1821: Το αλφαβητάρι των ηρώων της Επανάστασης στη Μακεδονία

Ένας αγώνας, εθνικού χαρακτήρα, όπως αυτός της Επανάστασης του 1821, εκτός από την ιδεολογία χρειάζεται και τους ήρωές του

Ένας αγώνας, εθνικού χαρακτήρα, όπως αυτός της Επανάστασης του 1821, εκτός από την ιδεολογία χρειάζεται και τους ήρωές του. Από τη μία ο Καρλάιλ θεωρούσε τα άτομα κύρια αιτία των μαχών και των θριάμβων, δίνοντας απόλυτα πρωταγωνιστικό ρόλο στον ηγέτη, από την άλλη ο Μαρξ θεωρούσε τις ιστορικές εξελίξεις προϊόν νομοτέλειας, με τα άτομα απλώς να την ακολουθούν. Στην πραγματικότητα και τα δύο έχουν το δικό τους μερίδιο στην επιτυχία μίας επανάστασης, ωστόσο αυτό το σχεδόν θεϊκό κίνητρο της θυσίας για έναν ανώτερο σκοπό, είναι το υλικό από το οποίο είναι πλασμένοι οι ήρωες.

Έχουν γραφεί πολλά και έγκυρα μελετήματα για την Επανάσταση στη Μακεδονία, για το λόγο τούτο επιλέξαμε μία συνοπτική παρουσία των ατόμων, που πρωταγωνίστησαν στις απελευθερωτικές φωτιές που άναψαν στη γη τους. Υπακούοντας στη φιλοπατρία τους και στην υπέρτατη αξία της ελευθερίας, θυσίασαν βίον και περιουσιακά στοιχεία, στο όνομα μίας διαχρονικής πατρίδας. Η αναφορά σε αυτούς, τους κάπως άγνωστους, επ’ ευκαιρία της επετείου, αποτελεί μία απλή ανάγκη μνήμης και υπενθύμισης της ατομικής ευθύνης, όταν η ιστορία χτυπάει την πόρτα του καθενός.

Άγιον Όρος

Τον καιρό του εθνικού ξεσηκωμού, το Άγιον Όρος αριθμούσε περί τους 20.000 καλογέρους. Κάποιοι από αυτούς διέθεταν πολεμική εμπειρία, αφού είχαν πολεμήσει στο πλευρό του Καραγιώργη, στην Επανάσταση της Σερβίας, ενώ άλλοι στην Επανάσταση της Μολδοβλαχίας. Είχαν δε καταφύγει στο Περιβόλι της Παναγίας, προκειμένου να αποφύγουν την τουρκική καταδίωξη.

Στα τέλη του Μαρτίου του 1821 ελλιμενίστηκε στη Μονή Εσφιγμένου, πλοίο ιδιοκτησίας Χατζή Βιζβίζη, με όπλα και πολεμοφόδια. Με αυτό αποβιβάστηκε και ο Σερραίος Εμμανουήλ Παπάς, φίλος του ηγούμενου Ιωακείμ, κατά τη διάρκεια της από κοινού μύησής τους στη Φιλική Εταιρεία. Άρχισε τότε η μυστική στρατολόγηση των μοναχών και ο εξοπλισμός τους. Βοηθούσε σε αυτό και η αυτονομία του Αγίου Όρους και η παρουσία εκεί ενός μόνο αστυνομικού ενός μόνο ζαμπίτη (αστυνομικού).

Από εδώ ξεκίνησε η Επανάσταση του Πολυγύρου, στα μέσα του Μαΐου. Η περιουσία του Εμμανουήλ Παπά υπήρξε η κύρια χρηματοδοτική πηγή του αγώνα, αλλά δεν έφθανε. Τα χρήματα από τα μοναστήρια του Αγίου Όρους συμπλήρωσαν τις ανάγκες του, βοηθώντας την πληρωμή των υπολοίπων πλοίων. Ο Αβδούλ Χαμούδ κατέπνιξε τον ξεσηκωμό στο αίμα και οι μοναχοί αναγκάστηκαν να δεχτούν τους όρους του, κύριος από τους οποίους ήταν η παράδοση του Εμμανουήλ Παπά. Βέβαια, την τελευταία στιγμή αυτός διέφυγε, για να ενισχύσει την Επανάσταση στο νότο, αλλά πέθανε από καρδιακό επεισόδιο, πάνω στο πλοίο του Βιζβίζη.

Νάουσα

Με βασιλικό διάταγμα του 1955, αναγνωρίστηκε επισήμως η τεράστια συμβολή της Νάουσας στον απελευθερωτικό αγώνα, και έκτοτε μπορεί να φέρει με περηφάνεια το προσωνύμιο «ηρωική πόλη». Πράγματι, ο ξεσηκωμός της Νάουσας υπήρξε ο σημαντικότερος, αιματηρότερος, τουλάχιστον σε επίπεδο συμμετοχής μίας πόλης στον αγώνα. Παρά το γεγονός ότι το Κοινόν των Μακεδόνων στην Πελοπόννησο απέστειλε πρωτίστως τον Σάλα, να ηγηθεί του εκεί κινήματος, οι λανθασμένες επιλογές του έφεραν σε θέση φυσικών ηγετών τον Ζαφειράκη Θεοδοσίου, τον Αγγελή Γάτσο και τον Τάσο Καρατάσο, με τους γιους τους Κωτούλα και Γιαννάκη. Όλοι τους μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, όλοι τους εκπαιδευμένοι στα ασκέρια του Αλή Πασά.

Ενώ οι δυνάμεις του Σάλα ολιγωρούσαν, οι προαναφερθέντες αγωνιστές κήρυξαν την εξέγερση εναντίον των Τούρκων στη Μονή Δοβρά, όπου συνάχθηκαν, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, στις 19 Φεβρουαρίου 1822. Ακολούθησε η μάχη στην ίδια μονή, όπου 700 Ναουσαίοι, υπό τον Καρατάσο οχυρώθηκαν και δέχονταν επιθέσεις κατά κύματα, από 7.000 άνδρες του εχθρού. Επρόκειτο για μία φονικότατη μάχη, η οποία ανέδειξε τον ηρωισμό των κατοίκων της πόλης. Ακολούθησαν πολλές μάχες περιμετρικά της περιοχής, στις οποίες ο Λουμπούτ πασάς γνώρισε πολλές ταπεινώσεις, αλλά ποιος ν’ αντέξει μπροστά στους 20.000 άνδρες του… Όλα τέλειωσαν με τον εγκλεισμό πεντακοσίων γυναικόπαιδων στον πύργο του Ζαφειράκη, με την εκούσια θυσία τους στο ποτάμι της Αραπίτσας.

Από τους πρωταγωνιστές της εξέγερσης, ο Αναστάσιος Καρατάσος, με το γιο του Γιαννάκη, έσπευσαν να ενισχύσουν τον αγώνα στο νότο, έχοντας διακριθεί σε πολλές μάχες, πρωτίστως σε αυτήν του Σχινόλακκου Μεσσηνίας, στα 1825. Έχοντας έλθει αργότερα σε έντονη αντιπαράθεση με τον κυβερνήτη Καποδίστρια, Ο οποίος τον θεωρούσε υπερήλικα για να τον χρησιμοποιήσει βρέθηκε σχεδόν εξόριστος στρατιωτικός στη Ναύπακτο, όπου και απεβίωσε το 1830, για να κηδευτεί δημοσία δαπάνη.

Ο δε Γάτσος όργωσε την επαναστατημένη νότια Ελλάδα, έλαβε μέρος σε μάχες στο Δερβενάκι, στην Κορινθίας, στο Σχινόλακκο, στη Θεσσαλία -όπου ανακατέλαβε το Τρίκερι, αλλά και στον εμφύλιο, συντασσόμενος με τις δυνάμεις της Ρούμελης. Απεβίωσε στη Χαλκίδα, πάμφτωχος, το 1839.

Νυμφαίο

Ήταν ιδιαιτέρως σημαντική η συμμετοχή της κοινότητας του Νυμφαίου στα γεγονότα της Επανάστασης του ’21. Με την αποτυχία της εξέγερσης στη Μακεδονία, οι περισσότεροι από τους εκεί αγωνιστές κατέβηκαν στη Ρούμελη, με ιδιαίτερη συμμετοχή στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Μάλιστα, λόγω αυτής της «καθόδου» γράφτηκε το τραγούδι «Παιδιά της Σαμαρίνας», αφού οι δύο αυτές κοινότητες βλάχων από κοινού συνέτρεξαν σε βοήθεια των «ελεύθερων πολιορκημένων». Ηρωικότερος αυτών ο Βασίλειος Ζιούρκας, αλλά και οι Νάκας, Λόγγος, Παντέκας, Μπιτσόλας. Ένας άλλος, ο Γεώργιος Κύρκου, έπεσε αγωνιζόμενος δίπλα στον Αθανάσιο Διάκο.

Γεωργάκης Ολύμπιος

Δεν ήταν απλώς ένας αγωνιστής, που έπεσε ηρωικά μαχόμενος (για την ακρίβεια αυτό ανατινάχθηκε), αλλά ένα πολύ καταρτισμένο θεωρητικά άτομα, ένας επιτελικός νους. Ήταν υποστηρικτής της ιδέας της χάρτας του Ρήγα Φεραίου και του «Θούριου», φανατικός υποστηρικτής της βαλκανικής συνεργασίας των χριστιανών, κόντρα στην οθωμανική αυτοκρατορία. Αν και γεννημένος στο Λιβάδι του Ολύμπου, τον Μάιο του 1772, ένα αμιγές βλαχοχώρι στα 1.200 μέτρα του Ολύμπου, ταξίδεψε πολύ και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες, στο Όστροβο, το Στούβικ, το Βιδίνιο, και η φήμη του έφθασε ως τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος τον μύησε και στη Φιλική Εταιρεία. Συγχρόνως, αναγορεύθηκε συνταγματάρχης στο ρωσικό στρατό.

Καταγόταν από την οικογένεια των Λαζαίων, η οποία ενίσχυσε στο σύνολό της την Επανάσταση στη Μακεδονία. Αρκεί να σκεφτεί κάποιος ότι χάθηκαν πάνω από τετρακόσιους Λαζαίους στον αγώνα. Η επιφανής οικογένειά του τού πρόσφερε μία εξαιρετική παιδεία, στο ονομαστό σχολείο του Λιβαδίου, με τον Ιωνά Σπαρμιώτη. Όπως πολλοί άλλοι, έμαθε την τέχνη του πολέμου Αλή Πασά. Η σύζυγός του Στάνια εκχώρησε όλη την περιουσία της, γύρω στα 5.000 χρυσά νομίσματα, για τους σκοπούς του αγώνα.

Ωστόσο, έχασε τη ζωή του πολύ μακριά από τη γενέτειρά του, στη Μονή του Σέκου, πολιορκημένος από 8.000 Οθωμανούς. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1821 έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη του καμπαναριού και τινάχτηκε στον αέρα, μαζί με τα παλληκάρια του.

Εμμανουήλ Παπάς

Γεννήθηκε στις Σέρρες, στα τέλη του 18ου αιώνα, από πλούσιους γονείς, την περιουσία των οποίων αβγάτισε. Ήταν τέτοια η επιχειρηματική του ικανότητα, που κατάφερε να είναι τραπεζίτης και των Ελλήνων και των Οθωμανών, ταυτόχρονα. Ήταν τέτοια η επιδραστικότητα, που μεσολάβησε ώστε τους Έλληνες να τους δικάζει Έλληνας δικαστής και όχι ο καδής. Μία πρώτη του διένεξη με τους ισχυρούς της περιοχής του ξεκίνησε όταν ο γιος του Ισμαήλ μπέη, ο απαιτούσε να μην του επιστρέψει τα χρήματα. Ο Παπάς, με θάρρος, έφθασε στα δικαστήρια στην Κωνσταντινούπολη για να βρει το δίκιο του. Κερδίζοντας εκεί τη δίκη, ο Γιουσούφ αντέδρασε, καίγοντας το σπίτι του.

Φιλικοί είδαν στο πρόσωπο του Παπά την ιδανικότερη περίπτωση, για να ηγηθεί του αγώνα στη Μακεδονία και έτσι τον μύησαν. Όταν ο Υψηλάντης ξεσήκωνε τη Μολδοβλαχία, και ενώ ο Παπάς βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, έστειλε το πλοίο του Βιζβίζη στο λιμάνι της Πόλης. Ο Παπάς το φόρτωσε όπλα και πολεμοφόδια χωρίς να πάρει κανείς χαμπάρι και βρέθηκε στη Μονή Εσφιγμένου, στο Άγιο Όρος. Μετά τα γεγονότα του Πολυγύρου και την κατάπνιξη του κινήματος, οι καλόγεροι προτίμησαν να δώσουν τον Εμμανουήλ Πάπα, παρά τα ανεκτίμητης αξίας εικονίσματα και άλλα εκκλησιαστικά κειμήλια τα οποία διέθεταν. Καταπονημένος από τις κακουχίες, έφυγε από τη ζωή πάνω στο πλοίο του Βιζβίζη, καθώς κατέβαινε για την Ύδρα. Τα παιδιά του, τα τρία έχασαν τη ζωή τους στον αγώνα, ένας αποκεφαλιζόμενος στην Αταλάντη, ένας στο Νεόκαστρο και ο τρίτος στο Καματερό.

Πρόκριτοι

Πολλοί επιφανείς Θεσσαλονικείς της ελληνικής κοινότητας πλήρωσαν κυριολεκτικά με το αίμα τους, την ενίσχυση των επαναστατικών κινήσεων στη Μακεδονία το 1821. Επρόκειτο για προκρίτους, οι οποίοι παρά την προνομιούχο θέση τους, συντάχθηκαν με τους επαναστάτες. Η οικονομική συνεισφορά τους, αλλά και η κάλυψη των αγωνιστών, τους έφερε στο κονάκι του πασά (το σημερινό διοικητήριο να καταδικάζονται σε θάνατο) αφού πρώτα μαρτύρησαν. Ουσιαστικά, η μύησή τους στον αγώνα πραγματοποιήθηκε από τη Φιλική Εταιρεία, αφού όλοι τύγχαναν Φιλικοί. Απαγχονίστηκαν προς παραδειγματισμό στο κέντρο της πόλης, στην αγορά Καπάνι (Ουν Καπάν) σημερινό Καπάνι. Για τον λόγο τούτο, ένα μέρος της συγκεκριμένης αγοράς φέρει την ονομασία Βλάλη, προς τιμή του Γεώργιου Βλάλη, του πλέον εξέχοντος από αυτούς. Μαζί του αφαίρεσαν τη ζωή του Χριστόφορου Μπαλάνου, του Κωνσταντίνου Τάττη, του Χρήστου Μενεξέ, του Αθανάσιου Σκανδαλίδη, του Στέργιου Πολύδωρου, του Ανδρέα Γούναρη, αλλά και κάποιων άλλων.

Μαζί τους απαγχονίσθηκε και ο Μητροπολίτης Κίτρους Μελέτιος, ο οποίος είχε φθάσει στη Θεσσαλονίκη, είχε συμμετοχή στη συνάντηση των προκρίτων και δήλωσε πίστη στον αγώνα. Είχε αναλάβει καθήκοντα μητροπολίτη το 1815 και είχε μεταφέρει την έδρα της Μητρόπολής του στον Κολινδρό, όπου θεώρησε ότι θα ήταν καλύτερα προστατευμένη. Στη συγκεκριμένη συνάντηση προσήλθε ως αντικαταστάτης του Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, ο οποίος απουσίαζε σε συνοδικά καθήκοντα στην Κωνσταντινούπολη.

Εκτός αυτών, υπολογίζεται ότι κάπου 3.000 γυναικόπαιδα σφαγιάστηκαν σε ιερούς ναούς. Τα περισσότερα στη σημερινή Μητρόπολη, όπου εισέβαλαν οι Τούρκοι μετά τον απαγχονισμό των προκρίτων. Μαρτυρικότερος ήταν ο θάνατος αυτών που βρέθηκαν στο ναό του Αγίου Αθανασίου, όπου στέρησαν για σαράντα ημέρες το νερό και την τροφή από τους έγκλειστους. Όταν άνοιξαν τις θύρες της εκκλησίας το θέαμα και την οσμή το περιγράφει ο ιστορικός Απόστολος Βαλόπουλος ως αποκρουστικά και αηδιαστικά.

Καπετάν Χάψας

Το πραγματικό του όνομα ήταν Κάψας, ωστόσο μετονομάστηκε σε Χάψα, λόγω της ηρωικής μαχητικότητας απέναντι στους Τούρκους. Πρόκειται για τον άλλο μεγάλο αγωνιστή της Επανάστασης στη Μακεδονία, δίπλα στον Εμμανουήλ Πάπα. Στις αρχές του Ιουνίου του 1821, δίπλα στον Παπά, συνέταξαν στον αγώνα τους την Ιερισσό και την Κομίτσα, δίπλα στο Άγιον Όρος. Στις 8 του ίδιου μήνα, με άπειρο και όχι ετοιμοπόλεμο στρατό, κατήγαγε μεγάλη νίκη απέναντι στα στρατεύματα του Γιουσούφ πασά, κάπου έξω από τη σημερινή Αμερικανική Γεωργική Σχολή. Ήταν αυτή που του χάρισε το προσωνύμιο, η μάχη του Εγρί Μπουτζούκ. Μετά, όμως, από μία γενικευμένη επίθεση των Τούρκων, οπισθοχώρησε στα Βασιλικά και αφού πρώτα ασφάλισε τα γυναικόπαιδα της περιοχής στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας, έδωσε εκεί μία γενναία, αλλά χαμένη εκ προοιμίου μάχη. Εξήντα πέντε Έλληνες νεκροί στο πεδίο της μάχης, συνοδεύτηκαν από τις πάμπολλες καταστροφές και τους νεκρούς στην Γαλάτστα, τον Άγιο Πρόδρομο, τη Βέροια, ακόμη και τον Κολινδρό, από τον ιδιαζόντως βίαιο Λουμπούτ πασά.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 23.03.2025

Loader