλύτερη διαχείριση εισοδημάτων και ασφάλισης», σχολιάζει το ΕΒΕΠ.

Οι συγκεκριμένες ειδικότητες στις οποίες η φοροδιαφυγή χτυπά κόκκινο προσελκύουν το ενδιαφέρον, καθώς παρά τον νέο τρόπο φορολόγησης με το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα, το «100 ευρώ με απόδειξη, 50 χωρίς» δύσκολα θα εκλείψει, αποφέροντας σίγουρα κέρδη.

Απούσα η βιομηχανία

Και η βιομηχανία, κύριε; Εδώ φανερώνεται σε όλες του τις διαστάσεις το πρόβλημα.

Όπως παρατηρεί και το ΕΒΕΠ ο αριθμός σε νέες επιχειρήσεις το 2024 παρέμεινε σταθερός σε σχέση με το 2023. Οι εγγραφές ήταν μόλις 2.500, όταν, όπως προαναφέρθηκε, άνοιξαν περίπου 20.000 νέες επιχειρήσεις στο εμπόριο, την εστίαση και τον τουρισμό.

Αν και το ΕΒΕΠ σχολιάζει πως οι νέες μεταποιητικές επιχειρήσεις «αντικατοπτρίζουν την κυβερνητική στροφή προς την ενίσχυση της βιομηχανίας», εντούτοις ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί είναι μακρύς…

Άλλωστε, τα καφέ και τα παντοπωλεία, χωρίς σε καμία περίπτωση να υποτιμάται η αξία τους, διακρίνονται για τη σύντομη διάρκεια του βίου τους…

Ενθαρρυντικά νέα από τα λουκέτα

Το 2024, περίπου 22.200 επιχειρήσεις έκλεισαν, σημειώνοντας μείωση 11% από το 2023, όταν οι διακοπές λειτουργίας είχαν ανέλθει τότε στις 25.000.

«Με βάση τα δεδομένα, για κάθε επιχείρηση που κλείνει, τρεις νέες ανοίγουν, φανερώνοντας τη δυναμική ανάπτυξη του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», αναφέρει το ΕΒΕΠ. «Ωστόσο, οι επιχειρήσεις που κλείνουν ανήκουν κυρίως σε κατηγορίες, όπως ατομικές και εποχιακές δραστηριότητες, ενώ αρκετές περιπτώσεις αφορούν επιχειρηματίες που μετασχηματίζουν τις παλιές τους εταιρείες σε νέες δομές ή που συνταξιοδοτούνται», καταλήγει το ΕΒΕΠ.

Ζητούνται μεγάλες επενδύσεις

Την ίδια στιγμή, ανοίγοντας την εικόνα, σημαντικό πρόβλημα παραμένει το επενδυτικό κενό και η χαμηλή παραγωγικότητα (η αξία των προϊόντων που παράγουν οι εργαζόμενοι με δεδομένους, βέβαια, τους πόρους οι οποίοι τους παρέχονται) στην ελληνική οικονομία. Έλλειμμα επενδύσεων οδηγεί σε χαμηλή παραγωγικότητα (οι εργαζόμενοι δεν έχουν στη διάθεσή τους καλύτερα μηχανήματα, για να παράγουν ένα προϊόν, για να το πούμε με ένα απλοϊκό παράδειγμα) η οποία με τη σειρά της ρίχνει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Συγκοινωνούντα δοχεία.

Αν και εμφανίζεται μία τάση μείωσης της απόστασης με την Ευρώπη, το ζήτημα παραμένει υπαρκτό και δείχνει ότι η χώρα μας θα πρέπει να κάνει πολλά βήματα ακόμη.

Όπως σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, παρά το γεγονός ότι το επενδυτικό κενό έχει συρρικνωθεί στο 5,4% το 2023 από το σχεδόν διπλάσιο 10,7% το 2019, είναι ακόμη σχετικά υψηλό και ο στόχος πρέπει να είναι ο περιορισμός του και η σύγκλιση του λόγου επενδύσεων/ΑΕΠ με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό.

Οι επενδύσεις που απαιτούνται σήμερα, για να πιάσουμε τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, είναι της τάξης του 20%-22% του ΑΕΠ (μεταξύ 48 και 52 δισ. ευρώ σε απόλυτα νούμερα).

Στην πράξη, οι επενδύσεις για το 2024 στην Ελλάδα δεν θα ξεπεράσουν τα 35 δισ. ευρώ, συνεπώς πρέπει να καλυφθεί ένα κενό της τάξης των 15 περίπου δισ. για να συμβαδίζει η ελληνική οικονομία με τον ανταγωνισμό, διόλου εύκολο εγχείρημα.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.01.2025

Loader